Δημοσιεύθηκε: Κυριακή 21 / 7 / 2024 , 1:09 από news_room
Ο ΠτΔ Νίκος Χριστοδουλίδης συναντήθηκε με τον Πρωθυπουργό της Ελλάδας – Eκδήλωση για την επέτειο της τουρκικής εισβολής
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Νίκος Χριστοδουλίδης είχε το Σάββατο 20 Ιουλίου 2024 κατ’ ιδίαν συνάντηση με τον Πρωθυπουργό της Ελλάδας κ. Κυριάκο Μητσοτάκη, ο οποίος έφτασε στην Κύπρο, για να παραστεί στην εκδήλωση για καταδίκη της τουρκικής εισβολής, που πραγματοποιείται απόψε στο Προεδρικό Μέγαρο.
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας και η σύζυγος του κα Φιλίππα Καρσερά Χριστοδουλίδη υποδέχθηκαν στις 7:45 μ.μ. τον Πρωθυπουργό της Ελλάδας και τη σύζυγό του κα Μαρέβα Μητσοτάκη, στο Προεδρικό Μέγαρο.
Ακολούθως, μετέβησαν στους κήπους του Προεδρικού Μεγάρου, όπου η Υφυπουργός Πολιτισμού κα Βασιλική Κασσιανίδου τούς παρουσίασε το Συμμετοχικό Έργο Τέχνης «ΝΗΜΑΤΑ», με το οποίο μπορεί κάποιος να χαράξει τη πορεία που ακολούθησε η οικογένειά του στην ελεύθερη Κύπρο από τα κατεχόμενα, ως πρόσφυγες αμέσως μετά την τουρκική εισβολή.
Η Πρώτη Κυρία χάραξε στο έργο την πορεία που διένυσε η οικογένειά της ως πρόσφυγες από την Αμμόχωστο μετά την εισβολή, πλέκοντας το νήμα στο έργο και σημειώνοντας ότι το νήμα που αφορά στην οικογένειά της τελειώνει και πάλι στην Αμμόχωστο, όπου οραματίζονται και ελπίζουν να επιστρέψουν.
Ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας και η σύζυγός του εξήραν την ιδέα της πραγμάτωσης του έργου, σημειώνοντας ότι είναι εξαιρετικό και συγκινητικό.
Στη συνέχεια, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας και ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας είχαν κατ’ ιδίαν συνάντηση στο Γραφείο του Προέδρου.
Καλωσορίζοντας τον Πρωθυπουργό, ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης είπε, μεταξύ άλλων: «Θέλω να σε ευχαριστήσω για αυτήν την ιστορική επίσκεψη, την πρώτη Έλληνα Πρωθυπουργού στις επετειακές εκδηλώσεις για καταδίκη του προδοτικού πραξικοπήματος και της τουρκικής εισβολής. Η παρουσία σου εδώ δεν είναι μόνο συμβολικής σημασίας, είναι περισσότερο ουσιαστικής. Μπορώ να μιλήσω από την εμπειρία μου αυτούς τους μήνες που είμαι στην Προεδρία της Κυπριακής Δημοκρατίας ότι θεωρώ πως αντανακλά και το επίπεδο των σχέσεων των δύο χωρών και της προσωπικής μας σχέσης, μιας σχέσης που ίσως για πρώτη φορά σε τέτοιο βαθμό υπάρχει αυτή η ειλικρίνεια, ο αλληλοσεβασμός, η συζήτηση όλων των θεμάτων, όπως αρμόζει σε δύο αδελφικά κράτη, όπως η Ελλάδα και η Κύπρος.

Η σημερινή μέρα είναι μέρα μνήμης, είναι μέρα τιμής. Την ίδια στιγμή, όμως, είναι και μέρα περισυλλογής. Πενήντα χρόνια είναι πάρα πολλά και, ως ο πρώτος Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας που γεννήθηκε λίγο πριν από την εισβολή, μεγάλωσα σε μια πατρίδα υπό κατοχή. Νιώθω έντονα την υποχρέωση να πράξω ό,τι είναι δυνατόν, παρά τις δυσκολίες, τα προβλήματα, έτσι ώστε να τερματιστεί αυτή η επικίνδυνη και απαράδεκτη κατάσταση πραγμάτων και να επανενώσουμε τον τόπο μας. Πραγματικά πιστεύω ότι ναι, μπορούμε να φτάσουμε στην πολυπόθητη απελευθέρωση, στην επανένωση της πατρίδας μας. Η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) έχει τις λύσεις, έχει τις απαντήσεις, ακόμη και στα πιο δύσκολα θέματα στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Οι επόμενοι μήνες θα είναι κρίσιμοι, θα είναι δύσκολοι. Τους επόμενους μήνες θα λάβουμε ενδεχομένως κρίσιμες και τολμηρές αποφάσεις. Είμαστε έτοιμοι να γράψουμε Ιστορία και να επανενώσουμε τον τόπο μας, την Κύπρο, πάντα στη βάση του συμφωνημένου πλαισίου.
Η Κυπριακή Δημοκρατία είναι κράτος μέλος της ΕΕ και θα συνεχίσει να είναι και μετά τη λύση του Κυπριακού, και θα μπορεί με την επανένωση, με την επίλυση, να αξιοποιήσει το σύνολο των δυνατοτήτων της.»
Από την πλευρά του ο κ. Μητσοτάκης είπε, μεταξύ άλλων, ότι είναι με αισθήματα βαθιάς συγκίνησης που βρίσκεται στην Κύπρο, εκπροσωπώντας τις Ελληνίδες και τους Έλληνες απανταχού της γης σε μια μέρα με πολύ βαρύ συμβολισμό, «για να στείλουμε και εμείς το μήνυμα μας σε εσάς ότι δεν ξεχνούμε».
Είπε ακόμη ότι και ο ίδιος ως παιδί πριν από 50 χρόνια έχει αναμνήσεις από τον Αττίλα.
«Είμαι εδώ, για να δηλώσω κατηγορηματικά και απερίφραστα την αμέριστη στήριξη της Ελλάδας στην Κύπρο, την αμέριστη στήριξή μας στη νέα προσπάθεια, η οποία πρέπει να γίνει, για να επανενωθεί το νησί στο πλαίσιο των αποφάσεων των Ηνωμένων Εθνών (ΗΕ)», είπε ο Πρωθυπουργός, σημειώνοντας ότι θέλει να εξάρει «το επίπεδο των πολιτικών και προσωπικών μας σχέσεων», κάτι που είναι όπως είπε απαραίτητο, για να μπορέσουμε να προχωρήσουμε μπροστά με έναν νέο ρεαλισμό, μαθαίνοντας από τα λάθη του παρελθόντος και με επιμονή να μην κάνουμε την ακινησία μια νέα πραγματικότητα.
