Δημοσιεύθηκε: Πέμπτη 8 / 5 / 2025 , 5:17 από news_room
Ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας κ. Νίκος Χριστοδουλίδης υποδέχθηκε τον εξ Ελλάδος ομόλογο του , αξιότιμο Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας κ. Κωνσταντίνο Αν. Τασούλα στο Προεδρικό Μέγαρο στη Λευκωσία, το απόγευμα της Τετάρτης 7 Μαϊου 2025, στο πρώτο ταξίδι που πραγματοποιεί στο εξωτερικό μετά από την ανάληψη των καθηκόντων του στο αξίωμα της Προεδρίας της Ελληνικής Δημοκρατίας.
Ο Πρόεδρος Κ. Αν. Τασούλας έφθασε το απόγευμα στο Προεδρικό Μέγαρο, όπου τον υποδέχθηκε ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης, ενώ στρατιωτικό άγημα απέδιδε τιμές. Έγινε ανάκρουση του Εθνικού Ύμνου και, ακολούθως, ο Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας κατέθεσε στεφάνι στον ανδριάντα του Εθνάρχη Μακαρίου Γ’.
Στη συνέχεια, οι δύο Πρόεδροι είχαν κατ’ ιδίαν συνάντηση.
Καλωσορίζοντας τον Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας, εκ μέρους της Κυπριακής Δημοκρατίας και του κυπριακού λαού, ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης είπε: «Είναι μεγάλη τιμή που η πρώτη επίσκεψή σας εκτός Ελλάδας είναι στην Κύπρο. Μια επίσκεψη όχι μόνο συμβολικής, αλλά και ουσιαστικής σημασίας, λαμβάνοντας υπόψη τις αναβαθμισμένες ‒και το λέω με την έννοια του όρου‒ σχέσεις ανάμεσα στην Κύπρο και την Ελλάδα με τη θεσμοθέτηση του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας που έγινε το 2023, το οποίο αγγίζει θέματα εσωτερικής διακυβέρνησης, στα οποία για αρκετά χρόνια δεν δινόταν η πρέπουσα σημασία· λαμβάνοντας υπόψη τις εξελίξεις στην περιοχή μας, στην ευρύτερη Μέση Ανατολή· λαμβάνοντας υπόψη την κινητικότητα που υπάρχει στο Κυπριακό, που όπως ανέφερε και ο ίδιος ο Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών, πρόσφατα στη Γενεύη, μετά από επτά χρόνια υπάρχει αυτή η κινητικότητα, χωρίς να υποτιμούμε ή να παραβλέπουμε τις δυσκολίες και τις προκλήσεις, αλλά κάνουμε ό,τι είναι δυνατόν, για να υπάρξουν θετικές εξελίξεις· και τέλος, λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι η Κυπριακή Δημοκρατία, την 1η Ιανουαρίου του 2026, θα αναλάβει την Προεδρία του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), μια εθνική αποστολή, για την οποία προετοιμαζόμαστε, έτσι ώστε να φέρουμε, πρωτίστως, πιο κοντά τις χώρες της περιοχής στην ευρύτερη Μέση Ανατολή με την ΕΕ, αλλά, την ίδια στιγμή, να τρέξουμε ακόμη περισσότερο την ατζέντα της ΕΕ, και ειδικότερα, να έρθουμε πιο κοντά ως ΕΕ, να υπάρξει περαιτέρω ολοκλήρωση.
Γνωρίζετε καλά και από την πολύχρονη εμπειρία σας πως Κύπρος και Ελλάδα είναι θιασώτες μιας ακόμα πιο ισχυρής και πιο δυνατής Ευρώπης. Για τη χώρα μας, για την Κύπρο, η ένταξη στην ΕΕ ήταν η σημαντικότερη διπλωματική επιτυχία, η οποία κατέστη εφικτή με τη συμβολή και της Ελληνικής Κυβέρνησης αλλά και της Βουλής των Ελλήνων. Και θα ήθελα, εκ μέρους του κυπριακού λαού, να σας ευχαριστήσω και για αυτή τη διάσταση. Καλώς ορίσατε. Προσβλέπω στις συζητήσεις μας. Είναι ιδιαίτερη χαρά και τιμή που σας έχουμε μαζί μας.»
Από πλευράς του, ο Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας είπε: «Είμαι ευτυχής που βρίσκομαι σήμερα εδώ στην Κύπρο μαζί με τους συνεργάτες μου, μαζί με την αντιπροσωπία, και που πραγματοποιώ το πρώτο επίσημο ταξίδι μου εκτός Ελλάδος εδώ στην Κύπρο, ύστερα από την ευγενική πρόσκλησή σας.
Πράγματι, αυτή η επίσκεψη του Έλληνα Προέδρου της Δημοκρατίας δεν έχει τόσο όσο φαίνεται εθιμοτυπικό χαρακτήρα. Έχει συμβολικό και ουσιαστικό χαρακτήρα. Καταδεικνύει κάθε φορά την άρρηκτη σχέση, η οποία συνδέει τις δύο χώρες μας, και όπως πολύ σωστά είπατε, τώρα τελευταία, και σε περισσότερα θέματα εκτός του εθνικού ζητήματος. Και αυτό έχει νόημα γιατί προφανώς υπάρχουν και περισσότερα ζητήματα, για τα οποία θα συζητήσουμε. Είναι μια στιγμή σημασίας για το Κυπριακό ζήτημα. Πράγματι, μετά από επτά χρόνια σιωπής, ακινησίας, το θέμα ξανακινείται. Και ξανακινείται από τους πλέον αρμόδιους, από τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών. Η EE έχει δηλώσει το ενδιαφέρον της για μια λύση εντός του πλαισίου και των ορισμών των Ηνωμένων Εθνών.
