Δημοσιεύθηκε: Σάββατο 30 / 5 / 2020 , 2:02 από
Στον πανηγυρίζοντα Ιερό Ναό Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης στη Λευκωσία, τελέστηκε το απόγευμα τής Τετάρτης, 20ής Μαΐου 2020, Αρχιερατικός εσπερινός μετά αρτοκλασίας και θείου κηρύγματος επί τη μνήμη των αγίων θεοστέπτων μεγάλων βασιλέων και ισαποστόλων Κωνσταντίνου και Ελένης, χοροστατούντος του Θεοφιλεστάτου Επισκόπου Νιτρίας κ. Νικοδήμου, Εξάρχου του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας στην Κύπρο, πλαισιουμένου από τον Καθηγούμενο τής Μονής Αποστόλου Βαρνάβα Αρχιμ. κ. Ιωάννη και κληρικούς της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κύπρου.
Τον Θεοφιλέστατο υποδέχθηκε με την παραδοσιακή μυροδόχο η θυγατέρα τού μακαριστού οικονόμου π. Παναγιώτη Τσέστου, τού επί 54 χρόνια διατελέσαντος εφημερίου τού ναού.
Από νωρίς το πρωί, καθ’ όλη τη διάρκεια τής ημέρας και κατά τη διάρκεια του εσπερινού, προσήλθε πλήθος πιστών αφενός να ανάψει ένα κερί και να αιτηθεί τις πρεσβείες των μεγάλων θεοστέπτων αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, αφετέρου να αρδεύσει τις πλούσιες δωρεές τής Θείας Χάριτος που χαρίζονται ιδιαίτερα την ημέρα μνήμης των τιμωμένων αγίων της Εκκλησίας μας.
Τον θείο λόγο κήρυξε ο Πανοσιολογιώτατος Καθηγούμενος τής Ι. Μ. Αποστόλου Βαρνάβα Αρχιμ. κ. Ιωάννης, ο οποίος ανέλυσε τη φράση τού απολυτικίου των αγίων «ὡς ὁ Παῦλος τὴν κλῆσιν οὐκ ἐξ ἀνθρώπων δεξάμενος, ὁ ἐν Βασιλεῦσιν Ἀπόστολός σου Κύριε». Κατά τον ίδιο τρόπο ο Χριστός, όπως εκάλεσε εξ αλιέων τους Αποστόλους και τον Ουρανοβάμωνα Παύλο, έτσι καλεί και εκ βασιλέων ισαποστόλους όπως τον σημερινό εορταζόμενο άγιο Μέγα Κωνσταντίνο και τη μητέρα του αγία Ελένη.
«Ο Μέγας Κωνσταντίνος ήταν Μέγας», ανέφερε ο άγιος Καθηγούμενος, «γιατί ήταν φωτισμένος και αντιλήφθηκε την ενοποιό και σωστική δύναμη, που έχει το χριστιανικό κήρυγμα και το Ευαγγέλιο. Ο Μέγας Κωνσταντίνος υπήρξε «Θεοῦ προνοίᾳ πρῶτος βασιλεὺς Χριστιανῶν, με σπουδαίο έργο για τον Χριστιανισμό· το περίφημο Διάταγμα των Μεδιολάνων, προνόμια στους χριστιανούς, χρηματοδότηση για την ανεύρεση του Τιμίου Σταυρού, σύγκληση τής Πρώτης Αγίας και Οικουμενικής Συνόδου στη Νίκαια της Βιθυνίας.
…Ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος, παρόλο που η μητέρα του ήταν χριστιανή, ασπάστηκε τον χριστιανισμό προς το τέλος της ζωής του. Βέβαια, καθ’ όλη την πορεία της ζωής του διακρινόταν για την φιλοτιμία, την ευσπλαγχνικότητα, τη γενναιοδωρία πριν ακόμη βαπτισθεί χριστιανός. Η ψυχή του Κωνσταντίνου είχε γνωρίσει, από την χριστιανή μητέρα του αγία Ελένη, το φως του Χριστού. Είχε κατηχηθεί απ’ αυτή και ήταν προετοιμασμένος να δεχθεί το μήνυμα του Θεανθρώπου. Και πράγματι το εδέχθη. Προς το τέλος της ζωής του, ασθένησε σοβαρά και αφού μετανόησε ειλικρινά ζήτησε και έλαβε το άγιο Βάπτισμα.
