Δημοσιεύθηκε: Δευτέρα 11 / 11 / 2024 , 5:25 από news_room
Η Α. Θ. Παναγιότης ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος, την Κυριακή, 10 Νοεμβρίου 2024, προεξήρχε της Θείας Λειτουργίας στον Ι. Μητροπολιτικό Ναό του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Δημητρίου Πριγκήπου, κατά την οποία τελέστηκε Μνημόσυνο για τον προκάτοχό του αοίδιμο Οικουμενικό Πατριάρχη Γρηγόριο Ζ΄, ιδρυτή της Ι. Μητροπόλεως Πριγκηποννήσων και τους αειμνήστους ποιμενάρχες αυτής.
Με τον Παναγιώτατο συλλειτούργησαν οι Μητροπολίτες Σεβασμιώτατοι Γέρων Πριγκηποννήσων κ. Δημήτριος, Μυριοφύτου και Περιστάσεως κ. Ειρηναίος, Μύρων κ. Χρυσόστομος, Ιλίου, Αχαρνών και Πετρουπόλεως κ. Αθηναγόρας, Καλλιουπόλεως και Μαδύτου κ. Στέφανος, Κυδωνιών κ. Αθηναγόρας, Σηλυβρίας κ. Μάξιμος, Σμύρνης κ. Βαρθολομαίος, και Σελευκείας κ. Θεόδωρος.
Τον επιμνημόσυνο λόγο κήρυξε ο Σεβ. Μητροπολίτης Φιλαδελφείας κ. Μελίτων, ο οποίος, μεταξύ άλλων, τόνισε:
“Ύμνος βρότειος άπας αληθώς ηττάται συνεκτείνεσθαι σπεύδων ενώπιον του βιουμένου θεοπρεπούς και ξένου μυστηρίου. Διότι κατά τον αιώνα τούτον και εν Πριγκηποννήσοις ηγέρθησαν τρόπαια έμψυχα και άψυχα, εχθροί ποικιλώνυμοι κατέπεσαν και απερρύησαν και η δόξα Κυρίου εις τον περίκλυτον τούτον Ναόν του Αγίου Δημητρίου, το σέμνωμα της νήσου ταύτης και της οικουμένης όλης και των Πριγκηπιανών, αστράπτει. Διότι, ενταύθα ιερουργείται το μυστήριον της ζωής και της αθανασίας, υπό θεοσόφων Ποιμένων, οίτινες οδηγούν τον λαόν προς τρίβους αφθαρσίας, προς της αγάπης τον ακρότατον όρον, άλλοτε σταλαγμούς δακρύων προσφέροντες, πάντοτε αγάπης μέρισμα ιερουργούντες αρρήτως και ανεκφράστως. Ότι ενταύθα αίδιος ευφροσύνη δοξολογίας του «ανεικάστου πλήθους των οικτιρμών» του Κυρίου των μακαρίως φοβουμένων Αυτόν και τας τρίβους των εντολών Αυτού βαδιζόντων. Και εκείσε, ένθα αναπαύονται Γρηγόριος ο Ζ΄και Αγαθάγγελος, Θωμάς, Δωρόθεος, Κωνσταντίνος, Αγάπιος, Καλλινίκος, Συμεών και Ιάκωβος οι μακάριοι Ιεράρχαι, ευλαβείς λευίται της Χάριτος και λαός Ορθόδοξος πιστός και ευσεβής, Ρωμηοί ευλογημένοι, οι οποίοι άλλοτε εν πειρασμοίς, άλλοτε εν κινδύνοις, άλλοτε εν χαρά και αγαλλιάσει επί τε τοις ιδίοις κατορθώμασι και ιδία επί τη θεόθεν παρεχομένη εύλογία μακράν και καρποφόρον επεδείξαντο πολιτείαν και «σπείραντες εν δάκρυσιν ενθέοις, θερίζουν νυν στάχυας εν χαρά αειζωίας και τα βραβεία της νίκης» και τα «γέρα των βεβιωμένων».
Διό και ημείς οι περιλειπόμενοι σήμερον, η Παναγιότης Σας, η σεβασμία Ιεραρχία, ο κλήρος και ο λαός, και ο νυν ευπρεπώς, θεαρέστως, δημιουργικώς και ανυστάκτως επαγρυπνών επί το στίγμα αυτών Ποιμενάρχης των Πριγκηποννήσων αδελφός Δημήτριος, οι πολλοί βλεφάροι ιδόντες, πάντες όμως καρδίας πόθω πεπιστευκότες, παγκόσμιον πλέκομεν χορείαν και ως άλλοι τρισόλβιοι Παίδες υμνούμεν και υπερυψούμεν τους διά πυρός και σιδήρου δοκιμασθέντας και μαρτυρήσαντας, αρετήν περιζωσαμένους, πράξιν και θεωρίαν μοναδικήν. Απέβησαν μεμαρτυρημένως οι αείμνηστοι Ιεράρχαι των πιστών αναμφίβολον καύχημα, καταδείξαντες εμπράκτως μωρίαν τας των ποικίλων συζητητών κρίσεις διά τα καθ’ ημάς και μαρασμόν τους ποικίλους μύθους των ποιητών ουχί έργων αλλά κρίσεων και επικρίσεων, διό και επληρώθησαν αι σαγήναι των ολίγων, του «μικρού ποιμνίου», θεικής αγαθότητος και ελπίδων, κατέστησαν δε την Ιεράν ταύτην Μητρόπολιν κιβωτόν σωτηρίας, ασάλευτον πύργον και τείχος απόρθητον, ως μαρτυρεί η σημερινή όψις της.”
Εκκλησιάστηκαν οι Αρχιερείς Σεβ. Γέρων Δέρκων κ. Απόστολος, Ανθηδώνος κ. Νεκτάριος, Επίτροπος του Πανάγιου Τάφου στην Πόλη, Σαράντα Εκκλησιών κ. Ανδρέας και ο Θεοφιλ. Αραβισσού κ. Κασσιανός, ο Εξοχ. Πρέσβυς κ. Κωνσταντίνος Κούτρας, Γενικός Πρόξενος της Ελλάδος στην Πόλη, Άρχοντες Οφφικιάλιοι της Μ.τ.Χ.Ε., ομογενειακοί κοινοτικοί παράγοντες, και πλήθος πιστών από τα Πριγκηπόννησα, την Πόλη και όμιλος προσκυνητών από την Φλώρινα. Επίσης, παρέστη ο Δήμαρχος Πριγκηποννήσων (Adalar) Εντιμ. κ. Ali Ercan Akpolat.
Στην ομιλία του o Οικουμενικός Πατριάρχης επεσήμανε, μεταξύ άλλων, τα εξής:
“Ποτέ η ιστορία της Εκκλησίας δεν ήτο ειδυλλιακή, καθ’ ότι είναι συνυφασμένη μετά των αεί απροβλέπτων ιστορικών εξελίξεων. Ευδοκεί όμως πάντοτε ο πανσθενής, παντεπόπτης και πάνδωρος Κύριος και χαρίζεται εις τον λαόν αυτού θυσιαστικούς Ποιμένας, διά να τον στηρίζουν και να τον καθοδηγούν εν καιροίς κλύδωνος, να ενθαρρύνουν δε τας δράσεις, την δημιουργικότητα και την πρόοδόν του εν καιροίς ευδίας και γαλήνης. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Γρηγόριος Ζ’ και οι οκτώ αρχιερατεύσαντες εν τη Ιερά Μητροπόλει Πριγκηποννήσων, απόφοιτοι άπαντες της Τροφού Ιεράς Θεολογικής Σχολής Χάλκης, υπήρξαν αυθεντικοί φορείς του πνεύματος του Φαναρίου, πνεύματος ακλονήτου εμπιστοσύνης εις την θείαν πρόνοιαν, αμετακινήτου πιστότητος εις την αποστολοδίδακτον παράδοσιν του Οικουμενικού Πατριαρχείου, ήθους φιλανθρωπίας, διακονίας και φιλογενούς μερίμνης διά το άνωθεν εμπεπιστευμένον εις αυτούς ποίμνιον. Ηγωνίσθησαν άπαντες τον καλόν αγώνα με σύνεσιν και γενναιότητα, με ευήκοον ούς ενώπιον των σημείων των καιρών, με γνώμονα πάντοτε το γνήσιον συμφέρον της Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας, ασυμβίβαστοι εις τα ουσιώδη, εις τα όσια και τα ιερά, όμως «εξαγοραζόμενοι τον καιρόν» με φρόνησιν, επ’ αγαθώ πάντοτε της Πρωτοθρόνου Εκκλησίας και της Ρωμιοσύνης, αντιπαλαίοντες τα δεινά, τα περιστασιακά και τα μόνιμα.”
Στην συνέχεια, απευθυνόμενος προς τον Σεβ. Μητροπολίτη Γέροντα Πριγκηποννήσων, ο Παναγιώτατος είπε:
“Και υμείς, αγαπητέ αδελφέ Μητροπολίτα Πριγκηποννήσων κύριε Δημήτριε, συνεχίζετε την παράδοσιν ταύτην. Γνωρίζετε καλώς όσα σήμερον συγκροτούν τον κόσμον, εντός του οποίου η Εκκλησία ζη και καλείται να μαρτυρή τον λόγον «περί της εν ημίν ελπίδος» (βλ. Α΄ Πετρ, γ΄, 15). Αξιοποιείτε την πείραν του παρελθόντος δημιουργικώς εν τω παρόντι, στοιχούντες τω προστάγματι του Κυρίου να τυποθετώμεν τον λύχνον «επί την λυχνίαν». Και εις το πρόσωπόν σας, όπως και εις όλην την ιστορικήν πορείαν της Μεγάλης Εκκλησίας, επιβεβαιούται η αλήθεια ότι «Όπου αυξάνεται ο κίνδυνος, μεγαλώνει και αυτό που σώζει». Σώζει δε τα πράγματα η καρτερία και η ελπίς, η πεποίθησις ότι εδώ είναι η πατρώα ημών γη, η εμπιστοσύνη εις την πρόνοιαν του Θεού, αι οποίαι ενέπνεον και εμπνέουν την δράσιν των πνευματικών ταγών και του χριστωνύμου λαού. Αι θεοδώρητοι αξίαι της Ορθοδόξου ημών παραδόσεως συγκροτούν πρότασιν ζωής, η οποία δίδει εις τον βίον και τα έργα μας πνοήν και προοπτικήν αιωνιότητος.
Ενθυμούμεθα ότι κατά την ενθρόνισίν σας κατά Απρίλιον του έτους 2018, σας προετρέψαμεν να αναδειχθήτε στοργικός και πατρικός ποιμήν διά τα πνευματικά σας τέκνα εις την Επαρχίαν σας. Είπομεν ότι το μικρόν ποίμνιον αποτελεί ευκαιρίαν προσωπικής επικοινωνίας με τον καθένα. Το επράξατε και σας συγχαίρομεν δι’ αυτό. Δεθήκατε με την ιστορικήν Επαρχίαν σας, μίαν Μητρόπολιν με ανεξίτηλον την σφραγίδα της Ρωμιοσύνης, με τα μνημεία, τας ιεράς μονάς και τα προσκυνήματά της, με την γεραράν Θεολογικήν μας Σχολήν, απόφοιτος του Λυκειακού Τμήματος της οποίας είσθε, άγιε αδελφέ. Επαινούμεν επίσης την καλήν λειτουργίαν των εκκλησιαστικών πραγμάτων εις την Επαρχίαν σας, αντανάκλασιν της διοικητικής πείρας, την οποίαν απεκτήσατε κατά την μακράν θητείαν σας εις την Πατριαρχικήν Αυλήν.