Ο Έλληνας Πρωθυπουργός επεσήμανε τον σημαντικό ρόλο της ΕΕ στο Κυπριακό και επεσήμανε τις δηλώσεις των Προέδρων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Πρόσθεσε ότι όντως οι επόμενοι μήνες θα είναι κρίσιμοι, υπογραμμίζοντας ότι η στήριξη της Ελλάδας προς την Κύπρο είναι δεδομένη.
Για τη σημερινή μέρα και την αποψινή εκδήλωση ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας είπε ότι είναι σημαντικό να γίνει μια αντίστιξη «μεταξύ της σεμνότητας της εκδήλωσης» στο Προεδρικό Μέγαρο «και αυτών που έγιναν στο βόρειο τμήμα του νησιού σήμερα».
Ομιλία του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας κ. Νίκου Χριστοδουλίδη σε εκδήλωση για την επέτειο της τουρκικής εισβολής
Πενήντα χρόνια μετά, η Ιστορία καταγράφει ότι το προδοτικό πραξικόπημα της Χούντας των Αθηνών και των εδώ συνεργατών της, που ανέτρεψε τον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας Αρχιεπίσκοπο Μακάριο, χρησιμοποιήθηκε ως πρόσχημα από την Άγκυρα, για να εισβάλει στην Κύπρο, διαπράττοντας ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα στη σύγχρονη μεταπολεμική Ιστορία της Ευρώπης και υλοποιώντας έναν πάγιο τουρκικό στόχο, αυτόν της διαίρεσης και της δημογραφικής αλλοίωσης πέραν του ενός τρίτου της πατρίδας μας.
Ο πόνος από τα μαύρα γεγονότα του καλοκαιριού του 1974 και οι θύμησες θυμού, ντροπής και απελπισίας παραμένουν όλα άσβεστα και γυροφέρνουν στη σκέψη, σαν χιλιάδες μέλισσες γύρω από το κουφάρι του τραγικού βασιλιά της Σαλαμίνας Ονήσιλου.
Μοιραία οι μνήμες ξαναζωντανεύουν κάθε καλοκαίρι στο άκουσμα των σειρήνων του πολέμου, μαζί με ρίγος συγκίνησης και μιας –δύσκολης να την περιγράψεις με λόγια– έντονης ανησυχίας για τον χρόνο που περνά χωρίς επιστροφή, χωρίς δικαίωση. Μνήμες όλων, ζώντων προσφύγων, νέων γενιών, θύμησες και τιμές για όλους όσοι ηρωικά ή εντελώς άδοξα χάθηκαν ή υπέφεραν από τον τουρκικό κατοχικό στρατό και υποφέρουν ακόμη από την κατοχή.
Ίσως σας ενδιαφέρει:
- Πενήντα χρόνια κατοχής. Χρόνια εγκαρτέρησης
- Σερρών Θεολόγος: «Απαράδεκτες και προκλητικές οι δηλώσεις του Τούρκου Προέδρου για την Κύπρο!»
- Η διαταγή “δόθηκε”: «Σκοτώστε τον Μακάριο»
- Μνημόσυνο πεσόντων κατά τη διάρκεια του πραξικοπήματος
Η σκέψη μας πάντα στις μανάδες με τα μαύρα στα οδοφράγματα μέρες και χρόνια ατέλειωτα, στο κλάμα, στα λεωφορεία, με τα οποία δεν επέστρεψαν όλοι, στη βοήθεια που δεν ήρθε ποτέ, στα σπίτια μας, που ο προδομένος και άνισος πόλεμος μάς ανάγκασε να εγκαταλείψουμε, στα ατέλειωτα γιατί «μας τους έφερε η αγαπημένη θάλασσα της Κερύνειας».
Περιμένοντας καρτερικά, όλοι μας στρέφουμε το σκυμμένο κεφάλι στον βουβό Πενταδάκτυλο με την παράνομη σημαία, στην Κερύνεια, στην Αμμόχωστο, στη Μόρφου, στην Καρπασία, στα Μαρωνίτικα χωριά μας, από άκρη σε άκρη της Κύπρου, που στερείται μισό αιώνα ελευθερίας.
Αδυσώπητα κυνική η μνήμη, μας μεταφέρει στο τραγικό εκείνο θέρος του 1974, που στιγμάτισε τις ζωές όλων των Κυπρίων, μαζί και το μέλλον της πολύπαθης πατρίδας μας. Που καθόρισε την ιστορική εξέλιξη του λαού και της κοινωνίας μας, σε κάθε της φάσμα, με διχοτομικές γραμμές και συρματοπλέγματα, που χαράχθηκαν και παγιώθηκαν ενάντια στη βούληση και στα οράματά μας.
Πριν από 50 χρόνια, η Τουρκία εισέβαλε στην Κύπρο, χαράζοντας κατά τρόπο ιταμό την Ιστορία του τόπου, μαζί και του λαού του. Τραγικοί γονείς που έχασαν παιδιά, μάνες που έχασαν γιους, μικρά παιδιά που απώλεσαν πατεράδες, συγγενείς που σκορπίστηκαν, έχοντας χάσει τους δικούς τους στις μάχες ή στις στυγερές δολοφονίες, άνθρωποι που βρέθηκαν στην πρώτη γραμμή για προάσπιση της Δημοκρατίας και φέρουν ακόμη, μισό αιώνα μετά, τα τραύματα στο σώμα από τις μάχες του πολέμου.
Μπροστά σε όλους αυτούς στεκόμαστε καθημερινά με δέος. Και ΔΕΝ ΞΕΧΝΑΜΕ. Η φετινή μαύρη επέτειος, σηματοδοτώντας μισό αιώνα κατοχής και στέρησης των βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ελευθεριών μας, μοιάζει με βάρος ασήκωτο, αδικία που μας πνίγει κατάφορα, προκαλώντας συναισθήματα που πολύ δύσκολα μπορούν να περιγραφούν με λόγια.