Τώρα που είμαστε 51 χρόνια μετά από την παράνομη εισβολή και στρατιωτική κατοχή της Τουρκίας στο νησί, τώρα, έχει αξία να δυναμώσουμε ακόμη τη σχέση μας, να τη συσφίξουμε ακόμη περισσότερο, ενόψει του κοινού σκοπού. Προφανώς, δεν είμαστε ούτε ρομαντικοί αλλά ούτε και κυνικοί εν σχέσει με τους στόχους αυτής της επανεκκίνησης του διαλόγου. Είναι όμως μια εξέλιξη που αν τη συγκρίνεις με την επταετή σιωπή, με την επταετή ακινησία, δικαιούται κανείς να είναι αισιόδοξος, βλέποντας το πώς χειρίζεται και η Ελλάδα και η Κύπρος το ζήτημα. Το ζήτημα το χειρίζονται εντός του πλαισίου, επαναλαμβάνω, των αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, εντός του πλαισίου της μη παραδοχής των τετελεσμένων και εντός του πλαισίου μιας φιλοδοξίας η Κύπρος να επανενωθεί υπό τις συνθήκες, οι οποίες θα επιτρέψουν το ευρωπαϊκό κεκτημένο να το απολαύσουν όλοι οι κάτοικοί της, ασχέτως θρησκεύματος, ασχέτως οποιασδήποτε άλλης διακρίσεως.
Ευχαριστώ λοιπόν για την πρόσκληση. Ευχαριστώ για την υποδοχή και ευχαριστώ προκαταβολικά για τις συζητήσεις που θα κάνουμε, οι οποίες έχουν να κάνουν και με την ευρύτερη περιοχή. Έχετε πρόσφατη εμπειρία από μια κινητικότητα που αναπτύσσετε και στη Μέση Ανατολή αλλά και στα Βαλκάνια, ιδίως ενόψει και της Προεδρίας του πρώτου εξαμήνου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου από την Κύπρο, που είναι κι αυτό μια μεγάλη θετική πρόκληση για την εξέλιξη του εθνικού θέματος. Συνεπώς, προσβλέπω με μεγάλο ενδιαφέρον και είμαι βέβαιος ότι θα είναι παραγωγική η συζήτηση που θα ακολουθήσει ανάμεσά μας και ανάμεσα στους συνεργάτες μας.»
Στη συνέχεια, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας απένειμε στον Πρόεδρο Τασούλα το Μέγα Περιδέραιο του Τάγματος του Μακαρίου Γ’, την ανώτατη τιμητική διάκριση της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Απονέμοντας τη διάκριση, ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης είπε: «Αποτελεί ελάχιστη ένδειξη της εκτίμησής μας για την ανταπόκριση στην πρόσκλησή μου να είστε σήμερα μαζί μας.»
Από πλευράς του ο Πρόεδρος Τασούλας είπε: «Στα τόσο ευγενικά και γενναιόδωρα λόγια σας, επιτρέψτε μου να προσθέσω ότι δεν είναι μόνο ένδειξη τιμής για μένα, τεράστιας τιμής, αλλά είναι και ένδειξη μεγάλης ευθύνης να φέρω αυτό το παράσημο.»
Ακολούθησαν διευρυμένες συνομιλίες ανάμεσα στις αντιπροσωπίες των δύο χωρών
Δηλώσεις στα Μέσα Ενημέρωσης
Την αμέριστη στήριξη της Ελλάδας προς την Κύπρο εξέφρασε ο Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας κ. Κωνσταντίνος Τασούλας, ο οποίος πραγματοποιεί από σήμερα τριήμερη επίσημη επίσκεψη στην Κύπρο, την πρώτη του επίσκεψη μετά από την ανάληψη των καθηκόντων του, κατόπιν πρόσκλησης του Προέδρου της Δημοκρατίας κ. Νίκου Χριστοδουλίδη.
Μετά από τη συνάντηση των δύο Προέδρων, σήμερα το απόγευμα στο Προεδρικό Μέγαρο, και τις διευρυμένες συνομιλίες των αντιπροσωπιών των δύο χωρών, ακολούθησαν δηλώσεις τους στα ΜΜΕ.
Στις δηλώσεις του στα ΜΜΕ, ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης ανέφερε: «Είναι με αισθήματα ξεχωριστής τιμής και χαράς που σας υποδέχομαι σήμερα στην Κύπρο και στο Προεδρικό Μέγαρο, στο πρώτο σας ταξίδι, μετά την ανάληψη των καθηκόντων σας ως Προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας. Η επίσκεψή σας σήμερα εδώ, αγαπητέ φίλε Πρόεδρε, υπενθυμίζει με τον πλέον εμφαντικό τρόπο τους δεσμούς, αδελφικούς, απαραβίαστους και ακατάλυτους που ενώνουν την Κύπρο με την Ελλάδα. Πρόκειται για δεσμούς ιστορικούς, γλωσσικούς, θρησκευτικούς, πολιτιστικούς. Δεσμούς που πλέον έχουν καταστεί πλέον οριζόντιοι σε ό,τι αφορά τα θεσμικά και πολιτικά επίπεδα συνεργασίας μεταξύ μας και που έχουν ως στόχο την προώθηση των κοινών εθνικών μας επιδιώξεων.
Η παρουσία σας εδώ μαρτυρεί επίσης και τη διαχρονική έμπρακτη στήριξη της Ελλάδας προς την Κύπρο για διαφύλαξη και προάσπιση της εδαφικής ακεραιότητας και της κυριαρχίας της Κυριακής Δημοκρατίας. Γι’ αυτό τον λόγο, επιτρέψτε μου να εκφράσω, εκ μέρους της Κυβέρνησης και του Κυπριακού λαού, την ειλικρινή μας ευγνωμοσύνη για το γεγονός ότι η Ελλάδα είναι ο στενότερος και ο πλέον ανιδιοτελής συμπαραστάτης της Κύπρου στον αγώνα που διεξάγουμε για απελευθέρωση και επανένωση της πατρίδας μας.