Δεόμεθα του Θεού της αγάπης, του δωρησαμένου υμίν πεντήκοντα έτη ιερωσύνης, εξ ων τα τριάκοντα τέσσαρα αρχιερωσύνης, όπως ευλογή την υμετέραν φίλην Ιερότητα, τον περί υμάς ιερόν κλήρον και τον θεοσεβή λαόν, τον ενταύθα και τον εν απάση τη δεσποτεία Κυρίου, χαρίζηται δε πάσιν υμίν υγείαν, πνευματικήν ευφροσύνην και πάσαν δόσιν αγαθήν, προς δόξαν του υπερουρανίου ονόματος Αυτού.”
Προηγουμένως, τον Παναγιώτατο προσφώνησε ο επιχώριος Μητροπολίτης Πριγκηποννήσων, ο οποίος, μεταξύ άλλων, είπε:
“Με την Υμετέρα Σεπτή φυσική παρουσία και με την επ’ελπίδι Αναστάσεως προσδοκία των εν Κυρίω αναπαυομένων εν τη επέκεινα του κόσμου ζωή πατέρων και αδελφών μας εν τη διακονία της μαρτυρικής Μητρός Εκκλησίας και της τιμωμένης ταύτης Επαρχίας της, Γρηγορίου Πατριάρχου και Αγαθαγγέλου, Θωμά, Δωροθέου, Κωνσταντίνου, Αγαπίου, Καλλινίκου, Συμεών και Ιακώβου των Μητροπολιτών αυτής, κατακλείομεν τας υπό της Υμετέρας Θειοτάτης Παναγιότητος ευλογηθείσας ευμνημόνους ιεράς λειτουργικάς παραστάσεις και λοιπάς επετειακάς εκδηλώσεις της εκατονταετηρίδος της Ιεράς Μητροπόλεως Πριγκηποννήσων.
Επί τούτοις, η προς τον Πανάγαθον Θεόν αέναος ευγνωμοσύνη πάντων ημών είναι πηγαία και διηνεκής.
Ως γνωστόν, η Ιερά αυτή Επαρχία της Μητρός Εκκλησίας οφείλει την ίδρυσίν της εις την ένεκα της μεσολαβησάσης Μικρασιατικής τραγωδίας αιφνιδίαν διασάλευσιν της κανονικής λειτουργίας του Θρόνου, συμφώνως και προς τα όσα ο ιδρυτικός αυτής Τόμος διαλαμβάνει.
Παρά το εξ αυτής όμως προκληθέν βαθύτατο και πάγκοινο ανά την κληρουχία του Θρόνου εκκλησιαστικό και ομογενειακό άλγος μετ΄ ανελπίστων συνεπειών, ο Πάνσεπτος Οικουμενικός Θρόνος, παρακατατιθέμενος πάντοτε εις μόνην την Πρόνοιαν του Θεού το αύριον της ζωής και μαρτυρίας του, ουδ’ επί στιγμήν κατέλιψε και τότε, εν τω μαρτυρικώ προσώπω Γρηγορίου του Ζ΄ και των διαδόχων αυτού, τον μυστικόν αγώνα της θεαρέστου καρτερίας και της εις Χριστόν ελπιδος και πίστεως.
Και επέβλεψεν εν τέλει εξ ύψους αγίου Του ο μόνος της ιστορίας του κόσμου εξουσιαστής και της Εκκλησίας ιδρυτής και οικοστρόφος Κύριος, επιτρέψας την συνέχισιν της απ’αιώνων διακονίας του Θρόνου εις την καθηγιασμένην Ιεράν Έδραν του, καθ’ην στιγμήν κατά τας ζοφώδεις εκείνας ημέρας της των πάντων ταραχής, πολλοί διελογίζοντο την τελευτήν της ενταύθα παραμονής του.”
Αμέσως μετά, στο Κοινοτικό Κοιμητήριο, ο Παναγιώτατος τέλεσε τρισάγιο για τους εκεί αναπαυομένους τέσσερεις Μητροπολίτες Πριγκηποννήσσων.
Στη συνέχεια ο Παναγιώτατος παρέστη στη δεξίωση που δόθηκε στο Μητροπολιτικό Μέγαρο της Πριγκήπου και ακολούθως παρακάθησε στο γεύμα που προσέφερε ο Ποιμενάρχης.
Χθες, Σάββατο, ο Πατριάρχης ευλόγησε το επίσημο δείπνο που παρέθεσε ο Σύνδεσμος Υποστηρίξεως Ρωμαίικων Κοινοτικών Ιδρυμάτων στο πλαίσιο εσπερίδος που διοργάνωσε με θέμα “Η Ρωμιοσύνη σήμερα, αύριο, πάντοτε”. Ο Παναγιώτατος απηύθυνε χαιρετισμό προς τους παρισταμένους, ενώ προηγουμένως μέλη του Δ.Σ. και κοινοτικοί παράγοντες πραγματοποίησαν σύντομες ομιλίες επί επικαίρων ομογενειακών θεμάτων.
ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΙΛΑΔΕΛΦΕΙΑΣ ΜΕΛΙΤΩΝΟΣ ΚΑΤΑ ΤΟ ΠΑΝΔΗΜΟΝ ΙΕΡΟΝ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟΝ ΤΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ Ζ΄ΚΑΙ ΤΩΝ ΟΚΤΩ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΩΝ ΠΡΙΓΚΗΠΟΝΝΗΣΩΝ (Ἱ. Μητροπολιτικός Ναός Ἁγίου Δημητρίου Πριγκήπου, Κυριακή, 10 Νοεμβρίου 2024)
Παναγιώτατε Δέσποτα,
Σεβάσμιοι ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,
Σεβασμιώτατε Ποιμενάρχα τῆς Ἱερᾶς ταύτης Μητροπόλεως,
Ἐξοχώτατε κύριε Πρέσβυ,
Τίμιον Πρεσβυτέριον, ἐν Χριστῷ διακονία, Πατέρες καί ἀδελφοί,
Ἡ εἴσοδος πρό αἰῶνος, ὡς «στάλαγμα προσδοκίας καί ἐλπίδος τοῦ καιροῦ ἐκείνου», εἰς τήν χορείαν τῶν Ἐπαρχιῶν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Πριγκηποννήσων, ἀποδεδειγμένως «οὐ κενή γέγονε»[1], ἀλλ’ εὐαγγέλιον τοῦ μυστηρίου τοῦ Θεοῦ[2]. Ἐσφράγισεν ἀληθῶς τόν καρπόν αἰῶνος αὐτῆς «ἐν πληρώματι εὐλογίας τοῦ εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ»[3].
Τό γεγονός, «ἀληθείας καί σωφροσύνης ρῆμα»[4], τιμᾶται δοξολογικῶς, εὐχαριστιακῶς, σεμνοπρεπῶς, παραδοσιακῶς, κατανυκτικῶς ὑπό τοῦ θεοφιλοῦς Ποιμένος, τοῦ εὐλαβοῦς κλήρου καί τοῦ περιουσίου λαοῦ τῶν Πριγκηποννήσων καί τῆς βασιλίδος τῶν πόλεων, εὐλογούσης τῆς Ὑμετέρας Σεπτῆς Κορυφῆς, Παναγιώτατε Δέσποτα, συνευχομένων σεπτῶν Ἱεραρχῶν τοῦ Θρόνου Σου, και ὑπό τοῦ ἐνταῦθα γρηγοροῦντος καί φυλάσσοντος νυχθημερόν τά πατροπαράδοτα ὅσια καί ἱερά μας, τάς ἀξίας μας, τόν ἀτίμητον θησαυρόν μας, «μικροῦ ποιμνίου» τῆς μεγάλης Ὀρθοδόξου Οἰκουμενικῆς Μάνδρας. Ἑορτάζεται τό «ρῆμα τό γεγονός» [5] τοῦτο καί ὑπό τῶν ἁπανταχοῦ γόνων τῆς ἁγιοβαδίστου καί «μοναχοτρόφου» γῆς ταύτης καί συγχρόνως τόπου καλλιεργείας τῆς ἀκραιφνοῦς θεολογίας, τῆς πηγαίας εὐσεβείας καί τῆς Ὀρθοδόξου Ρωμαίηκης παραδόσεως: τῆς Πριγκήπου, τῆς Χάλκης, τῆς Ἀντιγόνης καί τῆς Πρώτης καί εὐρύτερον τῆς Κωνσταντίνου Πόλεως.
Συμπαρόντες νοερῶς καί οἱ ἐν οὐρανίοις θαλάμοις ἀναπαυὀμενοι καί προσδοκῶντες ἀνάστασιν πατέρες καί ἀδελφοί μας τῆς καθ’ ἡμᾶς Ἀνατολῆς, ὁμοῦ μετά «χιλιάδων ἀρχαγγέλων καί μυριάδων ἀγγέλων, τῶν Χερουβείμ, τῶν Σεραφείμ, τῶν ἑξαπτερύγων, τῶν πολυομμάτων, τῶν μεταρσίων, τῶν πτερωτῶν», ᾀδόντων μεθ’ ἡμῶν τόν ἐπινίκιον ὕμνον τῷ Τρισαγίῳ Θεῷ ὑπέρ τῶν «φανερῶν καί ἀφανῶν εὐεργεσιῶν» Του πρός τό ἡμέτερον εὐσεβές Γένος καί τήν Μητέρα καί Τροφόν καί Κιβωτόν του Ἁγίαν τοῦ Χριστοῦ Μεγάλην Ἐκκλησίαν, τήν Ἐκκλησίαν τῆς τοῦ Θεοῦ Σοφίας, τῆς τοῦ Θεοῦ Δυνάμεως καί τῆς τοῦ Θεοῦ Εἰρήνης.
Τό Γένος τῶν Ρωμαίων καί ἡ Μήτηρ Ἐκκλησία, «ὑπό τῆς βίας τῶν κυμάτων»[6] καί ποικίλων ἐναντίων ἀνέμων ἀείποτε βαλλόμενα, ἐν τῇ Σοφίᾳ τοῦ Θεοῦ σύνεσιν ἐκαρποφόρησαν∙ ἐν τῇ Δυνάμει τοῦ Φιλανθρώπου καί Θεανθρώπου ἐπεβίωσαν∙ καί ἐν τῇ Εἰρήνῃ τοῦ «θανάτῳ τόν θάνατον πατήσαντος» καί ζωήν δωρουμένου Κυρίου, «φωτισμόν καί ἀνάστασιν καί εἰρήνην» εὐηγγελίσαντο καί εὐαγγελίζονται τοῖς ἐγγύς καί τοῖς μακράν.