Είναι πενήντα τα χρόνια και δυστυχώς είναι αδιανόητα πολλά. Μια ολόκληρη γενιά, η δική μου γενιά, αυτή των παιδιών του πολέμου, γεννήθηκε και μεγάλωσε στην προσφυγιά, στην κατοχή, στην ωμή και σκληρή πραγματικότητα μιας Κύπρου διαιρεμένης διά της ισχύος των όπλων. Γεννήθηκε και μεγάλωσε με τον πόλεμο και τις τραγικές συνέπειές του, την κατοχή και την αποστέρηση των περιουσιών και των ελευθεριών μας.

Θεατράκι Προεδρικού Μεγάρου, Λευκωσία, Κύπρος
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Νίκος Χριστοδουλίδης εκφωνεί ομιλία στην εκδήλωση για την επέτειο της τουρκικής εισβολής, στην παρουσία του Πρωθυπουργού της Ελλάδας κ. Κυριάκου Μητσοτάκη.
//
President of the Republic of Cyprus – Event on the occasion of the Turkish invasion of 1974
Presidential Palace Theatre, Lefkosia, Cyprus
The President of the Republic of Cyprus, Mr Nikos Christodoulides, addresses the event on the occasion of the Turkish invasion of 1974, in the presence of the Prime Minister of the Hellenic Republic, Mr Kyriakos Mitsotakis.
Τα παιδιά του πολέμου, που χώθηκαν στην αγκαλιά της μάνας τους τις τραγικές εκείνες ημέρες του 1974, που έπαιζαν και μάθαιναν γράμματα στα αντίσκηνα και αναγιώθηκαν σε προσφυγικούς συνοικισμούς, απέκτησαν πλέον τα δικά τους παιδιά, την τέταρτη γενεά προσφύγων, ποθώντας ακόμη τη μέρα της επιστροφής, νοιώθοντας αδικαίωτα και προδομένα. Ταυτόχρονα και η γενιά των παππούδων μας, που έφυγε χωρίς να ταφεί στα πατρογονικά χώματα και με ανεκπλήρωτη την επιθυμία της επιστροφής.
Είναι πολλές οι τραγικές συνέπειες της τουρκικής εισβολής και κατοχής, με καταστροφικές επιπτώσεις, που τραυμάτισαν βαθιά τη χώρα μας και συνεχίζουν να αποτελούν τροχοπέδη ειρήνης, ασφάλειας, περαιτέρω ανάπτυξης και ευημερίας.
Είναι ασήκωτες οι ευθύνες όσων άνοιξαν τον δρόμο αλλά και όσων διέπραξαν την εισβολή και συντηρούν την κατοχή, επιχειρώντας μάλιστα τη νομιμοποίηση των παράνομων τετελεσμένων.
Μισό αιώνα μετά, η Τουρκία παραμένει ο εισβολέας και ο παρανόμως κατέχων του 37% της γης μας, ο υπεύθυνος βάσει όλων των αποφάσεων της διεθνούς κοινότητας για τη συνέχιση της παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων του συνόλου του κυπριακού λαού, Ελληνοκυπρίων, Τουρκοκυπρίων, Μαρωνιτών, Αρμενίων και Λατίνων, στην ίδια τους την πατρίδα.
Οι πράξεις της Τουρκίας συνιστούν κατάφωρη παραβίαση του Διεθνούς και Ευρωπαϊκού Δικαίου, του Χάρτη του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, της κυριαρχίας, ανεξαρτησίας και εδαφικής ακεραιότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας και αδιαμφισβήτητη παραβίαση των θεμελιωδών ελευθεριών και ανθρωπίνων δικαιωμάτων όλων των Κυπρίων. Οι Κύπριοι είμαστε οι μόνοι πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης που δεν μπορούμε να απολαύσουμε όλα τα ανθρώπινα δικαιώματα της ελεύθερης διακίνησης, εγκατάστασης, εργασίας, της ιδιοκτησίας, τις βασικές μας ελευθερίες στο 37% της πατρίδας μας, στις πατρογονικές μας εστίες.
Όλα όσα απαράδεκτα και καταδικαστέα βλέπουμε να διαδραματίζονται σήμερα στην Ουκρανία, στα οποία πολύ ορθώς αντιδρά με καταδικαστικό τρόπο η διεθνής κοινότητα, στα οποία η Κύπρος και η Ελλάδα βρίσκονται στη σωστή πλευρά της Ιστορίας, διαπράχθηκαν πριν από 50 χρόνια στην ευρωπαϊκή Κύπρο και κάθε μέρα βιώνουμε τις συνέπειές τους.
Αυτή είναι η ψυχρή ιστορική πραγματικότητα. Γι’ αυτό και είναι αδήριτη η ανάγκη τερματισμού του σημερινού απαράδεκτου status quo και αποκατάστασης των βασικών ελευθεριών και ανθρωπίνων δικαιωμάτων για όλους ανεξαίρετα τους Κυπρίους. Αυτό, εξάλλου, προστάζουν:
- ο άδικος χαμός εκατοντάδων ανθρώπων και ο βίαιος ξεριζωμός δεκάδων χιλιάδων οικογενειών από τα σπίτια τους,
- οι αγνοούμενοι, των οποίων η τύχη δεν έχει ακόμη διακριβωθεί, και τα παιδιά και τα εγγόνια τους που ακόμη περιμένουν,
- οι εγκλωβισμένοι μας που παρέμειναν, παρά τις διώξεις, πιέσεις και τις συνεχείς προκλήσεις, στις εστίες τους,
- η επονείδιστη καταστροφή της πολιτιστικής και θρησκευτικής μας κληρονομιάς, οι εκκλησιές, τα ιστορικά μας μνημεία, η φύση, οι τόποι μας.
Η πεντηκοστή επέτειος από το προδοτικό πραξικόπημα και τη βάρβαρη τουρκική εισβολή στην Κύπρο, προσφέρεται, με τον έντονο χρονικό συμβολισμό της, πέραν της καταδίκης, για συλλογικό προβληματισμό, εξαγωγή διδαγμάτων, αξιολόγηση της μέχρι σήμερα ακολουθητέας πορείας και καθορισμό αρχών, αξιών και θέσεων σε σχέση με τη διαχείριση της συνεχιζόμενης από το 1974 κατοχής μεγάλου τμήματος της επικράτειας ενός ανεξάρτητου και κυρίαρχου κράτους, της Κυπριακής Δημοκρατίας, μέλους του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών και κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Το 1974 η πατρίδα μας, η Κυπριακή Δημοκρατία υπέστη ένα διπλό βιασμό που την τραυμάτισε, τη διαίρεσε, τη λύγισε, αλλά, παρά τις προσπάθειες κάποιων για αφανισμό της, δεν την κατέστρεψε.