Όταν φόρεσε τον λευκό χιτώνα του Βαπτίσματος δεν αφαίρεσε την ενδυμασία του αυτή μέχρι την κοίμησή του. Την βάπτισή του την θεωρούσε ως τη μεγαλύτερη ευεργεσία του Θεού προς αυτόν και η οποία υπήρξε το επισφράγισμα της ακλόνητης και ακράδαντης πίστεώς του».
Ο Θεοφιλέστατος Επίσκοπος Νιτρίας σε αντιφώνησή του προς τον Καθηγούμενο εξέφρασε τη συγκίνησή του για την πρόσκληση όπως προστεί των πανηγυρικών ακολουθιών για την εορτή των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, γεγονός που όπως επισήμανε δεν είναι τυχαίο, αφού για 25 χρόνια υπηρέτησε στο Γιοχάννεσμπουργκ της Νότιας Αφρικής, ο καθεδρικός ναός του οποίου τιμάται στη μνήμη των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης. Ευχαρίστησε για ακόμη μια φορά τον Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο Κύπρου, ο οποίος με ιδιαίτερη εγκαρδιότητα και αγάπη παραχώρησε τον ναό του Αγίου Σάββα στην παλαιά Λευκωσία για τις ανάγκες του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας, όπως επίσης εξέφρασε την ευγνωμοσύνη του προς τον Καθηγούμενο τής Μονής τού Αποστόλου Βαρνάβα και Πρωτοσύγκελλο τής Ι. Αρχιεπισκοπής Αρχιμ. Ιωάννη για την παντοιοτρόπως προσφερομένη προς την Εξαρχία βοήθειά του καθώς και τον σεβαστό Έφορο της κατεχόμενης Μονής του Αποστόλου Βαρνάβα κ. Ανδρέα Καραγιώργη.
Κατά τη διάρκεια του εσπερινού αναπέμφθηκε δέηση και έγινε, σύμφωνα με το τυπικό, περιφορά/λιτανεία της εικόνας των αγίων.
Μετά το πέρας του εσπερινού, προσφέρθηκαν παραδοσιακοί λουκουμάδες και άλλα κυπριακά εδέσματα.
Αρχιμ. Τριφύλλιος Ονησιφόρου
Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου
*******************************
ΟΜΙΛΙΑ ΚΑΘΗΓΟΥΜΕΝΟΥ Ι. Μ. ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΒΑΡΝΑΒΑ ΑΡΧΙΜ. κ. ΙΩΑΝΝΟΥ
ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΕΣΠΕΡΙΝΟ ΤΩΝ ΑΓ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΚΑΙ ΕΛΕΝΗΣ
Με τη χάρη τού Αναστάντος Κυρίου η αγία μας Εκκλησία εορτάζει πανηγυρικά την μνήμη των Αγίων Θεοστέπτων και Ισαποστόλων Κωνσταντίνου του Μεγάλου και Ελένης, της μητρός αυτού. Οι άγιοι και ισαπόστολοι Κωνσταντίνος και Ελένη δίκαια συγκαταλέγονται στη χορεία των αγίων και εύλογα φέρουν την προσωνυμία ισαπόστολοι και επιπλέον για τον άγιο Κωνσταντίνο το προσωνύμιο «Μέγας».
Αναφέρει το απολυτίκιον των Αγίων: «Τοῦ Σταυροῦ σου τὸν τύπον ἐν οὐρανῷ θεασάμενος, καὶ ὡς ὁ Παῦλος τὴν κλῆσιν οὐκ ἐξ ἀνθρώπων δεξάμενος, ὁ ἐν Βασιλεῦσιν Ἀπόστολός σου Κύριε». Παραλληλίζοντας με εύστοχο τρόπο την κλήση που δέχθηκε από τον Θεό ο μέγας Απόστολος των Εθνών Παύλος με την κλήση του Μεγάλου Βασιλέως Κωνσταντίνου.