Δόξα, λοιπόν, πάντων ἕνεκεν τῷ τρισαγίαις φωναῖς ὑπό φρικτῶν στρατιῶν ἀνυμνουμένῳ Κυρίῳ, τῷ ἀξιοῦντι τήν Ὑμετέραν Θειοτάτην Παναγιότητα καί τήν ἐν Πριγκηποννήσοις τοπικήν Ἐκκκλησίαν, ἐν εὐφροσύνῃ καί θυμηδίᾳ ψυχῆς, ἀκούειν σήμερον «λόγον» παράδοξον καί «διήγημα» ὑπερβαῖνον πᾶσαν ἔννοιαν καί καταπλῆττον τήν ἱστορίαν.
Τό «διήγημα» καί συγχρόνως τό μυστήριον τῆς πορείας τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως ταύτης, ἡ ὁποία λόγῳ καιρικῶν συνθηκῶν συνεστήθη μέν πρός ἐπιστηριγμόν ἀκαταλύτων αἰωνίων ἀξιῶν, ἀπέβη δέ σύν τῷ χρόνῳ ἀστήρ φαεινός καί ἀειλαμπής, καί σάλπιγξ διαπρύσιος διασαλπίζουσα ἀγαθά, εἰρήνην καί εὐδοκίαν καί φῶς καί ζωήν καί σωτηρίαν.
Ἀληθῶς, «νέαν ἔδειξε κτίσιν», τήν Ἱεράν ταύτην Ὁλκάδα τῶν Πριγκηποννήσων, ὁ ἀπό σοφῶν καί συνετῶν ἀποκρύψας τά βάθη τῶν μυστηρίων Του Κύριος καί ἀποκαλύψας αὐτά, ὡς ἄλλο ἄνθος ἀφθαρσίας καί στέφος ἐγκρατείας, τοῖς πατρᾶσι καί ἡμῖν αὐτοῖς. Ἡ «νέα αὕτη κτῆσις» τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας, εἰς τήν ὁποίαν ἐπεφυλάχθη σταυρός βαρύς και εὐθύνη μεγάλη, ἀξιοῦται, ἐν ἀγαλλιάσει τήν λαμπάδα κατέχουσα ἀθλητικήν πανήγυριν ἐπετείου ἱερᾶς νά ἑορτάζῃ.
Τιμᾷ καί γεραίρει μνήμην προσευχητικῆς ἱκεσίας ὑπέρ ὑψιπέτου Πατριάρχου, βαδίσαντος διά βίου ἡγεμονικῶς καί προκαθήσαντος τῆς Μητρός Ἐκκλησίας καί συνόλης τῆς Ὀρθοδοξίας ἀξιωματικῶς, διωγμούς καί ραπίσματα ὑπομείναντος καί περιστάσεις∙ καί συγχρόνως καί ὀκταρίθμου πανσεβασμίου συλλόγου θεοφιλῶν Ἱεραρχῶν, θείῳ ζήλῳ πυρποληθέντων καί τῇ τρισαγίῳ Θεότητι ἀεί λατρευόντων καί διά τῆς πίστεως ταύτης συντηρησάντων τήν ἀξίαν καί καταλιπόντων ὅπλα σωτήρια ἀκηράτου ζωῆς.
Ὡς γνωστόν, τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ὀλίγον πρότερον καί ἐν ἔτει 1924ῳ, πολλά τραγικά συνέβησαν διά τό ἡμέτερον Γένος, τήν Ρωμηοσύνην, ἡ ὁποία ἐγαλουχήθη, ἠνδρώθη, ἀνέβη ἐν δόξῃ ἕως τρίτου οὐρανοῦ καί κατῆλθεν ἀληθῶς ἕως κευθμώνων ᾍδου. Χάριτι Θείᾳ, ἐπεβίωσεν, ἐμεγαλούργησεν, ἐπέδειξεν ἀμίμητον ἀντοχήν καί ὑπομονήν καί καρτερίαν εἰς τάς θλίψεις καί τάς δυσκολίας. Διετήρησε διά θυσιῶν πολλῶν τήν ταὐτότητα καί τήν ἰδιοπροσωπίαν της, στηριζομένη εἰς ἀξίας καί ἰδανικά εὐγενῆ, παραδεδομένα ὑπό τῶν πατέρων, πανάρχαια, χαλυβδωθέντα διά τῆς ἱστορίας καί τῶν πολλῶν δεινῶν αὐτῆς· ἀξίας καί ἰδανικά, ρίζαν ἔχοντα τήν εἰς Χριστόν ἀμώμητον Ὀρθόδοξον πίστιν μας καί τήν εὐσέβειαν καί μεγαλοπρέπειαν τοῦ ἐλέῳ Θεοῦ Γένους τῶν Ὀρθοδόξων Ὁμογενῶν Ρωμαίων.
Ἡ Ρωμηοσύνη τῆς ἀμέσου κληρουχίας τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου, πολλάκις ἔζησε μαρτυρικήν «συστροφήν» καί «καταιγίδας» καί «λαίλαπας» καί «ἐναντίους ἀνέμους» καί ἀπώλειαν ἱερῶν, τά ὁποῖα μετά πίστεως, θυσιῶν, δακρύων καί κόπων καί θρόμβων αἱμάτων πολλῶν ἐδημιούργησε καί ἐν μιᾷ ἀπροσμένῳ ροπῇ τῆς ἱστορίας κατέλιπεν εἰς χεῖρας ἀλλοτρίας. Κατέλιπεν ἀκουσίως καί συγχρόνως ὀδυνηρῶς «βίβλον γενέσεως» (Ματθ. 1) καί Ἐκκλησίαν Ἁγίαν, Ὀρθόδοξον, ζῶσαν ἐν Μικρᾷ Ἀσίᾳ, Καππαδοκίᾳ, Ἰωνίᾳ, Πόντῳ, Ἀνατολικῇ Θράκῃ…
Καί «περιωρίσθη» ἡ Ὀρθόδοξος Ρωμηοσύνη εἰς τήν Πόλιν τῆς Ὑπερμάχου Στρατηγοῦ· τήν Πόλιν τῶν ἀλαλήτων στεναγμῶν καί τῶν καημῶν μας∙ τήν Πόλιν τήν ὁποίαν περιβάλλουν τέσσαρες πολύτιμοι μαργαρῖται, ἔνθα τό ἡμέτερον Γένος διέπρεψεν, ἐμεγαλούργησεν, ἐφύτευσε τάς ἐλπίδας τῆς μορφώσεως τῶν νέων του κληρικῶν στελεχῶν∙ καί ὁμοῦ μετ’ ἀγλαῶν καρπῶν ἐθέρισε καί πόνον, πικρίας καί θλῖψιν μεγάλην, κατεδάφισιν και ὑπεξαίρεσιν σεβασμάτων και ὰναστολήν λειτουργίας λαμπρῶν ἐκπαιδευτηρίων, ἐν οἷς καί τῆς εύοιώνως προσδοκώσης ἀνάστασιν τροφοῦ Χαλκίτιδος Σχολῆς.
Εἰς τάς νήσους ταύτας τῶν Πριγκήπων, ἠκούσθη καί ἀκούεται μέχρι τῆς σήμερον ἡ ἡμετέρα κράζουσα φωνή, καί ἡ καμπάνα μας καλεῖ τούς πιστούς εἰς δοξολογίαν τοῦ Θεοῦ, περί πάντων ὧν ἤκουσαν καί εἶδον, τήν ἀνάστασιν ἐλπίδων καί τήν ἐμπειρίαν δοκιμασιῶν.
***
Σήμερον, μνήμην τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων Ὀλυμπᾶ, Ροδίωνος, Σωσιπάτρου, Τερτίου, Ἐράστου καί Κουάρτου, Μαρτίνου Ἐπισκόπου καί Καλλιοπίου μάρτυρος, μετά τάς σεμνάς καί ταπεινάς ἑορτάς τοῦ παρελθόντος Ἰουλίου, συνήλθομεν, Παναγιώτατε, ἐν τῷ Ἱερῷ τούτῳ Σεμνείῳ τοῦ πολιούχου τῆς Πριγκήπου Ἁγίου Δημητρίου, ὀφειλετικόν καλλιόπιον «ἐξόδιον καί ἐπιτάφιον ὕμνον» ᾄδοντες τοῖς καλῶς ἀθλήσασι καί στεφανωθεῖσι: πολιῷ προκατόχῳ Σας Πατριάρχῃ Γρηγορίῳ τῷ Ζ΄, λίθῳ ἀληθῶς ἐκλεκτῷ τῆς χορείας τῶν Πατριαρχῶν, καί λαμπροῖς τροπαιοφόροις Ἱεράρχαις Ἀγαθαγγέλῳ, Θωμᾷ, Δωροθέῳ, Ἀγαπίῳ, Κωνσταντίνῳ, Καλλινίκῳ, Συμεών καί Ἰακώβῳ, τοῖς ἀποτελέσασι καί στηριγμόν καί βακτηρίαν καί παιδαγώγησιν καί στύλους πίστεως καί ὁδοδείκτας.
Ὁ ρωμαλέῳ φρονήματι καί ζήλῳ πίστεως στεφανωθείς Πατριάρχης Γρηγόριος ὁ Ζ΄, τό τῆς κενωτικῆς προσφορᾶς καί εὐόρκου διακονίας φωτεινόν ἀπαύγασμα, ὁ πλουτησάμενος σωφροσύνης τήν αἴγλην, ὁ τῆς παραδοσιακῆς Φαναριωτικῆς σοφίας καί συνέσεως κοινωνός διά βίου∙ ὁ Πατριάρχης, ὁ προστάς «μοναδικοῦ, ἀγαθοῦ καί θαυμασίου συστήματος», δηλαδή τῆς στρατευομένης Μητρός Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας ὡς ταξίαρχος καί προστάτης αὐτῆς, μακαριζέσθω ὡς καλῶς τελέσας τόν δρόμον τόν ἔνθεον∙ διότι, μεταξύ τῶν πολλῶν ἐπιτευγμάτων καί κατορθωμάτων τῆς ἑνδεκαμήνου Πατριαρχικῆς θητείας του, ὑπῆρξε καί ἡ φύτευσις τῆς ἀειθαλοῦς Ἀμπέλου ταύτης, τῆς ἐν τοῖς Πριγκηποννήσοις.
Τό ἔργον τοῦ οὐρανίῳ σθένει καί ἀρετῶν προτερήμασι κεκοσμημένου Πατριάρχου, οὗτινος ἡ μνήμη ἄληστος, ὑπῆρξεν ἀληθῶς μία «πανήγυρις νίκης», ἐν μέσῳ συμπληγάδων πολλῶν καί φθόνου κακοτρόπων συκοφαντῶν καί στρατηγικῆς ὀρμῆς καί ὁρδῆς «κυμαινομένης θαλάσσης» ἀφανισμῶν, διαλυθέντων ὅμως παρά τόν Θεῖον Αἰγιαλόν τῆς Χάριτος, ὡς ἄλλοι «θαλάττιοι ἀφροί». «Πανήγυρις», διότι ὁ μακάριος ἐκεῖνος Πατριάρχης, τοῦ ὁποίου οὔτε ἡ ταφή καί ἡ ἀπόθεσις τοῦ σκήνους του εἰς τόν αὐλόγυρον τοῦ ἱεροῦ Παλλαδίου τῆς Χαλκηδόνος, τοῦ Ναοῦ τῆς Παναγίας Τριάδος ἐπετράπη, παρά τήν διατυπωθεῖσαν ἐγγράφως ἐπιθυμίαν του καί παρά τάς θεοφιλεῖς ἐνεργείας πρός τάς ἅς ἐκράτουν τότε ἀρχάς καί ἐξουσίας, κοινόν ἀγαθόν νίκης ἐπιβιώσεως καί Γένους καί Ἐκκλησίας δέδωκε τοῖς πᾶσι ἐξουσίαν καί καθορᾶσθαι καί ὀνομάζεσθαι.