Η παρουσία σας, κύριε Πρόεδρε, δεν έχει μόνο συμβολικό χαρακτήρα, αλλά και ουσιαστικό, αφού έρχεται να επιβεβαιώσει τον άριστο και συνεχή μεταξύ μας συντονισμό προς υλοποίηση ακόμα περισσότερων συνεργείων. Απτό παράδειγμα είναι η θεσμοθέτηση από το 2023 της διακυβερνητικής συνεργασίας μεταξύ Κύπρου και Ελλάδος, μιας ιστορικά θεσμικής τομής, η οποία άνοιξε ένα νέο, ευρύτερο πλαίσιο στρατηγικής συνεργασίας σε πεδία που αφορούν πρωτίστως την καθημερινότητα των πολιτών μας.
Η διακυβερνητική συνεργασία ενσαρκώνει την κοινή μας βούληση για σύγκλιση και αμοιβαία ενίσχυση και σε τομείς που άπτονται της εσωτερικής διακυβέρνησης, υπηρετώντας τους κορυφαίους στόχους της διοικητικής αποτελεσματικότητας, πάντα προς όφελος των πολιτών μας.
Με τον Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας σήμερα ανταλλάξαμε απόψεις γύρω από ζητήματα διμερούς ενδιαφέροντος, ξεκινώντας από θέματα συνεργασίας, τα οποία βρίσκονται σε πορεία υλοποίησης, βάσει των αποφάσεων της τελευταίας Διακυβερνητικής Συνόδου που πραγματοποιήθηκε στη Λευκωσία.
Η στενή συνεργασία των δύο χωρών στην Εκπαίδευση, την Υγεία, τον Πολιτισμό, τον Αγροτικό Τομέα, την Ψηφιακή Διακυβέρνηση αποφέρει καρπούς και βελτιώνει το επίπεδο ζωής των πολιτών μας. Σε αυτό το πλαίσιο, σημειώνω τη δρομολογημένη κάθοδο των ελληνικών πανεπιστημίων στην Κύπρο ως ένα από τα δεκάδες σημαντικά απορρέοντα της συνεχούς αναβαθμισμένης μας συνεργασίας.
Σήμερα υπογραμμίσαμε επίσης τη βαρύνουσα σημασία της συνεχούς και ειλικρινούς επικοινωνίας και διαβούλευσης μεταξύ Λευκωσίας και Αθήνας σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η οποία θα ενισχυθεί ακόμη περισσότερο ενόψει και της επερχόμενης Κυπριακής Προεδρίας του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) το πρώτο εξάμηνο του 2026.
Κύπρος και Ελλάδα τονίζουμε διαχρονικά την ανάγκη για ενεργότερη εμπλοκή και πιο ουσιαστικό ρόλο της ΕΕ στην περιοχή μας, αλλά και διεθνώς. Μιας Ένωσης γεωπολιτικά αυτόνομης, που θα διεκδικεί και θα υπηρετεί με αξιώσεις τα συμφέροντα των Ευρωπαίων πολιτών σε διεθνές επίπεδο. Εξάλλου, η αβεβαιότητα στον κόσμο, στο συνεχώς μεταβαλλόμενο διεθνές σύστημα, δεν αφήνει ανεπηρέαστη την ΕΕ και τα κράτη μέλη. Η παράνομη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, η κρίση στη Μέση Ανατολή, το μεταναστευτικό, η περιβαλλοντική κρίση είναι μόνο μερικές από τις σημερινές προκλήσεις που επηρεάζουν και την καθημερινότητα των πολιτών μας. Συνεπώς, η συνεργασία των δύο χωρών και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, μαζί φυσικά και με του άλλους εταίρους μας, οι οποίοι μοιράζονται κοινούς προβληματισμούς και ανησυχίες, καθίσταται απολύτως αναγκαία, ώστε να δημιουργήσουμε συνθήκες ασφάλειας για τους πολίτες μας.
Άλλωστε, η θέση της Κύπρου και της Ελλάδας σε μια ταραγμένη γεωπολιτικά περιοχή, στο σύνορο της Ευρώπης με την Αφρική, τη Μέση Ανατολή και την Ασία, δεν μας αφήνει άλλη επιλογή από το να λάβουμε αποτελεσματικές –και αυτό κάνουμε– και ουσιαστικές πρωτοβουλίες προς αντιμετώπιση των όποιων προκλήσεων.
Σε αυτό το πλαίσιο, να εκφράσω και την έντονή μου πεποίθηση, τη θέση της Κυπριακής Δημοκρατίας, που είναι και θέση της Ελληνικής Κυβέρνησης, για την ανάγκη να υπάρξει πανευρωπαϊκή συνεργασία σε θέματα Άμυνας και Ασφάλειας. Είναι πολύ σημαντικό η Κύπρος και η Ελλάδα να συνεχίσουμε τη στενή και παραγωγική μας συνεργασία και σε αυτό το θέμα εντός της ΕΕ, και να ηγηθούμε τόσο του εν λόγω διαλόγου όσο και των σχετικών δράσεων, αναβαθμίζοντας περισσότερο τον ρόλο μας στην Ανατολική Μεσόγειο ως παράγοντες σταθερότητας, ασφάλειας και ειρήνης.
Τέλος, όσον αφορά στο Κυπριακό, συζητήσαμε τις τελευταίες εξελίξεις μετά και από την πενταμερή συνάντηση της Γενεύης, αλλά και τον πρόσφατο διορισμό της κας Holguín ως προσωπικής απεσταλμένης του Γενικού Γραμματέα (ΓΓ), την οποία αναμένουμε πολύ σύντομα στην Κύπρο. Είναι κοινή η βούλησή μας να συνεχίσουμε να εργαζόμαστε για μια βιώσιμη και οριστική λύση, πάντα στο πλαίσιο των αποφάσεων των Ηνωμένων Εθνών (ΗΕ) και φυσικά των αρχών και αξιών της ΕΕ. Για μάς η παρούσα κατάσταση πραγμάτων δεν μπορεί να αποτελεί το μέλλον της Κύπρου.