Ναι, μετράμε φέτος πενήντα συναπτά τραγικά καλοκαίρια και πολλαπλές ανοικτές πληγές. Ενάντια όμως στις επιθυμίες και προσπάθειες κάποιων, μετράμε, την ίδια στιγμή, και πενήντα χρόνια, στα οποία ο Κυπριακός Ελληνισμός δεν συμβιβάστηκε, δεν παραιτήθηκε, δεν ξέχασε. Παρά τις δυσκολίες, τον πόνο, τα προβλήματα, δεν υποκύψαμε και δεν συνηθίσαμε. Πορευθήκαμε και αγωνιστήκαμε χωρίς να συμβιβαστούμε με την κατοχή. Ο Κυπριακός Ελληνισμός εργάστηκε σκληρά, πίστεψε σε αρχές και αξίες οικουμενικές, ανέδειξε και ενίσχυσε περαιτέρω την κρατική υπόσταση της Κυπριακής Δημοκρατίας, καταβάλλοντας συνεχώς προσπάθειες για τερματισμό της κατοχής και επανένωση της χώρας και του λαού της.
Χωρίς ποτέ να ξεχνά, ο κυπριακός λαός στάθηκε όρθιος, ανασύνταξε δυνάμεις, στέγασε προσωρινά τους εκτοπισμένους του, μεγάλωσε τα παιδιά του. Ο κυπριακός λαός δεν ξέχασε: καρτερεί, ελπίζει και αγωνίζεται.
Στέκομαι σήμερα μπροστά σας σε μια μαύρη επέτειο για την Κύπρο και για τον Ελληνισμό, μισό αιώνα μετά απότην πιο τραγική και πιο ολέθρια στιγμή της νεότερης Ιστορίας τούτου του τόπου, ο πρώτος Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας που γεννήθηκε λίγους μόλις μήνες πριν από εκείνο τον μαύρο Ιούλιο και μεγάλωσε μαζί με τα άλλα παιδιά του πολέμου, της προσφυγιάς, του Δεν Ξεχνώ, της αδιάκοπης προσπάθειας για ευημερία, αλλά και της αναζήτησης του σωστού, του δίκαιου, της ελπίδας μετά από πολλές και συνεχιζόμενες απογοητεύσεις, που μεγάλωσε σε μια πατρίδα ακούγοντας πολλά ηχηρά συνθήματα, αλληλοκατηγορίες, αναφορές σε προδότες και πατριώτες, στημένες διαχωριστικές γραμμές ανάμεσά μας, με τον τόπο όμως να συνεχίζει να είναι υπό κατοχή.
Δεν είναι η ώρα για αποτίμηση της Ιστορίας. Δεν είναι η στιγμή για κριτική, για αναφορά σε λάθη, σε καλούς και κακούς, σε πατριώτες και σε προδότες. Είμαι απόψε εδώ, πενήντα χρόνια από το μαύρο καλοκαίρι του 1974, για να τονίσω με τον πλέον εμφατικό τρόπο ότι ο δρόμος για εμένα, για τη δική μου γενιά, για τη γενιά της εισβολής, μία και μόνον κατεύθυνση έχει, διότι η μη λύση δεν είναι λύση, διότι δεν συμβιβαζόμαστε με τη διχοτόμηση, διότι γνωρίζουμε πολύ καλά ποιος ευνοείται από το πέρασμα του χρόνου και τη στασιμότητα, διότι κύρια έγνοια και προτεραιότητά μου είναι ο τερματισμός της κατοχής, η απελευθέρωση και η επανένωση της πατρίδας μας. Και, ναι, με την απαιτούμενη πολιτική βούληση και σε πλήρη συντονισμό με την Ελληνική Κυβέρνηση στοχεύουμε σε μια λύση βασισμένη στα σχετικά ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών και στο ευρωπαϊκό κεκτημένο. Παρά τις προκλήσεις, τις δυσκολίες, τις απογοητεύσεις, τον άνισο πολλές φορές αγώνα, πραγματικά πιστεύουμε ότι μπορούμε να βρούμε διεξόδους ακόμη και στα πιο ακανθώδη ζητήματα.
Δεν υπάρχει για εμάς άλλη επιλογή από την προσήλωση στον τερματισμό της κατοχής και στην επανένωση της πατρίδας μας. Πρέπει να απαλλαγούμε από την κατοχή και τη διαίρεση, που διαβρώνουν τις δυνάμεις και τις δυνατότητες της Κύπρου για περαιτέρω πρόοδο και ευημερία, που ακυρώνουν το όραμα της ενιαίας, κοινής ευημερούσας πατρίδας, και δεν επιτρέπουν στη χώρα μας να αξιοποιήσει το σύνολο των δυνατοτήτων της. Και ο μόνος δρόμος, για να τα πετύχουμε, είναι η θωράκιση της διεθνούς υπόστασης της Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω της ενίσχυσης όλων των παραγόντων ισχύος του κράτους, της οικονομίας, της κοινωνικής συνοχής και δικαιοσύνης, της στρατιωτικής αποτρεπτικής ισχύος, της ανάδειξης του ρόλου της Κύπρου ως πυλώνας ασφάλειας και σταθερότητας, με πράξεις και όχι με λόγια, στην τόσο σημαντική περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και της ευρύτερης Μέσης Ανατολής, η σωστή ανάγνωση των διεθνών εξελίξεων, η κατανόηση των γεωστρατηγικών ισορροπιών και ο ουσιαστικός ρόλος και λόγος εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο μόνος δρόμος, και είναι αυτός που ακολουθώ με συνέπεια και θα συνεχίσω ακούραστα να το πράττω, είναι ο δρόμος της προόδου, της συνεργασίας και της ειρήνης, ο δρόμος της συνέχισης κάθε προσπάθειας για διάρρηξη του αδιεξόδου και επανέναρξης των συνομιλιών το συντομότερο δυνατόν. Ζητούμενα είναι η απελευθέρωση και μια λύση που θα επανενώνει πραγματικά τη χώρα και τον λαό της μέσα σε συνθήκες δημοκρατίας, ασφάλειας, ίσων δικαιωμάτων και ευκαιριών για όλους τους νόμιμους κατοίκους της, μιας πραγματικής ειρήνης, προόδου και ευημερίας. Παρά τις δυσκολίες, τα προβλήματα, τις απογοητεύσεις, τις προκλήσεις, ακόμη και τις κατά καιρούς απειλές, όπως αυτές που ακούσαμε σήμερα από τον ηγέτη της κατοχικής Τουρκίας, δεν συμβιβαζόμαστε με την κατοχή. Με διεκδικητικό ρεαλισμό, αποφασιστικότητα, επιμονή, χωρίς να μεμψιμοιρούμε, χωρίς εσωστρέφεια, χωρίς ηττοπάθεια συνεχίζουμε την προσπάθεια σε μια συνεχώς μεταβαλλόμενη διεθνή πραγματικότητα.