Διό, Παναγιώτατε, Σεῖς, ὁ κλεινός διάδοχος τοιαύτης περιωπῆς προκατόχου, θέντος ἀληθῶς ἐαυτόν ἀπολύτως ὡς « σφάγιον θυσίας» ἐν ἡμέραις πειρασμικαῖς ὑπέρ τῆς εὐσταθείας ἐν τῆ ἀρχῆθεν καθαγιασμένῃ ἕδρᾳ του τοῦ ἐκπάγλου θυσιαστικῆς μαρτυρίας Θρόνου Σου, τοῦ ἐπεγνωκότος βουλήν ἀρεστήν Κυρίῳ καί δρέψαντος τήν ὀπώραν τοῦ κατατρεγμοῦ, ἀπό τοῦ ὁποίου ἐπί ἑνδεκάμηνον, παρά τήν ἀσθένειαν τῆς σαρκός, «παρῆν, ἐσόφιζεν, ἐνουθέτει, πάντα ἦν τῷ λαῷ καί τῷ ἱερωτάτῳ Θεσμῷ: σύμβουλος ἀγαθός, παραστάτης δεξιός, τῶν θείων ἐξηγητής, τῶν πρακτέων καθηγητής, τῆς πίστεως ἔρεισμα, τῶν προνομίων καί εὐθυνῶν τοῦ Θρόνου γνήσιος καί στερρός προασπιστής», ἀξιοῦσθε, Παναγιώτατε, Χάριτι Θεοῦ, κατά τήν ἐπέτειον τῆς κοιμήσεώς του, νά ἐπιτελεῖτε προσευχητικήν μνήμην τιμῆς καί προφορᾶς στρατηγοῦ ἀρίστου.
Σύν τῷ γνώμην ἀήττητον φέροντι ἀοιδίμῳ ἄλλης ὁμολογίας λαμπτῆρι Πατριάρχῃ Γρηγορίῳ, τήν θέσιν καί τά προνόμια τοῦ Θρόνου τούτου ἄσυλα διασώσαντι, τιμῶνται σήμερον ἐν ἐκκλησίᾳ μεγάλῃ καί οἱ «θεοφόροι οἱ ὀκτώ» Ἱεράρχαι, ὅτι ζηλωτῶς καί ἀκιβδήλως ἐξετέλεσαν τόν «χρησμόν», δέν συνέπνιξαν τόν θεῖον λόγον διά τῶν «περί τά λοιπά ἐπιθυμιῶν», ἀλλά «σπαρέντες ἐπί τήν γῆν τήν καλήν» τόν πεπιστευμένον αὐτοῖς Ὅρον τῆς Ὀρθοδοξίας ἐτήρησαν καί ἐκήρυξαν ἐπί αἰῶνα Χριστόν Ἐσταυρωμένον καί Ἀναστάντα καί «τό πατροπαράδοτον σέβας» τοῦ Γένους, ἀποδειχθέντες ἐν τῇ πράξει γῆ εὐφορωτάτη, ἀποδώσασα «καρπόν ἑκατοστεύοντα».
Ὕμνος βρότειος ἅπας ἀληθῶς ἡττᾶται συνεκτείνεσθαι σπεύδων ἐνώπιον τοῦ βιουμένου θεοπρεποῦς καί ξένου μυστηρίου. Διότι κατά τόν αἰῶνα τοῦτον καί ἐν Πριγκηποννήσοις ἠγέρθησαν τρόπαια ἔμψυχα καί ἄψυχα, ἐχθροί ποικιλώνυμοι κατέπεσαν καί ἀπερρύησαν καί ἡ δόξα Κυρίου εἰς τόν περίκλυτον τοῦτον Ναόν τοῦ Ἁγίου Δημητρίου, τό σέμνωμα τῆς νήσου ταύτης καί τῆς οἰκουμένης ὅλης καί τῶν Πριγκηπιανῶν, ἀστράπτει. Διότι, ἐνταῦθα ἱερουργεῖται τό μυστήριον τῆς ζωῆς καί τῆς ἀθανασίας, ὑπό θεοσόφων Ποιμένων, οἵτινες ὁδηγοῦν τόν λαόν πρός τρίβους ἀφθαρσίας, πρός τῆς ἀγάπης τόν ἀκρότατον ὅρον, ἄλλοτε σταλαγμούς δακρύων προσφέροντες, πάντοτε ἀγάπης μέρισμα ἱερουργοῦντες ἀρρήτως καί ἀνεκφράστως. Ὅτι ἐνταῦθα ἀΐδιος εὐφροσύνη δοξολογίας τοῦ «ἀνεικάστου πλήθους τῶν οἰκτιρμῶν» τοῦ Κυρίου τῶν μακαρίως φοβουμένων Αὐτόν καί τάς τρίβους τῶν ἐντολῶν Αὐτοῦ βαδιζόντων. Καί ἐκεῖσε, ἔνθα ἀναπαύονται Γρηγόριος ὁ Ζ΄καί Ἀγαθάγγελος, Θωμᾶς, Δωρόθεος, Κωνσταντῖνος, Ἀγάπιος, Καλλινίκος, Συμεών καί Ἰάκωβος οἱ μακάριοι Ἱεράρχαι, εὐλαβεῖς λευΐται τῆς Χάριτος καί λαός Ὀρθόδοξος πιστός καί εὐσεβής, Ρωμηοί εὐλογημένοι, οἱ ὁποῖοι ἄλλοτε ἐν πειρασμοῖς, ἄλλοτε ἐν κινδύνοις, ἄλλοτε ἐν χαρᾷ καί ἀγαλλιάσει ἐπί τέ τοῖς ἰδίοις κατορθώμασι καί ἰδίᾳ ἐπί τῇ θεόθεν παρεχομένῃ εύλογίᾳ μακράν καί καρποφόρον ἐπεδείξαντο πολιτείαν καί «σπείραντες ἐν δάκρυσιν ἐνθέοις, θερίζουν νῦν στάχυας ἐν χαρᾷ ἀειζωΐας καί τά βραβεῖα τῆς νίκης»[7] καί τά «γέρα τῶν βεβιωμένων»[8].
Διό καί ἡμεῖς οἱ περιλειπόμενοι σήμερον, ἡ Παναγιότης Σας, ἡ σεβασμία Ἱεραρχία, ὁ κλῆρος καί ὁ λαός, καί ὁ νῦν εὐπρεπῶς, θεαρέστως, δημιουργικῶς καί ἀνυστάκτως ἐπαγρυπνῶν ἐπί τό στίγμα αὐτῶν Ποιμενάρχης τῶν Πριγκηποννήσων ἀδελφός Δημήτριος, οἱ πολλοί βλεφάροι ἰδόντες, πάντες ὅμως καρδίας πόθῳ πεπιστευκότες, παγκόσμιον πλέκομεν χορείαν καί ὡς ἄλλοι τρισόλβιοι Παῖδες ὑμνοῦμεν καί ὑπερυψοῦμεν τούς διά πυρός καί σιδήρου δοκιμασθέντας καί μαρτυρήσαντας, ἀρετήν περιζωσαμένους, πρᾶξιν καί θεωρίαν μοναδικήν. Ἀπέβησαν μεμαρτυρημένως οἱ ἀείμνηστοι Ἱεράρχαι τῶν πιστῶν ἀναμφίβολον καύχημα, καταδείξαντες ἐμπράκτως μωρίαν τάς τῶν ποικίλων συζητητῶν κρίσεις διά τά καθ’ ἡμᾶς καί μαρασμόν τούς ποικίλους μύθους τῶν ποιητῶν οὐχί ἔργων ἀλλά κρίσεων καί ἐπικρίσεων, διό καί ἐπληρώθησαν αἱ σαγῆναι τῶν ὀλίγων, τοῦ «μικροῦ ποιμνίου», θεϊκῆς ἀγαθότητος καί ἐλπίδων, κατέστησαν δέ τήν Ἱεράν ταύτην Μητρόπολιν κιβωτόν σωτηρίας, ἀσάλευτον πύργον καί τεῖχος ἀπόρθητον, ὡς μαρτυρεῖ ἡ σημερινή ὄψις της.
Εὐχαριστήρια αἰῶνος καί νικητήρια, καύχησις καί ὑπερηφάνεια, γλυκασμός μνήμης, ἐξόδιοι ὕμνοι τοῖς ἐν θλίψει μεγάλῃ καί τιμῇ τελειωθεῖσι Πατριάρχῃ καί Ἱεράρχαις καί κληρικοῖς παντός βαθμοῦ καί μοναχοῖς καί λαῷ ρωμαίηκῳ, ὀρθοδόξῳ, καρτερικῷ. Ἅπαντες οἱ Ἱεράρχαι τῶν Πριγκηποννήσων, συμπεριλαμβανομένης καί τῆς ὑμετέρας Σεβασμιότητος, ἅγιε Ποιμενάρχα ἀδελφέ κύριε Δημήτριε, τήν παίδευσιν τήν εὐγενεστάτην ἐποθήσατε, ἡ ὁποία «μόνη ἔχεται σωτηρίας καί τοῦ κάλλους τῶν νοουμένων», κατά τό ἀπόφθεγμα τοῦ προκατόχου σας Πριγκηποννήσων Δωροθέου, ἀλλά καί τήν κατἀ τό ἐνόν τελειότητα καί ἐδώκατε πάντες ἑαυτούς ἐκ νεότητος τῇ Ἐκκλησίᾳ καί τό σεμνόν τῶν ἱερολοχιτῶν τῆς κατά Χάλκην Ἱερᾶς Θεολογικῆς Σχολῆς ἔνδυμα περιβληθέντες, μείζων μέν τῆς ἡλικίας τήν παίδευσιν, μείζονα δέ τήν τοῦ παραδοσιακοῦ Φαναριωτικοῦ ἤθους καί φρονήματος πῆξιν ἐπεδείξασθε.
Προώρισεν ὁ «εὐλογητός Θεός καί πατήρ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ», καί ἐξελέξατο τούς όκτώ μακαρίους καί τον ἔνατον ἐπ’αἰσίοις πηδαλιουχοῦντα Ἱεράρχας τῶν Πριγκηποννήσων «εἰς οἰκονομίαν τοῦ πληρώματος τῶν καιρῶν» καί ἐδωρήσατο ἑκάστῳ, «κατά τό μέτρον τῆς δωρεᾶς» Αὐτοῦ, «πνεῦμα σοφίας καί ἀποκαλύψεως ἐν ἐπιγνώσει αὐτοῦ».