Κλείνω, καλωσορίζοντάς σας για ακόμη μια φορά στην Κύπρο. Σας εκφράζω, τόσο τις προσωπικές μου ευχαριστίες όσο και σύσσωμου του Κυπριακού λαού για την ακλόνητη και διαχρονική στήριξη της Ελλάδος στον ακάματο αγώνα μας για τερματισμό της κατοχής, για απελευθέρωση, για επανένωση του τόπου και του λαού μας. Εύχομαι από καρδιάς καλή επιτυχία στο δύσκολο έργο σας προς υπεράσπιση των συμφερόντων του ελληνισμού, σε μια αποστολή, που όπως ο ίδιος έχετε πολύ εύστοχα χαρακτηρίσει “ενωτική και ρυθμιστική”.»
Από πλευράς του, ο Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας είπε: «Το γεγονός ότι η πρώτη επίσκεψη στο εξωτερικό του εκάστοτε Προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας είθισται να πραγματοποιείται στην Κύπρο, όπως φυσικά και το αντίστροφο, δεν αποτελεί απλώς μια εθιμοτυπική παράδοση. Αντανακλά σε συμβολικό, αλλά και σε ουσιαστικό επίπεδο την ύψιστη σημασία που αποδίδει η ελληνική πολιτεία σε στενές σχέσεις και στη συνεργασία της με την Κυπριακή Δημοκρατία. Ιδίως δε τους ακατάλυτους μακραίωνες δεσμούς μεταξύ Ελλαδιτών και Κυπρίων.
Με μεγάλη χαρά, λοιπόν, και ιδιαίτερη συγκίνηση βρίσκομαι σήμερα στην Κύπρο, στην πρώτη επίσημη επίσκεψή μου ως Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας, προκειμένου να μεταφέρω και να εκφράσω τα αισθήματα αγάπης και αλληλεγγύης του ελληνικού λαού προς τον κυπριακό λαό.
Σε καιρούς δύσκολους και απρόβλεπτους, σε ένα ταχέως μεταβαλλόμενο διεθνές περιβάλλον, όπου ακόμη και κάθε μέρα μπορούν να αλλάξουν τα δεδομένα, δυστυχώς συνήθως προς το χειρότερο, σταθερές δεκαετιών αμφισβητούνται και οι κρίσεις διαδέχονται η μια την άλλη, οι δυνάμεις του Ελληνισμού δεν μπορούν παρά να μείνουν ενωμένες, υπερασπιζόμενες με ρεαλισμό και με αυτοπεποίθηση τα δικαιώματα και τα συμφέροντά τους. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ποτέ ότι όταν μείναμε και όσο μείναμε ενωμένοι και εργαστήκαμε μαζί, πετύχαμε σημαντικές νίκες, όπως ήταν και η ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ.
Έτσι και σήμερα, Ελλάδα και Κύπρος, Κύπρος και Ελλάδα συνομιλούν με ειλικρίνεια και συνεργάζονται ίσως πιο στενά από ποτέ, αυξάνοντας από κοινού και πολλαπλασιαστικά το γεωπολιτικό τους εκτόπισμα, τη γεωπολιτική τους απήχηση. Αυτό ήταν άλλωστε η κοινή διαπίστωσή μας με τον αγαπητό Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας, κατά τις ιδιαιτέρως εποικοδομητικές συζητήσεις που προηγήθηκαν.
Οι δύο χώρες μας, ως ισότιμα μέλη της ΕΕ και αξιόπιστοι εταίροι τόσο διμερώς όσο και σε περιφερειακά, τριμερή και πολυμερή σχήματα συνεργασίας, αποτελούν πυλώνες σταθερότητας και ασφάλειας στην ταραγμένη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, δυναμώνοντας διαρκώς τη φωνή και την απήχησή τους.
Φυσικά, με τον Πρόεδρο Χριστοδουλίδης συζητήσαμε για τις τελευταίες εξελίξεις στο εθνικό θέμα μετά από την άτυπη πολυμερή συνάντηση στη Γενεύη, καθώς και την πρόσφατη συνάντησή του με τον ηγέτη της τουρκοκυπριακής κοινότητας. Στο πλαίσιο αυτό, εξέφρασα την ικανοποίησή μου για τον διορισμό της προσωπικής απεσταλμένης του ΓΓ των ΗΕ, της κας Holguín, γεγονός που αποδεικνύει ότι παρά τις όποιες προσπάθειες πρόκλησης νέων τετελεσμένων, το Κυπριακό έχει επανέλθει δυναμικά στην ατζέντα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ).
Θα ήθελα να διατρανώσω και από αυτό το βήμα ότι η Ελλάδα παραμένει άοκνος συμπαραστάτης της Κυπριακής Δημοκρατίας στον ειρηνικό της αγώνα για τερματισμό της παράνομης τουρκικής κατοχής και επανένωση της Κύπρου σε ένα κράτος ευρωπαϊκό και δημοκρατικό, σεβόμενο πλήρως τα δικαιώματα και τις ελευθερίες όλων των νόμιμων κατοίκων του. Με τον Πρόεδρο Χριστοδουλίδη συμφωνήσαμε ότι μόνος δρόμος προς αυτήν την κατεύθυνση είναι η επανέναρξη των συνομιλιών με στόχο την εξεύρεση μιας δίκαιης, βιώσιμης και λειτουργικής λύσης του κυπριακού ζητήματος, εντός του πλαισίου των αποφάσεων των ΗΕ, αλλά και του ευρωπαϊκού κεκτημένου.
Μιας λύσης που θα απαλλάξει διαπαντός την Κυπριακή Δημοκρατία και τον λαό της από τα στρατεύματα κατοχής και από το άκρως αναχρονιστικό σύστημα των εγγυήσεων και των δικαιωμάτων επέμβασης. Μιας λύσης διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας με μια κυριαρχία, μια διεθνή προσωπικότητα και μια ιθαγένεια.