Όραμά μας –αειφόρο, ανθεκτικό και εφικτό– είναι η επίτευξη μίας βιώσιμης και λειτουργικής λύσης, που θα επανενώνει πραγματικά τον τόπο και τον λαό μας. Μια τέτοια λύση, μια τέτοια επιτυχία θα αποτελέσει κορυφαίο εθνικό επίτευγμα, θα είναι πρώτα και πάνω από όλα το βασικό συστατικό για ένα υγιές και ελπιδοφόρο μέλλον για τα παιδιά μας, σε μια σύγχρονη ευρωπαϊκή πατρίδα, χωρίς συρματοπλέγματα, στρατεύματα κατοχής και αναχρονιστικές εγγυήσεις. Ας στοχεύσουμε όλοι μαζί ενωμένοι σε αυτήν την επιτυχία και ας μην αναζητούμε νικητές και ηττημένους. Ενόσω υπάρχει κατοχή, ενόσω δεν υπάρχει λύση, είμαστε όλοι ηττημένοι, Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι.
Δυνατά και ενωμένα, λοιπόν, πρέπει να στεκόμαστε όλοι σε αυτήν την αλήθεια και να την προβάλλουμε με τρόπο σαφή: προτεραιότητά μας είναι η λύση, η επανένωση, η ασφάλεια, η ευημερία όλων των Κυπρίων και διαμενόντων νομίμως στο νησί μας, και για όλα αυτά πρέπει μαζί, με σοβαρότητα να συνεχίσουμε τις προσπάθειες. Οτιδήποτε άλλο, πλην της επανένωσης, δεν διασφαλίζει τα συμφέροντα και το ειρηνικό μέλλον του Κυπριακού Ελληνισμού. Δεν χωράνε εκπτώσεις σε αυτήν την αλήθεια.
Σε αυτήν την προσπάθεια ένα αρραγές εσωτερικό μέτωπο είναι εκ των ων ουκ άνευ. Ειδικότερα στην παρούσα, κομβικής σημασίας συγκυρία, μισό αιώνα μετά την τουρκική εισβολή, γνωρίζουμε πολύ καλά και έχουμε βιώσει τις ολέθριες συνέπειες του εσωτερικού διχασμού, των άγονων αντιπαραθέσεων για εξυπηρέτηση σε κάποιες περιπτώσεις, δυστυχώς, άλλων σκοπιμοτήτων. Κανείς και τίποτα δεν είναι υπεράνω της πατρίδας και της ανάγκης διασφάλισης συνθηκών ασφάλειας και ευημερίας για εμάς και τα παιδιά μας.
Κύριε Πρωθυπουργέ της Ελλάδος, αγαπητέ μου Κυριάκο, η ιστορική παρουσία εσάς και της συζύγου σας, στη σημερινή επετειακή εκδήλωση, η πρώτη Έλληνα Πρωθυπουργού στην κορυφαία εκδήλωση καταδίκης της τουρκικής εισβολής του 1974, εξόχως τιμητική για την πατρίδα μας, τον θεσμό που εκπροσωπώ και τον κυπριακό λαό, αποδεικνύει προσωπικές ευαισθησίες, δείχνει πολιτικές, εθνικές προτεραιότητες, εμπεριέχει όχι απλώς συμβολισμούς αλλά ουσιαστικά μηνύματα που προσλαμβάνω με ιδιαίτερη εκτίμηση και που μας δίνουν δύναμη και ενθάρρυνση. Ειλικρινά σας ευχαριστώ, όχι μόνο για την παρουσία σας, αλλά και για την ουσιαστική και αποδοτική μεταξύ μας συνεργασία, που τη χαρακτηρίζει, ενδεχομένως για πρώτη φορά σε τέτοιο βαθμό, απόλυτη ειλικρίνεια, ρεαλισμός και αλληλοσεβασμός. Είμαι σίγουρος ότι το εισπράττετε και εσείς πως αυτά τα συναισθήματα εκφράζουν το σύνολο του Κυπριακού Ελληνισμού, που σας υποδέχεται με μεγάλη συγκίνηση.
Και θέλω σήμερα, φίλε Κυριάκο, να αποτίσω ενώπιον σου και όλων των Ελλήνων αξιωματούχων που παρίστανται, φόρο τιμής στους Ελλαδίτες αδελφούς μας, που έπεσαν μαχόμενοι με ανδρεία και αυταπάρνηση για προάσπιση της ανεξαρτησίας, της κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας, αφήνοντας την τελευταία τους πνοή εδώ, στην ακριτική Κύπρο. Εκφράζω την ευγνωμοσύνη της Πολιτείας και σύμπαντος του Κυπριακού Ελληνισμού για τη θυσία και την προσφορά τους, καθώς επίσηςσε όλους τους Ελλαδίτες, οι οποίοι αγωνίστηκαν για την απόκρουση της ιταμής Τουρκικής Εισβολής.
Θέλω, ταυτόχρονα, κύριε Πρωθυπουργέ, να εκφράσω τη γνήσια ευγνωμοσύνη του Κυπριακού Ελληνισμού για την έμπρακτη και σταθερή συμπαράσταση και στήριξη, που η Ελλάδα και ο αδελφός ελληνικός λαός προσφέρουν κατά τα 50 αυτά χρόνια στον αγώνα του για επιβίωση, ανάπτυξη και δικαίωση. Η συμπαράσταση και η στήριξη αυτή αποτελούν το ισχυρότερο και συμπαγέστερο θεμέλιο του αγώνα που διεξάγουμε. Γνωρίζουμε πάρα πολύ καλά ότι μια ισχυρή Ελλάδα είναι ένας ισχυρός σύμμαχος της Κυπριακής Δημοκρατίας, είναι ένας πόλος σταθερότητας και ασφάλειας στην Ανατολική Μεσόγειο.