Ὁ Ἀγαθάγγελος, ὁ τῆς ἐνδόξου Μαγνησίας γόνος, καλλινίκως προλαλείσθω, ὅτι διά βίου θαυμαστοῦ καί προσφορᾶς τήν καλλοποιόν ἐπεδείξατο εὐπρέπειαν και τῷ θείῳ κάλλει καί τῷ φωτισμῷ τῆς εὐσεβείας ἀνδρείως διηκόνησε δι’ ἐναρέτου ζωῆς καί μετά τῆς ὑπερκοσμίου τάξεως νῦν αὐλίζεται, γεγονώς «θεογνώστου βουλῆς σκοπευτήριον» καί «φθόγγος θυσίας» ἐν Γρεβενοῖς, ἐν Δράμᾳ, ἐν Πριγκηποννήσοις, ἐν Χαλκηδόνι, καταστάς Ἄγγελος καί δύο ἐσβεσμένων νῦν φωτοδόχων Λυχνιῶν τῆς Νεοκαισαρείας καί τῆς Ἐφέσου.
Ὁ ἐκ Καππαδοκίας ὁρμώμενος θεοφιλής Θωμᾶς, τύπος τῆς ἐγκρατεἰας καί πολιτείας ἀκραιφνοῦς, ἐν ἀρεταῖς φαιδρύνας τόν βίον του, εὐφημείσθω, ὡς «συνέσει θεοπρεπεῖ καί πολιᾷ» διακονήσας καί Προδρομικόν οἶκον Κυρίου ἐν τῇ κεντρικῇ πλατείᾳ τῆς Πριγκήπου κρημνιζόμενον ὀδυνηρῶς ἀλγήσας καί διασώσας θαυματουργόν Θεομητορικόν προσκύνημα ἐν Πρώτῃ, ἀληθῶς ἁπλοϊκήν καί μαρτυρικήν εὔκλειαν περιεβάλλετο καί κατετόλμα γενναιοφρόνως ἀγώνων ἱερῶν καί ἔν τισι καί κραταιῶν, συνεπικούρους ἔχων πολλούς ὁμοπατρίους του τήν καταγωγήν.
Ὁ τοῦ ἐγγύτατα τῆς Χαλκηδόνος Ἀρβανιτοχωρίου βλαστός Δωρόθεος, μεγαλυνέσθω φαιδρῶς καί θεοπρεπῶς, ὡς ὁ «κηπουρός (καί) τῆς Πριγκήπου», κατά τήν ρῆσιν τοῦ πολιοῦ Χαλκηδόνος Μελίτωνος, πραγματικῶς φιλανθής καί μεταφορικῶς ψυχῶν ἰατρός, νῦν δέ κηπουρός τοῦ χωρίου τῆς Ἐδέμ, μεγαλυνέσθω ὡς ἡ τῶν λόγων καλλονή καί μεγαλοπρέπεια, τῆς σοφίας ἀκρόπολις, τῆς ὀρθότητος τῶν δογμάτων στάθμη, παναρμόνιος εὐθύτης τῶν ἱερῶν κανόνων, εὐπρέπεια τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας καί τῆς τροφοῦ Θεολογικῆς Σχολῆς μας τῆς Χάλκης, ὑμνητής γεγονότων καί στροφῶν καί ἱερῶν θεσμῶν καί προσώπων, διά τοῦ φθόγγου τοῦ κηρύγματός του καί τῆς σοφίας τῶν ποιητικῶν λόγων και τῆς καλλιεπείας τῶν συγγραμμάτων του καταφαιδρύνας τούς ἀκροατάς καί μελετητάς του καί διδάξας ἀνυμνεῖν θείοις μελῳδήμασι τοῦ Σωτῆρος τά θαύματα.
Τό τῆς κλεινῆς Χαλκηδόνος βλάστημα Κωνσταντῖνος, ποιμήν ἄριστος, ὡς ἄλλον θησαύρισμα ἀνυμνείσθω ἐν ἀγάπης καί εὐχαριστίας τιμῇ, ὅτι τῇ γεωργίᾳ τοῦ παντουργοῦ Πνεύματος ἐκαρποφόρησε καί ἐν Πριγκηποννήσοις καρπόν πολύν, καταδειχθείς, ἔργοις καί λόγοις, ποιμήν συνετός καί διδάσκαλος σεμνός τῆς ἕδρας καί τῆς ζωῆς, ἱερολογήσας τά ἱερά γράμματα καί ἀνακηρύξας τῆς εὐσεβείας τόν λόγον καί τό πατροπαράδοτον σέβας, μυήσας δέ ἕτερον ἦθος «ξένον καί ἄρρητον»: «ρομφαίαν καρτερίας».
Ὁ ἐκ τῶν Ταταούλων ὁρμηθείς ταπεινός Ἀγάπιος, ὁ συμπαθείας ἔμπλεως, Θεοῦ ὑποθαλπόμενος ἀγάπῃ, τούς πτωχούς ἠγάπησε καί τούτοις ἐπήρκεσε, τιμάσθω, ὅτι τῷ Κυρίῳ καθαρῶς ὑπουργήσας, ἐν ἁπλότητι ὡς πρᾶος καί ἀγάπης πλήρης, ὡς «ἀρετήν περιζωσάμενος» καί ἀσκήσας «τῆς ἀγάπης τήν στενήν τρίβον» διά βίου, καί μάλιστα καί πρός ἀλλογενεῖς, ἀλγεινάς ὑποστάς γενναίως βασάνους, κλῆσιν ἀληθεύουσαν ἐργασάμενος καί τελέσας τήν τελευταίαν ἐπί γῆς ἐν τῷ Προδρομικῷ Ἱερῷ τῆς Ἀντιγόνης θείαν ἱερουργίαν, μεταλαβών Σώματος καί Αἵματος Χριστοῦ, «εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καί εἰς ζωήν αἰώνιον», μετέστη ἠρέμα πρός τό ποθούμενον «γέννημα».
Ὁ γέννημα καί ἀνάστημα Φαναριώτης καί ἐν πιστότητι διακονήσας τόν ἱερώτατον Θεσμόν τοῦ Διπλοφαναρίου Καλλίνικος, πιστός οἰκονόμος τῆς Χάριτος, τῆς εὐσεβείας πρακτικός ὑποφήτης, εὐχαῖς γεραιρέσθω, ὡς ἱλαρός καί τήν ψυχήν καί τήν καρδίαν Ἱεράρχης, τίμιος, ἀθλητής στερρός, καλός ἐκτιμητής προσώπων καί καταστάσεων, χαροποιαῖς πλοκαῖς τῆς πρός τάς ἁγίας εἰκόνας πονηράν ἐπίθεσιν καί «χαλεπά βράσματα» ἱεροσύλων καυτηριάσας καί ἐλέγξας, κατά πρόσωπον ἀδιστάκτως παρρησιασάμενος.
Τό τῆς τῶν Πριγκήπων ταύτης Νήσου βλάστημα καί ὅρμημα καί δόσις θεόσδοτος καί κλέος καί καύχημα Συμεών, φόβου Θεοῦ ἔμπλεως, στρατιώτης εὐκλεής τῆς ἀληθείας καί τῆς παρρησίας, συντόνως μακαριζέσθω, ὅτι ἀγαθήν συνείδησιν ἱεροπρεπῶς ἐνδυσάμενος, στερρός δ’ ὑπέρμαχος διά τοῦ λόγου καί δι’ ἀγώνων ἱερῶν τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας ἀναδειχθείς, λάτρης συγχρόνως τοῦ Ἁγίου Δημητρίου, τόν ὁποῖον ἐπεκαλεῖτο ἐκ τοῦ θεωρείου τῆς οἰκίας του ὄρθρου βαθέος καί σκότους ἑσπέρας, καί τῆς Ἁγίας Φωτεινῆς, Ἱεραρχίας ἱεραρχικώτατον τύπον ἑαυτόν κατέδειξε, τό ὄντως μακάριον καί μόνον ἐράσμιον τοῦ Σωτῆρος ἀγαπήσας κάλλος, ταυτίσας δέ τοῦτο πρός τήν ἀνθρωπίνην εἰκόνα, τήν ὁποίαν ἐλεημοσύναις πολλαῖς ἐν τῷ κρυπτῷ ἀνεκούφιζεν.
Ὁ ἐκ Καππαδοκίας ἕλκων τήν καταγωγήν καί ἐν τῇ ἡμετέρᾳ Πόλει γεννηθείς καί ἀνδρωθείς Ἰάκωβος, ἐγκωμίοις ἐπαίνων μελπέσθω, ὅτι ἀγαπήσας εὐπρέπειαν Οἴκων καί τόπων Σκηνώματος Κυρίου, ἐπεμελήθη ἄθλοις συντηρήσεως καί ἀνακαινίσεως Ἱερῶν Ναῶν καί αὐτῆς ταύτης τῆς ἐκ τοῦ πυρός καταστραφείσης ἕδρας τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως, τῇ συνδρομῇ γενναίων δωρητῶν, ἐν οἷς καί τῶν Μεγάλων Εὐεργετῶν καί τῆς Ἱερᾶς ταύτης Μητροπόλεως μεγατίμων Ἀθανασίου καί Μαρίνης Μαρτίνου, καί ἔργοις τῆς παραδοσιακῆς Καππαδοκικῆς εὐσεβείας τόν λόγον ἐβεβαιώσατο, καρποφόρος πεφηνώς δεκαεξαετεῖ γεωργίᾳ.
***
Τοιαύτης πατριᾶς, τά μνημόσυνα ἐπιτελεῖτε, Παναγιώτατε Δέσποτα, «ἐπισφραγίζων τόν ὕμνον» προσφορᾶς αἰῶνος καί «προεξάρχων τῆς πανηγύρεως» τῆς εὐχαριστίας, ἐγκαινιάζων συγχρόνως τήν ἀπαρχήν αἰῶνος ἄλλης βιοτῆς τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως ταύτης, πεποίθαμεν δέ «καθαιρέσεως τῶν παντοειδῶν θανατηφόρων ἐνίοτε πειρασμῶν καί μεταλήψεως τοῦ καινοῦ τῆς Ἀμπέλου γεννήματος, τῆς ἀπροσκόπτου καί θείας εὐφροσύνης, ὑμνοῦντες πάντες τόν Αἴτιον, τόν μόνον εὐλογητόν καί προστάτην τῆς ἡμετέρας Πατριᾶς Θεόν τόν ὑπερένδοξον, τόν τό κράτος τοῦ θανάτου καθελόντα καί τόν ᾍδην σκυλεύσαντα.