Δεν θα κουραστούμε να επαναλαμβάνουμε τα αυτονόητα έως την τελική δικαίωση. Η παραβίαση των θεμελιωδών αρχών του Χάρτη των ΗΕ, η χρήση ένοπλης βίας, η κατοχή εδαφών και η καταπάτηση ανθρωπίνων δικαιωμάτων δεν μπορούν ποτέ να παραγάγουν δίκαιο και, ως εκ τούτου, δεν μπορούν ποτέ να γίνουν αποδεκτές. Συνεπώς, η διχοτομική, η αποσχιστική ρητορική περί λύσης δύο κρατών δεν μπορεί παρά να απορρίπτεται.
Συμφωνήσαμε επίσης ότι η διατήρηση των διαύλων επικοινωνίας μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας θα μπορούσαν δυνητικά να συμβάλουν στη δημιουργία προϋποθέσεων για την επανεκκίνηση του διαλόγου στο Κυπριακό, υπό την προϋπόθεση, βέβαια, ότι η άλλη πλευρά θα αποφύγει κάθε ενέργεια για διαμόρφωση τετελεσμένων, όπως επιχειρήθηκε κατά την πρόσφατη παρουσία του Τούρκου Προέδρου [στα κατεχόμενα].
Τόσο η Τουρκία όσο και τουρκοκυπριακή πλευρά οφείλουν να κατανοήσουν ότι ο δρόμος της ευρωπαϊκής τους πορείας, της ευημερίας και της ανάπτυξης περνά από τον σεβασμό στο Διεθνές Δίκαιο και το γκρέμισμα του τελευταίου τείχους που χωρίζει στα δύο μια ευρωπαϊκή πρωτεύουσα. Μια ευρωπαϊκή πρωτεύουσα μιας χώρας που το πρώτο εξάμηνο του επόμενου έτους θα προεδρεύει του Συμβουλίου της ΕΕ σε μια εθνική αποστολή. Αναμένουμε, λοιπόν, από την άλλη πλευρά να αδράξει την ευκαιρία που παρουσιάζεται, επιδεικνύοντας την απαιτούμενη εποικοδομητική στάση, προκειμένου να επανεκκινήσει η διαπραγματευτική διαδικασία, χωρίς προαπαιτούμενα και τελεσίγραφα.
Πέραν του εθνικού θέματος, με τον Πρόεδρο ανταλλάξαμε απόψεις για τη διμερή συνεργασία, η οποία εκτείνεται σε πλήθος τομέων, από την άμυνα και την ενέργεια έως την εκπαίδευση και την πολιτική προστασία και την υγεία. Ενημερώθηκα δε, με μεγάλη ομολογουμένως ικανοποίηση, για τις τελευταίες εξελίξεις, σε συνέχεια της δεύτερης Διακυβερνητικής Συνόδου Ελλάδος-Κύπρου, η οποία έλαβε χώρα προ μηνών στη Λευκωσία, αποτελώντας το επιστέγασμα των προσπαθειών των δύο Κυβερνήσεων να παραγάγουν απτά αποτελέσματα προς όφελος των λαών μας, όπως, παραδείγματος χάρη, ένα μόνο παράδειγμα αναφέρω, στον τομέα της συνεργασίας της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης.
Είχαμε την ευκαιρία να συζητήσουμε για τις διεθνείς και περιφερειακές εξελίξεις που επηρεάζουν το γεωπολιτικό μας περιβάλλον. Στο πλαίσιο αυτό, ο κ. Πρόεδρος μάς ενημέρωσε για το πρόσφατο ταξίδι του στη Μέση Ανατολή. Κοινή είναι η ανησυχία μας για το ενδεχόμενο περαιτέρω κλιμάκωσης της έντασης, όπως και η διαπίστωσή μας για την ανάγκη ταχείας κατάπαυσης του πυρός, επανέναρξης της ροής ανθρωπιστικής βοήθειας στη Γάζα, στο οποίο έχετε συμβολή, όπως και η Ελλάδα, επανέναρξης της αναζήτησης τρόπων απελευθέρωσης όλων ανεξαιρέτως των ομήρων. Μόνο έτσι θα μπορούσαν να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για τη διαμόρφωση ενός πολιτικού ορίζοντα με στόχο τη λύση δύο κρατών, σύμφωνα με τις αποφάσεις του ΟΗΕ. Αυτό ήταν άλλωστε και το μήνυμα προς τον Πρόεδρο της Αιγύπτου σήμερα το πρωί, σε συνάντηση που είχα μαζί του στην Αθήνα, για το περιεχόμενο της οποίας ενημέρωσα τον φίλο Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Ομοίως συμφωνήσαμε ως προς την ανάγκη συνέχισης στήριξης της Ουκρανίας, καθώς και των προσπαθειών ειρήνευσης, πάντα με σεβασμό στους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου και χωρίς να αγνοούμε τη βούληση του ουκρανικού λαού. Συμμεριζόμαστε την άποψη ότι οι ραγδαίες γεωπολιτικές εξελίξεις και ανακατατάξεις τονίζουν την ανάγκη ενίσχυσης της ευρωπαϊκής στρατηγικής αυτονομίας και προώθησης των σχεδίων για μια κοινή επιτέλους ευρωπαϊκή άμυνα με τρόπο, όμως, που θα λαμβάνει υπόψη τα συμφέροντα ασφαλείας και τις ανησυχίες όλων ανεξαιρέτως των κρατών της.