Υπό το βάρος της καταστροφής του 1974, της μεγαλύτερης τραγωδίας του Ελληνισμού μετά το 1922, η μικρή και καθημαγμένη Κύπρος, με τη στήριξη τής Ελλάδος, αποδέχθηκε τη λύση της διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας με πολιτική ισότητα, σύμφωνα με τις σχετικές αποφάσεις των Ηνωμένων Εθνών, τις αρχές και τις αξίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το κοινοτικό κεκτημένο. Επρόκειτο για έναν ιστορικό συμβιβασμό, που μέχρι σήμερα ορίζει την πολιτική της Κυπριακής Δημοκρατίας και της Ελλάδος, αλλά και της διεθνούς κοινότητας στο σύνολό της για την επίλυση του Κυπριακού Προβλήματος.
Στα 50 χρόνια από το 1974, η Τουρκία και η εκάστοτε ελεγχόμενη και καθοδηγούμενη από την Άγκυρα ηγεσία των Τουρκοκυπρίων δεν επέδειξαν, δυστυχώς, την απαιτούμενη βούληση, την ετοιμότητα για έναν έντιμο συμβιβασμό, που θα οδηγούσαν στην επίτευξη της πολυπόθητης λύσης. Αντίθετα, επέμειναν σταθερά και αδιάλλακτα σε λογικές άμεσης ή έμμεσης αναγνώρισης των τετελεσμένων της εισβολής και της συνεχιζόμενης κατοχής, με πιο πρόσφατη τη θέση για κυριαρχική ισότητα και τη λύση των δύο κρατών. Επαναλαμβάνω και σήμερα εμφατικά ότι η ελληνοκυπριακή πλευρά παραμένει προσηλωμένη στη συμφωνημένη στο πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών μορφή λύσης και είναι πανέτοιμη να εμπλακεί σε ουσιαστικές διαπραγματεύσεις για την επίτευξη μιας βιώσιμης και λειτουργικής λύσης.
Πραγματικά πιστεύω ότι στο πλαίσιο των συνομιλιών, στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, μπορούμε ναι να πετύχουμε την πολυπόθητη επανένωση. Η Κυπριακή Δημοκρατία είναι κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και θα συνεχίσει να είναι και μετά από μια ενδεχόμενη λύση, και η [Ευρωπαϊκή] Ένωση έχει τα εργαλεία, έχει τις απαντήσεις, σε όλα τα δύσκολα θέματα των διαπραγματεύσεων. Την ίδια στιγμή, όμως, επιθυμώ να ξεκαθαρίσω προς πάσα κατεύθυνση ότι υπάρχουν όρια στις υποχωρήσεις και στον συμβιβασμό που μπορούμε να αποδεχθούμε. Όπως προανέφερα, η Κυπριακή Δημοκρατία είναι κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και κανείς δεν πρέπει να αναμένει ότι θα συμπράξουμε σε μια ψευδεπίγραφη και θνησιγενή διευθέτηση, που θα ισοδυναμεί με δύο κράτη ή δεν θα μπορεί να λειτουργήσει ή δεν θα επιτρέπει στο σύνολο των πολιτών της Κυπριακής Δημοκρατίας να απολαμβάνουν βασικά ανθρώπινα δικαιώματα.
Τη γεωγραφία ούτε την ορίζουμε, ούτε μπορούμε να την αλλάξουμε. Ούτε και τους παράγοντες ισχύος των τρίτων. Μπορούμε όμως και οφείλουμε να συνεχίσουμε να προσπαθούμε, αξιοποιώντας και ενισχύοντας τα εργαλεία που διαθέτουμε, συμβάλλοντας στη διαμόρφωση των συνθηκών, μέσα από τις οποίες η Κύπρος θα γίνει στην ολότητά της, επανενωμένη, τόπος σταθερότητας, ασφάλειας, ευημερίας και πραγματικής ειρήνης.
Το 1953 ο Γιώργος Σεφέρης έγραφε προφητικά στο εμβληματικό ποίημά του «Σαλαμίνα της Κύπρος», ωσάν να απαντούσε στις προθέσεις των ηγετών της Τουρκίας ότι «Η γης δεν έχει κρικέλια για να την πάρουν στον ώμο και να φύγουν… Και τούτα τα κορμιά πλασμένα από ένα χώμα που δεν ξέρουν, έχουν ψυχές. Μαζεύουν σύνεργα για να τις αλλάξουν, δε θα μπορέσουν· μόνο θα τις ξεκάμουν αν ξεγίνουνται οι ψυχές».
Οι ψυχές, όμως, δεν ξεγίνονται. Όπως δεν ξεγίνεται η Ιστορία, ο πολιτισμός, η ταυτότητα αυτού του πολύπαθου τόπου, της Κύπρου, που θα ευλογηθεί και θα δει καλύτερες ημέρες, όπως αξίζει στη χώρα ολόκληρη και στους νόμιμους κατοίκους της.
Σας ευχαριστώ όλες και όλους για την παρουσία σας σήμερα στο Προεδρικό Μέγαρο, σε αυτήν την επετειακή εκδήλωση, που ενισχύει τα μηνύματα καρτερίας, αγωνιστικότητας, ελπίδας με μοναδικό στόχο την επίλυση του κυπριακού την επανένωση της πατρίδας μας. Η παρουσία σας κύριε Πρωθυπουργέ, φίλε Κυριάκο, πέραν των όσων έχω προαναφέρει, ενισχύει και ένα αίσθημα που κουβαλώ έντονα από τα εφηβικά μου χρόνια: Η Κύπρος δεν κείται μακράν όσο είναι στις καρδιές των Ελλαδιτών αδελφών μας.
Ομιλία του Πρωθυπουργού της Ελλάδας κ. Κυριάκου Μητσοτάκη στην επετειακή εκδήλωση για καταδίκη της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο
Είμαι σήμερα εδώ βαθιά συγκινημένος, εκπροσωπώντας κάθε Ελληνίδα και κάθε Έλληνα απανταχού της γης.
Για να επαναλάβω ενώπιον σας δύο λέξεις, που έχουν σφραγίσει τις ζωές μας, «δεν ξεχνώ», αλλά και να προσθέσω σε αυτές τρεις ακόμη, ενωνόμαστε, επιμένουμε, αγωνιζόμαστε με σχέδιο και συνεργασία μέχρι την τελική δικαίωση.