Παναγιώτατε,
Θά ἦτο ἀσφαλῶς παράλειψις, ἐάν μετά τῶν ἐν τῇ θριαμβευούσῃ Ἐκκλησίᾳ τῶν μακάρων ἀναπαυομένων Πατέρων καί ἀδελφῶν, τῶν προσδοκώντων ἀνάστασιν καί καταξίωσιν κόπων καί θυσιῶν, τοῦ Πατριάρχου Γρηγορίου καί τῶν ὀκτώ Ἱεραρχῶν, δέν ἐμνημονεύοντο προσευχητικῶς καί οἱ πολλοί ἀνώνυμοι καί οἱ ἐπώνυμοι, ὁ ἱερός κλῆρος καί ὁ πιστός λαός, ὧν τά ὀνόματα γιγνώσκει ὁ κυριεύων τῆς ζωῆς καί δεσπόζων τοῦ θανάτου Κύριος. Ὁ ἱερός ἄμβων κατά τήν ἱερἀν ταύτην στιγμήν μιμνῄσκεται μεταξύ τῶν πολλῶν: τῶν ἀειμνήστων λευϊτῶν τῆς Χάριτος, τῆς ἐνδόξου Πριγκήπου, Ἀναστασίου, Δωροθέου Φιλοθέου, Μελετίου, Σωφρονίου, Ἀγαθαγγέλου, Γεωργίου, Ἰωακείμ καί Παναρέτου, καί τῶν συγχρόνων μας μακαριστῶν Κωνσταντίνου τοῦ Πλακωτάρη καί Βασιλείου τοῦ Καρατζίκου∙ τῆς κλεινῆς Χάλκης: Βασιλείου, Ἰωάννου, Μιλτιάδου, Βαρλαάμ, Ἰακώβου, Ἀντωνίου. Ἰακώβου, Κυπριανοῦ, Ἀναστασίου καί Ἀμβροσίου∙ τῆς εὐάνδρου Ἀντιγόνης: Σωφρονίου, Νικοδήμου, Γερασίμου, Στεφάνου, Δημητρίου, Ἀλεξάνδρου Καντώνη, Ἀντωνίου∙ τῆς Πανωραίας Πρώτης: Αἰμιλιανοῦ, Κυρίλλου, Πατρικίου, Θεοδοσίου, Σπυρίδωνος, Δημητρίου καί Κωνσταντίνου∙ τῶν εὐόρκως διακονησάντων τό «κοινόν χρέος» Ἐπιτρόπων, μεταξύ τῶν ὁποίων ἰδιαιτέρως ἐν εὐχαριστίαις μνημονευονται ονομαστί μέν οἱ Νικόλος Νικολαϊδης, Χρυσάφης Ξύδας, Σταμάτιος Παπαδόπουλος, Θεόδωρος Θωμαϊδης, Νικόλαος Ζαρκατσόγλου, Ἀπόστολος Νιζάνη, Νικόλαος Λαιμόπουλος∙ Νικοδήμος Χρηστίδης, Ἀνδρέας Ἀρζουμάνογλου, ὁ ἱδρυτής τό ἔτος 1891 τῆς Ἀστικῆς Σχολῆς Ἰωάννης Καρακάσογλου, Πρόδρομος Ἀδάμ, Ὀλυμπία Τσοκώνα, Κυβέλη Πιλίτσογου καί Μαρία Χάτσου, τῆς Ἀντιγόνης∙ Ἀρίστη Δεντρολιβάνου, Γεώργιος Γεωργιἀδης, Ζωή Βαλσαμίδου, Χρῆστος Μαυροφρύδης, Παναγιώτα Μπεκιάρη∙ τῆς Πριγκήπου,∙ Χυσάνθη Κορακίδου-Ἀδόσογλου, Ἑλένη Καπετανίδου, Βασιλικη Βιγγοπούλου, Ἐλισάβετ ΝικολαΪδου, τῆς Πρώτης∙ Αικατερίνη Φωκίδου, Δημήτριος Ἰωαννίδης, τῆς Χάλκης. ἀνωνύμως δέ ἁπαντες οἰ ἐπί αἰῶνα ἐκπαιδευτικοί καί προστάται τῆς Παιδείας τοῦ Γένους ἐν ταῖς νήσοις ταύταις, καθώς καί ἅπαντες οἱ ποικιλοτρόπως συντηρήσαντες τόν παναρμόνιον θεσμόν τῆς κοινοτικῆς καί ὁμογενειακῆς πορείας, λογάδες καί ἐπίτροποι καί Ὀρθόδοξοι πιστοί.
***
Ἡ πατριά αὕτη, ἧς προΐστασαι, Παναγιώτατε, συνεχίζει ἐπί τῆς γῆς τήν πρός τά ἔσχατα πορείαν, ἔχουσα πλοηγόν καί κυβερνήτην τῆς Θεοφρουρήτου Μεγάλης Ἐκκλησίας καί τῶν ἀναδενδράδων αὐτῆς ἀνά τήν οἰκουμένην, μεταξύ τῶν ὁποίων καί τό παλλάδιον τοῦτο τῆς τῶν Πριγκηποννήσων τοπικῆς Ἐκκλησίας, τήν Ὑμετέραν Σεπτήν Κορυφήν, τόν μακροβιώτερον ἐν χρόνῳ καί ἐν ἔργοις τῶν Πατριαρχῶν, Ὅστις ὡς ἄλλος ἀκοίμητος φρουρός τῆς Χώρας τῶν ἀκοιμήτων, τῆς Χώρας τῶν Ζώντων, ἐπισυνάγεις ἡμᾶς ἐπί τήν ὥραν τῆς προσευχῆς καί τοῦ χρέους καί τῆς εὐθύνης, ἐφ’ οἷς πᾶσι, τοῖς γνωστοῖς καί ἀγνώστοις, παρακαλοῦμεν νά δεχθῆτε τάς κατά δύναμιν εὐχαριστίας πάντων ἡμῶν.
***
Σήμερον, ἡ κλεινή αὕτη γενεά, σφραγίζουσα τόν παρελθόντα αἰῶνα δοκιμῆς συνειδήσεων καί προσφορᾶς ἀνεκτιμήτου, ποιεῖ τήν εἴσοδον εἰς ἕνα αἰῶνα ἀγνώστου τοῖς ἀνθρώποις ροπῆς καί πορείας, καί ἐξομολογουμένη «ἐπί τά κρίματα τῆς δικαιοσύνης» τοῦ Κυρίου, Τόν παρακαλεῖ καί Τόν ἱκετεύει ἐν τῷ περικλύτῳ καί ἀσύλῳ τούτῳ «ταμείῳ θαυμάτων καί νοσημάτων ἀλεξιτηρίῳ» τοῦ πολιούχου τῆς Πριγκήπου Μεγαλομάρτυρος, «ἔνθα προσερχόμεθα καί τάς ἰάσεις ἀρυόμεθα»: «Πρόσδεξαι τάς ἐν τῶ Ναῷ σου προσφερομένας σήμερον δεήσεις ἡμῶν, Κύριε, τάς ἐντεύξεις, τάς ἐξομολογήσεις, τάς νυκτερινάς λατρείας καί χάρισαι ἡμῖν πίστιν ἀκαταίσχυντον, ἐλπίδα βεβαίαν, ἀγάπην ἀνυπόκριτον∙ εὐλόγησον ἡμῶν εἰσόδους καί ἐξόδους, πράξεις, ἔργα, λόγους, ἐνθυμήσεις…».
Εὔχεσθε, Παναγιώτατε, ἅγιοι Ἱεράρχαι, Ἐξοχώτατε κύριε Πρέσβυ, καί Λαέ τοῦ Θεοῦ ἠγαπημένε, ἡ πανσθενουργός θεία κλῆσις καί Χάρις νά εἶναι ἡ κοπάζουσα τούς παντοειδεῖς ἀνέμους, τούς μή ἐπιτρέποντας εὐθυπλοεῖν τούς ἐθέλοντας, καί νά ὁδηγῇ τό σκάφος τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως ταύτης, νῦν καί ἀεί καί εἰς τόν αἰῶνα, εἰς ἀπαθείας γαλήνην, ἥτις καρπός ἐστι «ἐν πάσῃ ἀγαθωσύνῃ καί δικαιοσύνῃ καί ἀληθείᾳ» τοῦ Παναγίου Πνεύματος [9]. Ἀμήν.
1. Α΄ Θεσ. 2,1.
2. Κολοσ. 2,2.
3. Ρωμ. 15,28-29.
4. Πράξ. 26,25.
5. Πρβλ. Λουκ. 2,15.
6. Πράξ. 27,41.
7. Πρβλ. Ἀναβαθμοί γ΄ ἤχου.
8. Ἀναβαθμοί πλ. δ΄ ἤχου.
9. Πρβλ. Ἐφεσ. 5,9.
Ἀντιφώνησις τῆς Α. Θ. Παναγιότητος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. κ. Βαρθολομαίου κατά τό Μνημόσυνον τοῦ Ἱδρυτοῦ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Πριγκηποννήσων ἀοιδίμου Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Γρηγορίου Ζ’ καί τῶν διατελεσάντων ποιμεναρχῶν αὐτῆς (Κυριακή, 10 Νοεμβρίου 2024)
Ἱερώτατε Μητροπολῖτα Πριγκηποννήσων κύριε Δημήτριε, Ποιμενάρχα τῆς θεοσώστου ταύτης Ἐπαρχίας,
Τιμιώτατοι ἀδελφοί Ἀρχιερεῖς,
Ἐξοχώτατε κύριε Πρέσβυ, Γενικέ Πρόξενε τῆς Ἑλλάδος ἐν τῇ Πόλει,
Ἐντιμότατοι ἐκπρόσωποι τῶν τοπικῶν Ἀρχῶν,
Εὐλαβέστατοι κληρικοί καί ὁσιώτατοι μονασταί,
Ἐντιμολογιώτατοι Ἄρχοντες Ὀφφικιάλιοι,
Ἀγαπητοί προσκυνηταί,
Τέκνα ἐν Κυρίῳ εὐλογημένα,
Συνήλθομεν σήμερον ἐν κατανύξει ἐπί τό αὐτό εἰς τόν καλλιμάρμαρον Μητροπολιτικόν Ναόν τοῦ Ἁγίου Μεγαλομάρτυρος Δημητρίου τοῦ Μυροβλύτου Πριγκήπου διά νά τιμήσωμεν τήν ἱεράν μνήμην τοῦ ἀοιδίμου προκατόχου τῆς ἡμῶν Μετριότητος Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Γρηγορίου Ζ’, ἱδρυτοῦ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Πριγκηποννήσων κατά τό ἔτος 1924, καί τῶν εὐόρκως ἀρχιερατευσάντων ἐν αὐτῇ, μακαρίᾳ τῇ λήξει γενομένων ὀκτώ Ἱεραρχῶν, Ἀγαθαγγέλου, Θωμᾶ, Δωροθέου, Κωνσταντίνου, Ἀγαπίου, Καλλινίκου, Συμεών καί Ἰακώβου.
Θεόπνευστος ὄντως καί εὔκαρπος ἡ ἀπόφασις τοῦ Πατριάρχου Γρηγορίου Ζ’ καί τῆς περί αὐτόν Ἁγίας καί Ἱερᾶς Συνόδου, νά προστεθῇ εἰς τάς ἐν Τουρκίᾳ Ἐπαρχίας τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου, μετά τάς ἐπελθούσας ἀνατροπάς καί τήν συρρίκνωσιν τοῦ ἐν Μικρᾷ Ἀσίᾳ καί Ἀνατολικῇ Θράκῃ πληρώματός του, μία νέα Μητρόπολις. Ὁ σοφός Πατριάρχης διεῖδε τήν σημασίαν τῆς αὐξήσεως τοῦ ἀριθμοῦ τῶν Ἐπαρχιῶν τοῦ Θρόνου ἐν Τουρκίᾳ καί ἐκτός αὐτῆς, ἱδρύσας καί τήν Ἱεράν Μητρόπολιν (νῦν Ἀρχιεπισκοπήν) Αὐστραλίας. Αἱ ἐξελίξεις ἐδικαίωσαν τάς ἐπιλογάς του.