Καταλήγοντας, θα μου επιτρέψετε να επισημάνω ότι πέραν της διακυβερνητικής μας συνεργασίας ή της κοινής μας συμμετοχής σε δράσεις σε διεθνείς ή περιφερειακούς οργανισμούς και σχήματα, τα στοιχεία που δένουν βαθιά Ελλαδίτες και Κυπρίους δεν είναι άλλα από την κοινή μας γλώσσα, τις ιστορικές μας ρίζες και τον πολιτισμό μας. Και αναφέρομαι σε μια πρόσφατη, πολύ σημαντική και πολύ ευχάριστη είδηση από την UNESCO, η οποία ψήφισε και αποφάσισε να αφιερώσει ως Παγκόσμια Ημέρα της Ελληνικής Γλώσσας την 9η Φεβρουαρίου, την ημέρα θανάτου του εθνικού ποιητή Σολωμού. Αυτήν την κληρονομιά της γλώσσας, των ιστορικών ριζών και του πολιτισμού μας, αυτήν την κληρονομιά οφείλουμε όλοι να διαφυλάξουμε και να μεταλαμπαδεύσουμε στις επόμενες γενιές Ελλήνων. Η Ελλάδα δεν θα πάψει να στέκεται στο πλευρό σας. Μαζί θα συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε για την ειρήνη, την ελευθερία και την ευημερία του κυπριακού ελληνισμού. Η Κύπρος, μπορώ να σας το βεβαιώσω, θα βρίσκεται πάντα στην καρδιά του καθενός από εμάς. Και αυτό το μήνυμα κομίζω σήμερα εδώ.»
Στη συνέχεια, ο Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας, ερωτηθείς τι περιθώρια αισιοδοξίας υπάρχουν μέχρι την πραγματοποίηση της διευρυμένης συνόδου στη Γενεύη τον προσεχή Ιούλιο, με δεδομένη τη συνεχιζόμενη θέση της τουρκικής ηγεσίας για λύση δύο κρατών στην Κύπρο, είπε: «Δεν είναι θέμα αισιοδοξίας ή απαισιοδοξίας, είναι θέμα να αντιληφθούμε σε ποιο πλαίσιο γίνεται η επανέναρξη των συνομιλιών. Αυτό το πλαίσιο το έχει καθορίσει ΟΗΕ, αυτό το πλαίσιο το υποστηρίζει η ΕΕ ρητώς και συμπράττει σε αυτό. Και αυτό το πλαίσιο έχει να κάνει με μια εντελώς διαφορετική παραδοχή από αυτήν τη μονότονη και μοναχική διεθνώς άποψη περί δύο κρατών.
Εδώ μιλάμε για μια αντίληψη ότι πρέπει να αντιμετωπιστεί ένα διεθνές ζήτημα παράνομης εισβολής και κατοχής, και πρέπει να αντιμετωπιστεί επίσης αυτό το ζήτημα ως ευρωπαϊκό πρόβλημα, ως ευρωπαϊκό ζήτημα που απασχολεί την Ευρώπη, και μέσα από αυτό τον ορισμό και την περιγραφή της αναζήτησης λύσης, και της αναζήτησης ποιο είναι το πρόβλημα τελικά, νομίζω θα οδηγηθούμε προς καλύτερες εκδοχές και καλύτερους και πιο αξιόπιστους διαλόγους.
Δεν φοβάμαι ότι τελικά αυτό θα εμποδίσει τη συνέχιση του διαλόγου. Ούτε θεωρώ ότι ο διάλογος που ξεκίνησε έχει μια μέχρι στιγμής συναρπαστική εξέλιξη, αλλά η συνέχισή του, η συνέχιση του οποίου έχει προεξοφληθεί, ο διορισμός της κας Holguín από τον ΓΓ του ΟΗΕ, η αντίληψη του ΟΗΕ και της Ευρώπης, του Συμβουλίου Ασφαλείας, με την πρόσφατη απόφασή του που πήρε με τη συμμετοχή και της Ελλάδος ως μη μόνιμου μέλους του, όλα αυτά δείχνουν ότι η περιγραφή του προβλήματος και η αναζήτηση λύσης είναι σε άλλη περιγραφή από αυτή που μου δώσατε εν σχέσει με την παρουσία του Τούρκου Προέδρου στα κατεχόμενα.
Συνεπώς, πιστεύω πως όντας ενωμένοι, όντας αισιόδοξοι, όντας φιλόδοξοι, ότι αυτό το οποίο συμβαίνει σήμερα δεν πρόκειται να είναι η αιώνια, η μόνιμη μοίρα της Κύπρου. Θα τολμούσα να σας πω ότι, ναι, τελικά είμαι αισιόδοξος ότι ένας κόσμος, ο οποίος μαστίζεται από αναθεωρητισμούς, ο οποίος μαστίζεται από παραβιάσεις του Διεθνούς Δικαίου, ένας κόσμος ο οποίος μαστίζεται από μια αβεβαιότητα, αυτός ο κόσμος περιμένει λύσεις, οι οποίες δεν θα επιβραβεύσουν αυτά από τα οποία μαστίζεται.»
Ερωτηθείς πώς οι δύο χώρες μπορούν να πείσουν την ΕΕ να έρθει πιο κοντά στην περιοχή, ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης είπε: «Ακριβώς αυτό κάνουμε όλο αυτό τον καιρό και υπάρχουν αποτελέσματα. Να σας παραπέμψω, για παράδειγμα, στη στρατηγική συμφωνία της Αιγύπτου με την ΕΕ, ένα αποτέλεσμα πρωτοβουλίας της Κύπρου και της Ελλάδος, έτσι ώστε να γίνει αυτή η στρατηγική συμφωνία. Το ίδιο με την Ιορδανία. Να σας θυμίσω στο πλαίσιο αυτό και την πρόσκληση από πλευράς Κυπριακής Δημοκρατίας για παρουσία του Βασιλιά της Ιορδανίας στη Σύνοδο των εννέα Μεσογειακών κρατών μελών της ΕΕ, που ήταν παρούσα και η Πρόεδρος της [Ευρωπαϊκής] Επιτροπής. Να σας θυμίσω το κοινό μου ταξίδι με την Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στον Λίβανο, όταν είχαμε να αντιμετωπίσουμε εκείνη την καθημερινή πρόκληση με την άφιξη μεταναστών από τη γειτονική χώρα.