Κυρίως, όμως, με ακλόνητη πίστη μέσα μας, γιατί είναι περίεργο πράγμα η καρδιά, όπως μας δίδαξε ο ποιητής Κώστας Μόντης, όσο την σπαταλάς τόσο περισσότερη έχεις.
Έχοντας όπλο αυτήν την περήφανη καρδιά, είπε, και με οδηγό την ωριμότητα του χρόνου, συναντάμε τα 50 χρόνια εισβολής και κατοχής σε μια συγκυρία, η οποία μας καλεί να μετρήσουμε τα βήματα που κάναμε μπροστά, ζυγίζοντας ωστόσο τις στιγμές που μας κράτησαν πίσω, ώστε τα διδάγματα του χθες να γίνουν προστάγματα του σήμερα.
Σε μια μέρα όχι μόνο οδύνης για αυτούς που χάθηκαν και τιμής για αυτούς που έπεσαν αλλά σε μια αφετηρία νέας ορμής για τις εθνικές μας διεκδικήσεις. Γυρίζουμε με περίσκεψη αλλά και με το βάρος του εθνικού αναστοχασμού σε εκείνες τις στιγμές που τόσο ακριβά πλήρωσαν η Ελλάδα και η Κύπρος, η Κύπρος και η Ελλάδα. Τους επίορκους πραξικοπηματίες της Χούντας ,που άνοιξαν τον δρόμο για το μεγάλο δράμα. Ως ταυτόχρονα κοιτάμε μπροστά, αντλώντας δυνάμεις από την οδυνηρή εμπειρία που μεσολάβησε, ώστε τα λάθη να μην επαναλαμβάνονται. Και οι σκοτεινές ώρες να μην σκεπάζουν τις κατακτήσεις που ακολούθησαν. Να μην ξεχνάμε ότι στον μισό αιώνα που πέρασε, αυτό το νησί στην άκρη της Μεσογείου έγινε μια σύγχρονη Δημοκρατία, στάθηκε όρθιο, απέναντι στις ολέθριες συνέπειες του Αττίλα. Έχοντας στο πλευρό της την Αθήνα, η Λευκωσία διατήρησε ζωντανό, εδώ και σχεδόν τρεις γενιές, το αίτημά της επανένωσης της χώρας.
Στο μεταξύ, η Κύπρος, με τη βοήθεια της Ελλάδας, έγινε μέλος της Ευρωπαϊκής οικογένειας με την οικονομία της να αναπτύσσεται συνεχώς, ξεπερνώντας πολλαπλές κρίσεις, βελτιώνοντας την καθημερινότητα της κοινωνίας της. Η πληγή ωστόσο εξακολουθεί να αιμορραγεί. Ο βορράς του τόπου μένει αιχμάλωτος της κατοχής. Η γη της Αφροδίτης παραμένει διχοτομημένη. Υπάρχουν ακόμη αγνοούμενοι και πρόσφυγες, ενώ εδώ κοντά συνεχίζει να προκαλεί το μόνο τείχος του καιρού μας, το οποίο διχοτομεί μια ευρωπαϊκή πρωτεύουσα. Πρόκειται για μια φωτογραφία ενοχής αυτών που το προκάλεσαν. Ταυτόχρονα, όμως, και μια απόδειξη ανοχής όσων επιτρέπουν να διατηρείται ακόμα. Είναι μια ανοχή που δεν πρέπει να καταλήξει σε λήθη.
Απέναντι σε όλα αυτά, η θέση μας είναι σαφής. Δεν αποδεχόμαστε τετελεσμένα. Και η επιδίωξή μας παραμένει μία: Κυπριακή Δημοκρατία με μια κυριαρχία, μια διεθνή προσωπικότητα και μια ιθαγένεια, σε μια διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία, σε ένα ενιαίο κράτος, όπου όλοι οι πολίτες θα είναι και Κύπριοι και Ευρωπαίοι, χωρίς ξένο στρατό κατοχής, χωρίς αναχρονιστικές εγγυήσεις, όπως ακριβώς το προβλέπουν τα ψηφίσματα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ), αλλά και ο σεβασμός στο ευρωπαϊκό κεκτημένο. Στην προοπτική αυτή, οι δύο εθνικοί πόλοι είμαστε πιο ενωμένοι όσο ποτέ. Κάτι που πρέπει να το παραδεχθούμε, δεν υπήρξε ανέκαθεν σταθερό δεδομένο στον κοινό αγώνα. Τώρα όμως η εμπειρία μας χαλύβδωσε τη συνεργασία.
Αθήνα και Λευκωσία απορρίπτουμε το χρεοκοπημένο δόγμα ότι η ακινησία παράγει κίνηση. Ούτε βέβαια συμβιβαζόμαστε με τη μοιρολατρική διαπίστωση πως κάθε νέος χρόνος θα είναι ίδιος ή χειρότερος από τον προηγούμενο. Και είμαι σίγουρος ότι τα λόγια αυτά εκφράζουν απόλυτα και τον καλό μου φίλο Νίκο.
Θεωρούμε ότι η ελληνοτουρκική προσέγγιση βοηθά και στην πρόοδο του Κυπριακού. Την ίδια ώρα όμως, στο πλαίσιο του διαλόγου, αναδεικνύουμε συστηματικά το εθνικό μας θέμα. Και είμαι ειλικρινής και προς την Άγκυρα, αλλά και προς κάθε κατεύθυνση. Το γεγονός ότι συζητάμε δεν σημαίνει ότι συμφωνούμε και πολύ περισσότερο ότι υποχωρούμε. Το αντίθετο, θα έλεγα. Η Ελλάδα πλέον συνομιλεί με όλους ως ένα κράτος ισχυρό σε όλα τα πεδία, οικονομικά, πολιτικά, στρατιωτικά, διπλωματικά. Δεν υπάρχει συνεπώς άλλος δρόμος από αυτόν, τον οποίο συμμερίζεται και ο Γενικός Γραμματέας (ΓΓ) του ΟΗΕ όπως διαπίστωσα και στην τελευταία μας συνάντηση πριν από λίγες μέρες. Ο δρόμος δηλαδή της επανεκκίνησης των συνομιλιών με βάση τις προτάσεις που θα καταθέσει η ειδική απεσταλμένη κα Holguín.