Ποτέ ἡ ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας δέν ἦτο εἰδυλλιακή, καθ᾿ ὅτι εἶναι συνυφασμένη μετά τῶν ἀεί ἀπροβλέπτων ἱστορικῶν ἐξελίξεων. Εὐδοκεῖ ὅμως πάντοτε ὁ πανσθενής, παντεπόπτης καί πάνδωρος Κύριος καί χαρίζεται εἰς τόν λαόν αὐτοῦ θυσιαστικούς Ποιμένας, διά νά τόν στηρίζουν καί νά τόν καθοδηγοῦν ἐν καιροῖς κλύδωνος, νά ἐνθαρρύνουν δέ τάς δράσεις, τήν δημιουργικότητα καί τήν πρόοδόν του ἐν καιροῖς εὐδίας καί γαλήνης. Ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης Γρηγόριος Ζ’ καί οἱ ὀκτώ ἀρχιερατεύσαντες ἐν τῇ Ἱερᾷ Μητροπόλει Πριγκηποννήσων, ἀπόφοιτοι ἅπαντες τῆς Τροφοῦ Ἱερᾶς Θεολογικῆς Σχολῆς Χάλκης, ὑπῆρξαν αὐθεντικοί φορεῖς τοῦ πνεύματος τοῦ Φαναρίου, πνεύματος ἀκλονήτου ἐμπιστοσύνης εἰς τήν θείαν πρόνοιαν, ἀμετακινήτου πιστότητος εἰς τήν ἀποστολοδίδακτον παράδοσιν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ἤθους φιλανθρωπίας, διακονίας καί φιλογενοῦς μερίμνης διά τό ἄνωθεν ἐμπεπιστευμένον εἰς αὐτούς ποίμνιον. Ἠγωνίσθησαν ἅπαντες τόν καλόν ἀγῶνα μέ σύνεσιν καί γενναιότητα, μέ εὐήκοον οὖς ἐνώπιον τῶν σημείων τῶν καιρῶν, μέ γνώμονα πάντοτε τό γνήσιον συμφέρον τῆς Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας, ἀσυμβίβαστοι εἰς τά οὐσιώδη, εἰς τά ὅσια καί τά ἱερά, ὅμως «ἐξαγοραζόμενοι τόν καιρόν» μέ φρόνησιν, ἐπ᾿ ἀγαθῷ πάντοτε τῆς Πρωτοθρόνου Ἐκκλησίας καί τῆς Ρωμιοσύνης, ἀντιπαλαί-οντες τά δεινά, τά περιστασιακά καί τά μόνιμα.
Καί ὑμεῖς, ἀγαπητέ ἀδελφέ Μητροπολῖτα Πριγκηποννήσων κύριε Δημήτριε, συνεχίζετε τήν παράδοσιν ταύτην. Γνωρίζετε καλῶς ὅσα σήμερον συγκροτοῦν τόν κόσμον, ἐντός τοῦ ὁποίου ἡ Ἐκκλησία ζῇ καί καλεῖται νά μαρτυρῇ τόν λόγον «περί τῆς ἐν ἡμῖν ἐλπίδος» (βλ. Α΄ Πέτρ, γ΄, 15). Ἀξιοποιεῖτε τήν πεῖραν τοῦ παρελθόντος δημιουργικῶς ἐν τῷ παρόντι, στοιχοῦντες τῷ προστάγματι τοῦ Κυρίου νά τοποθετῶμεν τόν λύχνον «ἐπί τήν λυχνίαν». Καί εἰς τό πρόσωπόν σας, ὅπως καί εἰς ὅλην τήν ἱστορικήν πορείαν τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας, ἐπιβεβαιοῦται ἡ ἀλήθεια ὅτι «Ὅπου αὐξάνεται ὁ κίνδυνος, μεγαλώνει καί αὐτό πού σώζει». Σώζει δέ τά πράγματα ἡ καρτερία καί ἡ ἐλπίς, ἡ πεποίθησις ὅτι ἐδῶ εἶναι ἡ πατρῴα ἡμῶν γῆ, ἡ ἐμπιστοσύνη εἰς τήν πρόνοιαν τοῦ Θεοῦ, αἱ ὁποῖαι ἐνέπνεον καί ἐμπνέουν τήν δρᾶσιν τῶν πνευματικῶν ταγῶν καί τοῦ χριστωνύμου λαοῦ. Αἱ θεοδώρητοι ἀξίαι τῆς Ὀρθοδόξου ἡμῶν παραδόσεως συγκροτοῦν πρότασιν ζωῆς, ἡ ὁποία δίδει εἰς τόν βίον καί τά ἔργα μας πνοήν καί προοπτικήν αἰωνιότητος.
Ἐνθυμούμεθα ὅτι κατά τήν ἐνθρόνισίν σας κατά Ἀπρίλιον τοῦ ἔτους 2018, σᾶς προετρέψαμεν νά ἀναδειχθῆτε στοργικός καί πατρικός ποιμήν διά τά πνευματικά σας τέκνα εἰς τήν Ἐπαρχίαν σας. Εἴπομεν ὅτι τό μικρόν ποίμνιον ἀποτελεῖ εὐκαιρίαν προσωπικῆς ἐπικοινωνίας μέ τόν καθένα. Τό ἐπράξατε καί σᾶς συγχαίρομεν δι᾿ αὐτό. Δεθήκατε μέ τήν ἱστορικήν Ἐπαρχίαν σας, μίαν Μητρόπολιν μέ ἀνεξίτηλον τήν σφραγῖδα τῆς Ρωμιοσύνης, μέ τά μνημεῖα, τάς ἱεράς μονάς καί τά προσκυνήματά της, μέ τήν γεραράν Θεολογικήν μας Σχολήν, ἀπόφοιτος τοῦ Λυκειακοῦ Τμήματος τῆς ὁποῖας εἶσθε, ἅγιε ἀδελφέ. Ἐπαινοῦμεν ἐπίσης τήν καλήν λειτουργίαν τῶν ἐκκλησιαστικῶν πραγμάτων εἰς τήν Ἐπαρχίαν σας, ἀντανάκλασιν τῆς διοικητικῆς πείρας, τήν ὁποίαν ἀπεκτήσατε κατά τήν μακράν θητείαν σας εἰς τήν Πατριαρχικήν Αὐλήν.
Δεόμεθα τοῦ Θεοῦ τῆς ἀγάπης, τοῦ δωρησαμένου ὑμῖν πεντήκοντα ἔτη ἱερωσύνης, ἐξ ὧν τά τριάκοντα τέσσαρα ἀρχιερωσύνης, ὅπως εὐλογῇ τήν ὑμετέραν φίλην Ἱερότητα, τόν περί ὑμᾶς ἱερόν κλῆρον καί τόν θεοσεβῆ λαόν, τόν ἐνταῦθα καί τόν ἐν ἁπάσῃ τῇ δεσποτείᾳ Κυρίου, χαρίζηται δέ πᾶσιν ὑμῖν ὑγείαν, πνευματικήν εὐφροσύνην καί πᾶσαν δόσιν ἀγαθήν, πρός δόξαν τοῦ ὑπερουρανίου ὀνόματος Αὐτοῦ.
Τιμιώτατοι ἀδελφοί καί προσφιλέστατατέκνα ἐν Κυρίῳ,
Τιμῶμεν τήν μαρτυρίαν καί τήν προσφοράν τοῦ Πατριάρχου Γρηγορίου Ζ΄ καί τῶν ὀκτῶ Μητροπολιτῶν, ὑπέρ ὧν τελοῦνται σήμερον τά ἱερά μνημόσυνα. Ἐνεσάρκωσαν τό ἦθος τοῦ Καλοῦ Σαμαρείτου τῆς σημερινῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς (Λουκ. ι’, 25-37). Κατά τήν παραβολήν, ὁ Ἱερεύς καί ὁ Λευίτης ἐνδιαφέρονται ἀποκλειστικῶς διά τήν αὐστηρήν τήρησιν τοῦ «νόμου», ἀθετοῦντες ὅμως φαρισαϊκῶς «τά βαρύτερα τοῦ νόμου», τήν ἀγάπην καί τήν φιλανθρωπίαν. Ὁ Καλός Σαμαρείτης ἀποδεικνύεται, ἄνευ ὅρων, φιλάνθρωπος «πλησίον» καί συμπαραστάτης τοῦ ἐμπεσόντος εἰς τούς ληστάς. Εἶναι ἐντυπωσιακόν ὅτι ὁ Χριστός ἀπαντᾷ εἰς τήν ἀρχικήν ἀπορίαν τοῦ Νομικοῦ «Καί τίς ἐστί μου πλησίον» (Λουκ. ι’, 29) μέ ἕν ἐρώτημα «Τίς οὖν τῶν τριῶν, πλησίον δοκεῖ σοι γεγονέναι τοῦ ἐμπεσάντος εἰς τούς ληστάς» (Λουκ. ι’, 37). Τό μήνυμα τοῦ Εὐαγγελίου εἶναι ὅτι ἀντί νά θέτωμεν ἐρωτήματα περί τοῦ «τίς ἐστιν ὁ πλησίον», ὀφείλομεν νά ἀναδεικνυώμεθα ἡμεῖς «πλησίον» πρός πάντας τούς χρῄζοντας βοηθείας.
Ἡ ζωή τῆς Ἐκκλησίας, εἰς ὅλας τάς λειτουργίας καί τάς διαστάσεις της, ἀπηχεῖ τήν νίκην τοῦ Ἀναστάντος ἐκ τάφου Χριστοῦ κατά τοῦ θανάτου, διαλαλεῖ τό κοσμοχαρμόσυνον μήνυμα τῆς συναναστάσεως τοῦ γένους τῶν ἀνθρώπων, προανάκρουσμα πάντων τῶν θαυμασίων τῆς Βασιλείας τῶν Ἐσχάτων, «ἅ ὀφθαλμός οὐκ οἶδε καί οὖς οὐκ ἤκουσε καί ἐπί καρδίαν ἀνθρώπου οὐκ ἀνέβη, ἅ ἡτοίμασεν ὁ Θεός τοῖς ἀγαπῶσιν αὐτόν» (Α’ Κορ. β’, 9). Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἡ εἰκών τῆς «καινῆς κτίσεως», ἔνθα «ὁ θάνατος οὐκ ἔσται ἔτι, οὔτε πένθος οὔτε κραυγή οὔτε πόνος οὐκ ἔσται ἔτι» (Ἀποκ. κα’, 4).