Η ευρύτερη Μέση Ανατολή –συμπεριλαμβάνονται και οι χώρες του Κόλπου– είναι η γειτονιά της ΕΕ. Πολλές από τις προκλήσεις που συζητούμε σε επίπεδο ευρωπαϊκό προέρχονται από αυτήν εδώ τη γειτονιά, άρα, οφείλουμε, ως ΕΕ, ειδικότερα αν θέλουμε να έχουμε έναν γεωπολιτικό ρόλο, να είμαστε πρωταγωνιστές στις εξελίξεις στην περιοχή. Και πρωταγωνιστής δεν σημαίνει να επιβάλλεις την άποψή σου. Πρωταγωνιστής σημαίνει να προσεγγίζεις τις χώρες της περιοχής μέσα από μια εποικοδομητική, μια θετική προσέγγιση και μέσα από έναν διάλογο να είμαστε μαζί, για να αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις.
Σήμερα ο Αιγύπτιος Πρόεδρος επισκέφθηκε την Ελλάδα, πριν από λίγο καιρό ήμασταν εμείς στην Αίγυπτο. Το γεγονός, για παράδειγμα, ότι η Αίγυπτος, η οποία φιλοξενεί έναν αριθμό εννέα εκατομμυρίων μεταναστών και δεν βλέπουμε μια βάρκα να φεύγει από την Αίγυπτο, τί σημαίνει αυτό; Ποιος είναι ο λόγος που αυτό συμβαίνει; Αυτό συμβαίνει ακριβώς γιατί ως ΕΕ, μέσα από τη στρατηγική συμφωνία, δώσαμε την πρέπουσα σημασία στην Αίγυπτο. Και, επαναλαμβάνω, είναι ο φυσικός μας χώρος. Ως Προεδρία, θα ανακοινώσουμε περί τις 30 Μαΐου συγκεκριμένα τις προτεραιότητές μας, αλλά, ναι, έχουμε συγκεκριμένες ιδέες που επεξεργαζόμαστε. Για αυτό γίνονται και όλα αυτά ταξίδια προετοιμασίας, όπως και το προχθεσινό, σε σχέση με το πώς να έρθουμε πιο κοντά με τις χώρες της περιοχής, όχι απλά με διακηρύξεις και ωραίες δηλώσεις, αλλά μέσα από συγκεκριμένα αποτελέσματα.
Στην προηγούμενη ερώτηση θέλω να προσθέσω κάτι περί των δηλώσεων του κ. Erdoğan. Αυτές οι δηλώσεις –θέλω να πάμε λίγο πριν από τη διάσκεψη της Γενεύης– γίνονταν και τότε. Έλεγαν ότι δεν θα γίνει πολυμερής διάσκεψη, έλεγαν ότι δεν θα υπάρξει διορισμός από τον ΓΓ των ΗΕ.
Εμείς, που είναι η δική μας η πατρίδα υπό κατοχή, εμείς που πιστεύουμε ότι η παρούσα κατάσταση πραγμάτων δεν διασφαλίζει το μέλλον και των Ελληνοκυπρίων και των Τουρκοκυπρίων, το ασφαλές μέλλον σε τούτη τη χώρα, κάνουμε ό,τι είναι δυνατόν, έτσι ώστε να προκύψουν εξελίξεις και δεδομένα. Και, ναι, ήταν οι δικές μας ενέργειες που οδήγησαν στην πραγματοποίηση αυτής της πενταμερούς διάσκεψης, στον διορισμό της προσωπικής απεσταλμένης, της κοινής επιστολής της Προέδρου της [Ευρωπαϊκής] Επιτροπής και του Προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου το πρωί, πριν αρχίσει αυτή η πολυμερής διάσκεψη, η οποία [επιστολή] έθετε το πλαίσιο της λύσης του Κυπριακού. Αυτοί που δεν επιθυμούν εξελίξεις, εξελίξεις πάντοτε προς την κατεύθυνση επίλυσης και επανένωσης της Κύπρου, μπορούν πολύ εύκολα να κρυφτούν πίσω από τις απαράδεκτες τουρκικές θέσεις και αξιώσεις.
Σε καμία απολύτως περίπτωση δεν ωραιοποιούμε την κατάσταση. Γνωρίζουμε καλύτερα από οποιονδήποτε άλλον τις δυσκολίες, τις προκλήσεις και τα δεδομένα. Την ίδια στιγμή γνωρίζουμε ότι έχουμε υποχρέωση απέναντι στον κυπριακό λαό να πράξουμε ό,τι είναι δυνατόν, για να επανενώσουμε την πατρίδα μας. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη εθνική αποστολή, τον μεγαλύτερο εθνικό στόχο και θέλω, με αφορμή και την παρουσία του Προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας στην Κύπρο, να επαναλάβω ότι από δικής μας πλευράς, στη βάση ενός ξεκάθαρου σχεδιασμού, θα κάνουμε ό, τι χρειάζεται, ό,τι είναι δυνατόν, αξιοποιώντας πάντα τη διπλωματία φυσικά, θέλω να το ξεκαθαρίσω, ώστε να πετύχουμε την επανέναρξη των συνομιλιών και την επίλυση του Κυπριακού στη βάση του συμφωνημένου πλαισίου και φυσικά των αρχών και αξιών της ΕΕ.»
Το απόγευμα-βράδυ της ίδιας ημέρας Τετάρτη, 7 Μαϊου ο αξιότιμος Κύπριος Πρόεδρος Ν. Χριστοδουλίδης παρέθεσε επίσημο δείπνο στον εξ Ελλάδος ομόλογο του παρουσία της πρώτης κυρίας της Κύπρου. Ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης κατά το δείπνο ανέφερε πως το αμέσως επόμενο διάστημα η Κυπριακή Δημοκρατία θα δρομολογήσει πρωτοβουλίες για αναγνώριση του έργου και της σπουδαιότητας της αποστολής της Ελληνικής Δύναμης Κύπρου (ΕΛ.ΔΥ.Κ), και ειδικότερα για τα 105 παιδιά που έπεσαν το 1974, εκ των οποίων οι 58 παραμένουν μέχρι σήμερα αγνοούμενοι, ανακοίνωσε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Νίκος Χριστοδουλίδης, σημειώνοντας τις αδελφικές και ακλόνητες σχέσεις Κύπρου-Ελλάδας.