Η κλήση προέρχεται «οὐκ ἐξ ἀνθρώπων», αλλά από τον ίδιο τον Θεό. Αυτός απευθύνει την πρόσκληση όπως στην περίπτωση των αγραμμάτων αλιέων τής Γαλιλαίας, αλλά και του διώκτη Σαύλου, ο οποίος με την κλήση τού Θεού και το όραμα τής Δαμασκού τυφλώνεται από το φώς της Χάριτος του Θεού και από σφοδρός πολέμιος του Χριστιανισμού μεταμορφώνεται σε ένθερμο υποστηρικτή και αξιώνεται να γίνει όχι μόνο Απόστολος, αλλά Μέγας Απόστολος των Εθνών.
Κατά τον ίδιο τρόπο ο Χριστός, όπως εκάλεσε εξ αλιέων τους Αποστόλους και τον Ουρανοβάμωνα Παύλο, έτσι καλεί και εκ βασιλέων ισαποστόλους όπως τον σημερινό εορταζόμενο Άγιο Μέγα Κωνσταντίνο με τη μητέρα του Αγία Ελένη. Είναι γνωστόν ότι τον κάλεσε με το θαυμαστό όραμα τού «ἐν ουρανῷ φανέντος» Τιμίου Σταυρού και την κλήσιν «ἐν τούτῳ νίκα». Αυτή η κλήσις ήταν αποκάλυψη εξ ουρανού για τον Μεγάλο Κωνσταντίνο. Του έδειχνε ο Θεός τον δρόμο που έπρεπε να ακολουθήσει. Και τον ακολούθησε και ανεδείχθη «Μέγας», αφού η προσφορά του προς την Ορθόδοξη Εκκλησία ήταν τεράστια.
«Ο Μέγας Κωνσταντίνος ήταν Μέγας, γιατί ήταν φωτισμένος και αντιλήφθηκε την ενοποιό και σωστική δύναμη, που έχει το χριστιανικό κήρυγμα και το Ευαγγέλιο». Ιδιαίτερα φωτισμένος, μετά την αποκάλυψη του σημείου του Τιμίου Σταυρού στον ουρανό και αφού νίκησε τον Μαξέντιο και τον Λικίνιο, στη συνέχεια, φωτισμένος από τον Θεό, σκέφθηκε πως μόνο μία πνευματική δύναμη υπάρχει, η οποία θα μποροῦσε να ενώσει το κράτος, να δώσει πνευματική δύναμη και να ενοποιήσει όλους τούς ἀνθρώπους˙ νά πιστεύουν στην ίδια πίστη. Και αυτή η πίστη ήταν η Ορθόδοξη πίστη, η οποία ήδη είχε δοκιμασθεί κατά τη διάρκεια των τριών πρώτων αιώνων των διωγμών της. Απέδειξε ο Χριστιανισμός πως δεν φοβάται τίποτε˙ ούτε το μαρτύριο, ούτε τον θάνατο. Και αποδείχθηκε εκείνη η δύναμη, η οποία είναι η μόνη ικανή να ικανοποιήσει τις ψυχές των ανθρώπων, ενωτική για τους ανθρώπους.
Ο Μέγας Κωνσταντίνος υπήρξε «Θεοῦ προνοίᾳ πρῶτος βασιλεὺς Χριστιανῶν». Ο πρώτος χριστιανός αυτοκράτορας με πρώτο σπουδαιότατο έργο του, το περίφημο Διάταγμα των Μεδιολάνων το 313 μ.Χ, με το οποίο καθιερώθηκε η αρχή της ανεξιθρησκείας, που ως κύριο στόχο είχε την κατοχύρωση της θρησκευτικής ελευθερίας για τον Χριστιανισμό. Χάρη, λοιπόν, στον Μέγα Κωνσταντίνο έπαψαν οι διωγμοί κατά των χριστιανών και έτσι μπόρεσαν οι χριστιανοί να λατρεύουν και να κηρύττουν ελεύθερα την αληθινή πίστη.