Ὅταν ψάλλωμεν τό «Αἰωνία ἡ μνήμη», δέν ἀναφερόμεθα εἰς τήν διαφύλαξιν τῆς ἀναμνήσεως τῶν θανόντων εἰς τήν μνήμην τῶν ζώντων, ἀλλά εἰς τήν ἐγγραφήν τῶν ὀνομάτων τῶν κοιμηθέντων εἰς τήν αἰωνίαν μνήμην τοῦ Θεοῦ κατά τήν «κοινήν ἀνάστασιν» ἐν τῇ δευτέρᾳ καί ἐνδόξῳ παρουσίᾳ τοῦ Χριστοῦ. Εἴμεθα βέβαιοι, ὅτι ὁ ἀοίδιμος Πατριάρχης Γρηγόριος Ζ’ καί οἱ μακαριστοί ὀκτώ Μητροπολῖται Πριγκηποννήσων δέονται ὑπέρ πάντων ἡμῶν, ἰδιαιτέρως δέ καί ἀδιαλείπτως ὑπέρ τοῦ σημερινοῦ Ποιμενάρχου του και διαδόχου αυτών καί τοῦ χριστωνύμου πληρώματος τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Πριγκηποννήσων.
Εἴη ἡ μνήμη αὐτῶν αἰωνία καί ἄληστος!
ΠΡΟΣΦΩΝΗΣΙΣ ΤΟΥ ΣΕΒ. ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΡΙΓΚΗΠΟΝΝΗΣΩΝ κ. ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΠΡΟΣ ΤΗΝ Α.Θ.ΠΑΝΑΓΙΟΤΗΤΑ ΤΟΝ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΝ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΝ κ.κ. ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΝ ΚΑΤΑ ΤΟ ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΟΝ ΙΕΡΟΝ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟΝ ΥΠΕΡ ΑΝΑΠΑΥΣΕΩΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ Ζ’ ΚΑΙ ΤΩΝ ΟΚΤΩ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΩΝ ΠΡΙΓΚΗΠΟΝΝΗΣΩΝ (Ἱ. Μητροπολιτικός Ναός Ἁγίου Δημητρίου Πριγκήπου, 10 Νοεμβρίου 2024)
Παναγιώτατε Δέσποτα,
Μέ τήν Ὑμετέρα Σεπτή φυσική παρουσία καί μέ τήν ἐπ’ἐλπίδι Ἀναστάσεως προσδοκία τῶν ἐν Κυρίῳ ἀναπαυομένων ἐν τῇ ἐπέκεινα τοῦ κόσμου ζωῇ πατέρων καί ἀδελφῶν μας ἐν τῇ διακονίᾳ τῆς μαρτυρικῆς Μητρός Ἐκκλησίας καί τῆς τιμωμένης ταύτης Ἐπαρχίας της, Γρηγορίου Πατριάρχου καἰ Ἀγαθαγγέλου, Θωμᾶ, Δωροθέου, Κωνσταντίνου, Ἀγαπίου, Καλλινίκου, Συμεών καί Ἰακώβου τῶν Μητροπολιτῶν αὐτῆς, κατακλείομεν τάς ὑπό τῆς Ὑμετέρας Θειοτάτης Παναγιότητος εὐλογηθείσας εὐμνημόνους ἱεράς λειτουργικάς παραστάσεις καί λοιπάς ἐπετειακάς ἐκδηλώσεις τῆς ἑκατονταετηρίδος τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Πριγκηποννήσων.
Ἐπί τούτοις, ἡ πρός τόν Πανάγαθον Θεόν ἀέναος εὐγνωμοσύνη πάντων ἡμῶν εἶναι πηγαία καί διηνεκής.
Ὡς γνωστόν, ἡ Ἱερά αὐτή Ἐπαρχία τῆς Μητρός Ἐκκλησίας ὀφείλει τήν ἵδρυσίν της εἰς τήν ἕνεκα τῆς μεσολαβησάσης Μικρασιατικῆς τραγῳδίας αἰφνιδίαν διασάλευσιν τῆς κανονικῆς λειτουργίας τοῦ Θρόνου, συμφώνως καί πρός τά ὅσα ὁ ἱδρυτικός αὐτῆς Τόμος διαλαμβάνει.
Παρά το ἐξ αὐτῆς ὅμως προκληθέν βαθύτατο καί πάγκοινο ἀνά τήν κληρουχία τοῦ Θρόνου ἐκκλησιαστικό καί ὁμογενειακό ἄλγος μετ΄ ἀνελπίστων συνεπειῶν, ὁ Πάνσεπτος Οἰκουμενικός Θρόνος, παρακατατιθέμενος πάντοτε εἰς μόνην τήν Πρόνοιαν τοῦ Θεοῦ τό αὔριον τῆς ζωῆς καί μαρτυρίας του, οὐδ’ἐπί στιγμήν κατέλιψε και τότε, ἐν τῷ μαρτυρικῷ προσώπῳ Γρηγορίου τοῦ Ζ΄ και τῶν διαδόχων αὐτοῦ, τόν μυστικόν ἀγῶνα τῆς θεαρέστου καρτερίας καί τῆς εἰς Χριστόν ἐλπἰδος καί πίστεως.
Καί ἐπέβλεψεν ἐν τέλει ἐξ ὕψους ἁγίου Του ὁ μόνος τῆς ἱστορίας τοῦ κόσμου ἐξουσιαστής καί τῆς Ἐκκλησίας ἱδρυτής καί οἰκοστρόφος Κύριος, ἐπιτρέψας τἠν συνέχισιν τῆς ἀπ’αἰώνων διακονίας τοῦ Θρόνου εἰς τήν καθηγιασμένην Ἱεράν Ἕδραν του, καθ’ἥν στιγμήν κατά τάς ζοφώδεις ἐκείνας ἠμέρας τῆς τῶν πάντων ταραχῆς, πολλοί διελογίζοντο τήν τελευτήν τῆς ἐνταῦθα παραμονῆς του.
Καί ἤδη παρῆλθεν μία ἑκατονταετία κυμαινομένης ἐκκλησιαστικῆς καί ὁμογενειακῆς ζωῆς, τῆς ὁποίας ἀσφαλῶς ἡ θεώρησις δέν ἐμπίπτει εἰς τά πλαίσια τῆς ἐκφωνουμένης εύλαβοῦς προσλαλιᾶς ἐξ ἀφορμῆς τῆς τελέσεως ὑπό τῆς Ὑμετέρας Θειοτάτης Παναγιότητος ἱεροῦ μνημοσύνου διά τόν προκάτοχον Αὐτῆς Πατριάρχην Γρηγόριον τόν Ζ΄ καί τούς ὀκτώ Μητροπολίτας Πριγκηποννήσων.
Παναγιώτατε,
Κατά τήν διαρρεύσασα ἑκατονταετία Πατριαρχική Λειτουργία οὐδέποτε ἐτελέσθη εἰς τήν Μητρόπολιν Πριγκηποννήσων, οὔτε καί χοροστασία ἀπό τούς ἀμέσους διαδόχους Γρηγορίου Ζ΄ παρ’ ὅτι ὁ ἀοίδιμος Πατριάρχης Φώτιος Β΄ κατήγετο ἐκ Πριγκήπου. Ὁ Πατριάρχης Ἀθηναγόρας ἐπεσκέφθη άσφαλῶς τήν Μητρόπολιν, πιθανολογῶ μή χοροστατήσας, ἐξαιρουμένων βεβαίως τῶν χοροστασιῶν του εἰς τάς Ἱεράς Πατριαρχικάς Μονάς Ἁγίας Τριάδος Χάλκης καί Μεταμορφώσεως Χριστοῦ Πρώτης. Μόνον ὁ Πατριάρχης Δημήτριος προσελθών, προσκλήσει τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου Πριγκηποννήσων Συμεών, ἐχοροστάτησεν εἰς τόν περικαλλῆ τοῦτον Μητροπολιτικόν Ναόν ἐπί τῷ ἐξωραϊσμῷ αὐτοῦ τήν 31ην Ἰουλίου 1988 καί προσέφερεν εἰς αὐτόν τεμάχιον ἱεροῦ Λειψάνου τοῦ Ἁγίου Δημητρίου, προστάς ὡσαύτως καί τῆς ἐξοδίου ἀκολουθίας ἐν αὐτῷ τοῦ ἀειμνήστου Μητροπολίτου Πριγκηποννήσων Ἀγαπίου τήν 31ην Αὐγούστου 1979.
Συνεπῶς, Ὑμεῖς μόνον, Παναγιώτατε, ἐχοροστατήσατε οὐχί ἅπαξ εἰς τήν ἕδραν καί τάς λοιπάς νήσους τῆς Μητροπόλεως και εἶσθε ὁ μόνος πλέον δίς ἱερουργήσας ἐνταῦθα ἐν εὐφροσύνῃ καί ἐν μνημοσύνῃ κατά τε τόν παρελθόντα Ἰούλιον καί σήμερον, ἐν συλλειτουργίᾳ μετά σεβασμίων ἀδελφῶν Ἱεραρχῶν τοῦ Θρόνου, πρός τούς ὁποίους, καθώς καί εἰς τούς συμπροσευχομένους ἀπευθύνω ἐγκαρδίους ἀδελφικάς εὐχαριστίας, χαίρων ἐν εὐχαριστίᾳ καί διά τήν προσευχητικήν και αὖθις συμμετοχήν τοῦ τε Ἐξοχωτάτου Πρέσβεως κυρίου Κωνσταντίνου Κούτρα, Γενικοῦ Προξένου τῆς Ἑλλάδος ἐνταῦθα, και πάντων τῶν προσελθόντων.
Παναγιώτατε,
Διά τόν πολύν λειτουργικόν κόπον, τόν ὁποῖον καταβάλατε, προσερχόμενος διά δευτέραν φοράν εἰς τήν Πρίγκηπον μετά τῆς Αύλικῆς Σας συνοδείας, βαθυσεβάστως Σᾶς εὐχαριστῶ.
Ἐπιτρέψατέ μου ὄμως μέ περίσσευμα συγκινήσεως νά Σᾶς εὐχαριστήσω ὁλοψύχως καί ὅλως ἰδιαιτέρως διότι, πέραν τῆς σεβασμίας μνήμης τῶν προσώπων Πατριάρχου και Ἱεραρχῶν ἐτιμήσατε ἀρρήτως ἐν προσευχῇ καί εὐγνωμοσύνῃ καί τήν μνήμην τῆς ὅλης μαρτυρικῆς στάσεως Γρηγορίου τοῦ Ζ΄ καί ούχί μόνον, ἔναντι τῶν συνθηκῶν τῶν ἡμερῶν ἐκείνων, ἡ ὁποία μνήμη, κατά τόν Σεφέρη, «ὅπου καί νά τήν ἀγγίξῃς πονεῖ» («Μνήμη» α΄ 245).
Ὑποκλίνομαι καί ἐγώ ὁ έλάχιστος εἰς τήν μνήμην των, ταπεινῶς συνευχόμενος διά τήν αἰωνίαν ἀνάπαυσίν των ἐν τῷ παραδείσῳ τῆς τρυφῆς.
Κύριος ὁ Θεός, εὐχαῖς αὐτῶν, καί ἡμῶν τῶν ταπεινῶν, νά Σᾶς πολυετῆ, Παναγιώτατε, ἐν εἰρήνῃ καί εύφροσύνῃ και Χάριτι Αὐτοῦ.
Εἰς πολλά ἔτη, Δέσποτα!