Στην πρόποσή του, κατά το επίσημο δείπνο που παρέθεσε στο Προεδρικό Μέγαρο προς τιμήν του Προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας κ. Κωνσταντίνου Αν. Τασούλα, ο οποίος πραγματοποιεί επίσημη επίσκεψη στην Κύπρο, ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης είπε, μεταξύ άλλων, ότι «η βαθιά μας ευγνωμοσύνη για την αταλάντευτη στάση της Ελλάδας είναι πέρα για πέρα ξεκάθαρη, όπως ξεκάθαρη είναι και η στοχοπροσήλωσή μας στην περαιτέρω σύσφιξη των διμερών μας σχέσεων, οι οποίες διάγουν ομολογουμένως μια εξαιρετικά εντυπωσιακή περίοδο. Το ίδιο ακριβώς ισχύει για το άριστο επίπεδο συνεργασίας μας σε περιφερειακό και ευρωπαϊκό επίπεδο, η οποία αποβλέπει στο να καταστήσει τη Λευκωσία και την Αθήνα ως τους πλέον αξιόπιστους εταίρους στην περιοχή, ως γέφυρες συνεννόησης και επικοινωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) και των κρατών της Μέσης Ανατολής».
Και πρόσθεσε: «Θα ήθελα απόψε να κάνω μια ιδιαίτερη αναφορά σε όλους αυτούς, στους οποίους από κοινού χρωστάμε τα προνόμια της ελευθερίας και της δημοκρατίας που απολαμβάνουμε σήμερα, και αναφέρομαι στους ηρωικώς αγωνισαμένους και ενδόξως πεσόντες για την ελευθερία της Κύπρου Ελλαδίτες αδερφούς μας, οι οποίοι με τη θυσία τους τίμησαν “το όμαιμον, το ομόγλωσσον, το ομόθρησκον και το ομότροπον”.
Σε αυτό το πλαίσιο, ειδική μνεία οφείλουμε και θα χρωστάμε εσαεί στην Ελληνική Δύναμη Κύπρου, στους αγώνες και στην έμπρακτη προσφορά της, και χαίρομαι ιδιαίτερα για την παρουσία σας απόψε κ. Διοικητά. Ως Κυπριακή Δημοκρατία, το αμέσως επόμενο διάστημα θα δρομολογήσουμε πρωτοβουλίες προς την κατεύθυνση της αναγνώρισης του έργου και της σπουδαιότητας της αποστολής σας, ειδικότερα για τα 105 παιδιά που έπεσαν το 1974, εκ των οποίων οι 58 παραμένουν μέχρι σήμερα αγνοούμενοι.»
Τέλος, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είπε ότι ο Πρόεδρος Τασούλας είναι «μια εξέχουσα προσωπικότητα της πολιτικής ζωής της Ελλάδας, προερχόμενη από το άλλο άκρο του ελληνισμού, την Ήπειρο, με πολυσχιδές έργο σε αυτοδιοικητικό, κοινοβουλευτικό και θεσμικό επίπεδο», εκφράζοντας την πεποίθηση ότι η πολύχρονη πολιτική του εμπειρία και η σταθερή προσήλωσή του στην προάσπιση των συμφερόντων του ελληνικού λαού αποτελούν τα ισχυρότερα εχέγγυα επιτυχίας της αποστολής του.
Από πλευράς του, στη του δική του πρόποση, ο Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας είπε, μεταξύ άλλων, ότι η πρώτη του επίσημη επίσκεψη από την ανάληψη των καθηκόντων του πραγματοποιείται, ενώ συνεχίζεται για πέραν του μισού αιώνα η παράνομη τουρκική κατοχή της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η εξεύρεση λύσης του Κυπριακού και ο τερματισμός της κατοχής, πρόσθεσε, αποτελεί κοινό στόχο Κύπρου-Ελλάδας, εκφράζοντας την ισχυρή πεποίθηση ότι μπορεί να επιτευχθεί.
Και επισήμανε: «Οι απαράδεκτες θέσεις και αξιώσεις που επιχειρούν να νομιμοποιήσουν τα τετελεσμένα της εισβολής και κατοχής δεν πρόκειται να εξασθενήσουν τη δική μας αταλάντευτη κοινή προσήλωση στον στόχο επανέναρξης των διαπραγματεύσεων για την εξεύρεση αμοιβαία αποδεκτής λύσης στο Κυπριακό, στο πλαίσιο των σχετικών αποφάσεων του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ). Λύσης που θα απαλλάξει την Κυπριακή Δημοκρατία και τον κυπριακό λαό από τα κατοχικά στρατεύματα και από το αναχρονιστικό σύστημα των εγγυήσεων και των δικαιωμάτων επέμβασης της Τουρκίας ή οποιουδήποτε άλλου στις κυπριακές υποθέσεις, που θα διασφαλίζει τα δικαιώματα των εκτοπισθέντων και των οικογενειών τους και που θα επιτρέπει την απρόσκοπτη εφαρμογή του ευρωπαϊκού κεκτημένου σε ολόκληρη την επικράτεια της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Ελλάδα και Κύπρος θα συνεχίσουμε να υποστηρίζουμε ενεργά και πλήρως τις προσπάθειες, υπό την αιγίδα του Γενικού Γραμματέα (ΓΓ) του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ), για την επανεκκίνηση των διαπραγματεύσεων. Ευελπιστούμε ότι στην κατεύθυνση αυτή θα κινηθούν όλες οι πλευρές, καθώς αυτό προτάσσει το συμφέρον και η ευημερία του συνόλου του κυπριακού λαού.»
Τέλος, ανέφερε ότι η Κυπριακή Δημοκρατία, παρά το Κυπριακό, είναι μια ευημερούσα χώρα στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) που διαδραματίζει ολοένα και μεγαλύτερο ρόλο ως πυλώνας σταθερότητας, ειρήνης και ευημερίας στην Ανατολική Μεσόγειο.