Δόθηκαν, ακόμη, προνόμια στους χριστιανούς. Χρηματοδοτήθηκε η ανεύρεση του Τιμίου Σταυρού με πρωτοστάτη την βασιλομήτορα Αγία Ελένη, καθώς επίσης και η ανέγερση πολλών μεγαλοπρεπών χριστιανικών ναών. Με τον Μέγα Κωνσταντίνο ο χριστιανισμός γνώρισε άνθηση και πλήθος ανθρώπων ασπάστηκαν την αληθινή πίστη και εγκατέλειψαν την πλάνη των ειδώλων. Ο Μέγας Κωνσταντίνος επικράτησε σε ανατολή και δύση και ίδρυσε την Κωνσταντινούπολη ως ένα υγιές κέντρο του χριστιανισμού από την οποία πολλοί λαοί γνώρισαν τον Χριστιανισμό. Αυτό δηλώνει το Απολυτίκιο «Βασιλεύουσαν πόλιν τῇ χειρί σου παρέθετο». Στην Κωνσταντινούπολη ο Βυζαντινός πολιτισμός και όλοι οι Ορθόδοξοι λαοί επηρεάστηκαν απ’ αυτόν.
Επιπλέον, όταν η Ορθόδοξη Εκκλησία κινδύνευε να χάσει την ενότητά της με την αίρεση του Αρείου ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος αναδεικνύεται όχι μόνο υπέρμαχος της ειρήνης, αλλά και της Ορθοδοξίας μέσα στην Εκκλησία. Συνεκάλεσε την Πρώτη Αγία και Οικουμενική Σύνοδο στη Νίκαια της Βιθυνίας το 325 μ.Χ., η οποία καταδίκασε και αναθεμάτισε την αίρεση του Αρειανισμού και τον πρωτομάχο και θεομάχο Άρειο, ανακηρύττοντας το Ομοούσιον τού Υιού και Λόγου τού Θεού με τον Θεό Πατέρα.
Ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος, παρόλο που η μητέρα του ήταν χριστιανή, ασπάστηκε τον χριστιανισμό προς το τέλος της ζωής του. Βέβαια, καθ’ όλη την πορεία της ζωής του διακρινόταν για την φιλοτιμία, την ευσπλαγχνικότητα, τη γενναιοδωρία πριν ακόμη βαπτισθεί χριστιανός. Η ψυχή του Κωνσταντίνου είχε γνωρίσει, από την χριστιανή μητέρα του αγία Ελένη, το φως του Χριστού. Είχε κατηχηθεί απ’ αυτή και ήταν προετοιμασμένος να δεχθεί το μήνυμα του Θεανθρώπου. Και πράγματι το εδέχθη. Προς το τέλος της ζωής του, ασθένησε σοβαρά και αφού μετανόησε ειλικρινά ζήτησε και έλαβε το άγιο Βάπτισμα.
Όταν φόρεσε τον λευκό χιτώνα του Βαπτίσματος δεν αφαίρεσε την ενδυμασία του αυτή μέχρι την κοίμησή του. Την βάπτισή του την θεωρούσε ως τη μεγαλύτερη ευεργεσία του Θεού προς αυτόν και η οποία υπήρξε το επισφράγισμα της ακλόνητης και ακράδαντης πίστεώς του.
Είθε αγαπητοί μου αδελφοί όλοι μας ανταποκρινόμενοι στην προσωπική κλήση που απευθύνει στον καθένα μας ο Κύριος, όποια αξιώματα και αν κατέχουμε, όσο υψηλό και αν είναι το κοινωνικό ή μορφωτικό μας επίπεδο, να κλίνουμε ευλαβικά και «ἐν ταπεινώσει» τον αυχένα της ψυχής και του σώματος στη θεία δύναμη, να ευαρεστούμε και να παρακαλούμε τον Θεό να μας δίνει τη Χάρη του, ώστε να βαδίζουμε εύρυθμα τον δρόμο του Θεού. Να επιδοθούμε στη ζωή και τη λατρεία της Αγίας μας Εκκλησίας, διότι η ένωση με τον Χριστό και με την Εκκλησία είναι ο επι γης Παράδεισος.
Μεταφέρουμε τον αναστάσιμο χαιρετισμό Χριστός Ανέστη, επιδαψιλεύοντας τις ευχές και ευλογίες του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου μας κ.κ. Χρυσοστόμου για κάθε προσωπική και οικογενειακή υγεία, χαρά και ευτυχία. Συμπροσευχόμαστε με όλους όπως ο Αναστάς Κύριος σύντομα μάς απαλλάξει και απελευθερώσει από την λοιμική νόσο ώστε όλοι μας να επιστρέψουμε και «ἐν ἐκκλησίαις» να υμνούμε και να δοξολογούμε τον εν Τριάδι Θεό. Αμήν.