Θεατράκι Προεδρικού Μεγάρου, Λευκωσία, Κύπρος
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Νίκος Χριστοδουλίδης εκφωνεί ομιλία στην εκδήλωση για την επέτειο της τουρκικής εισβολής, στην παρουσία του Πρωθυπουργού της Ελλάδας κ. Κυριάκου Μητσοτάκη.
//
President of the Republic of Cyprus – Event on the occasion of the Turkish invasion of 1974
Presidential Palace Theatre, Lefkosia, Cyprus
The President of the Republic of Cyprus, Mr Nikos Christodoulides, addresses the event on the occasion of the Turkish invasion of 1974, in the presence of the Prime Minister of the Hellenic Republic, Mr Kyriakos Mitsotakis.
Άλλωστε, μόνο όποιος δεν έχει δίκιο, μόνο όποιος δεν έχει επιχειρήματα αποφεύγει τον διάλογο, όταν μάλιστα προχωρεί και σε προκλήσεις τότε επιβαρύνει ακόμη περισσότερο το κλίμα. Αναφέρομαι ασφαλώς σε μια κατεύθυνση, από την οποία δεν μπορεί να απουσιάζει και η Ευρώπη, γιατί η Κύπρος αποτελεί πλέον κομμάτι της, αποτελεί το φυσικό της ανατολικό σύνορο. Έτσι κάθε απειλή εναντίον της γίνεται ταυτόχρονα κίνδυνος για την ήπειρό μας, αλλά και για όλο τον δυτικό κόσμο. Δεν είναι τυχαίο μάλιστα ότι προ ημερών η επανεκλεγείσα πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κα Roberta Metsola τάχθηκε ρητά υπέρ της ενιαίας και ελεύθερης Κύπρου, το ίδιο έπραξε σήμερα με δήλωσή της η επανεκλεγείσα πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κα Ursula von der Leyen.
Πριν από 50 χρόνια τα όμορφα νερά της Κερύνειας βεβηλωθήκαν και τον γαλάζιο ουρανό της Μεγαλονήσου σκέπασαν τα γκρίζα αεροπλάνα των εισβολέων. Έτσι το χρυσοπράσινο φύλλο της Μεσογείου πατήθηκε. Με βαρύ τίμημα, με χιλιάδες νεκρούς και αγνοούμενους. Με εκατοντάδες χιλιάδες Ελληνοκύπριους εκτοπισμένους από τον ίδιο τους τον τόπο. Με τη Λευκωσία ακρωτηριασμένη, με τη φυλακισμένη Αμμόχωστο να ανασαίνει ακόμη βαριά, δίπλα στα ερείπια της. Ένα εθνικό τραύμα που πονά και θα πονά. Όμως, δεν είμαστε εδώ σήμερα μόνο για να θρηνήσουμε και για να τιμήσουμε.
Είμαστε εδώ, για να αγωνιστούμε και να δικαιωθούμε. Να μετατρέψουμε τον θυμό και τη θλίψη μας σε ρεαλιστική ενέργεια, προβάλλοντας το κυπριακό ως μια εκκρεμότητα που προσβάλλει τη διεθνή νομιμότητα, ως ένα απαράδεκτο παράδειγμα εισβολής και κατοχής. Κάτι που, δυστυχώς, και στις μέρες μας βρίσκει αυταρχικούς μιμητές, όπως συμβαίνει σήμερα στην Ουκρανία. Όμως, στην εφαρμογή του διεθνούς δικαίου δεν επιτρέπονται δύο μέτρα και δύο σταθμά. Γι’ αυτό, κι ενώ δεν τρέφω ψευδαισθήσεις, θεωρώ ότι καμία μάχη δεν χάνεται αν πρώτα δεν δοθεί. Έχω εμπιστοσύνη και στο δίκαιο, αλλά κυρίως έχω αυτοπεποίθηση στις θέσεις μας, γιατί υπάρχει πάντοτε ελπίδα όσο τα τετελεσμένα στο έδαφος δεν γίνονται τετελεσμένα στην καρδιά του Ελληνισμού. Ούτε όμως και της διεθνούς κοινότητας, η οποία όπως βλέπουμε εξακολουθεί και αντιδρά και να μην αναγνωρίζει το τεχνητό κατασκεύασμα στο κατεχόμενο τμήμα του νησιού.
Αργά ή γρήγορα η Τουρκία οφείλει να αντιληφθεί πως οι φιλοδοξίες της δεν μπορούν να ταυτίζονται με μαύρες επετείους, με εμπρηστικές δηλώσεις που παρουσιάζουν την πολύ σημαντική, κ. Πρόεδρε, συμβολή της Κύπρου στην ανθρωπιστική βοήθεια προς τη Γάζα ως δήθεν κίνδυνο για την ασφάλειά της, με ψηφίσματα, τα οποία καλούν σε διχασμό και βεβαίως δεν μπορούμε να αγνοούμε το γενικό αίτημα για δικοινοτικές συνομιλίες στον δρόμο της επίλυσης του Κυπριακού.
Χωρίς λοιπόν να λείπει το συναίσθημα, πώς θα μπορούσε άλλωστε σε μια μέρα όπως η σημερινή, Αθήνα και Λευκωσία οφείλουμε να δούμε με πραγματισμό την κατάσταση σήμερα. Τα δύο κράτη μας ανήκουν στο δυτικό κόσμο. Συμβαδίζουν με πυξίδα τις αξίες του. Γνωρίζουμε τις δυσκολίες που συναντά συχνά το εθνικό μέτωπο. Κάθε λύση άλλωστε, το ξέρουμε, προϋποθέτει γενναίες και τολμηρές αποφάσεις. Γι’ αυτό και ποτέ δεν πρέπει να ξεχωρίζουμε όσους μάχονται και διεκδικούν σε λιγότερο ή περισσότερο πατριώτες. Είναι όλοι, είμαστε όλοι, πιστεύω, στο ίδιο μετερίζι και για τον ίδιο σκοπό.
Ελλάδα και Κύπρος συνεχίζουμε έτσι την κοινή μας προσπάθεια, έχοντας όχημα τους αδελφικούς δεσμούς μας. Την παρουσία μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ), αλλά και στα διεθνή φόρα, και, προπαντός, με τον διαρκή συντονισμό των ενεργειών μας. Πάντοτε με εσάς, φίλε Πρόεδρε, να έχετε τον πρώτο λόγο, αλλά με την Ελλάδα να στέκεται σταθερά και ενεργά στο πλευρό σας. Σε ένα ρόλο, που δεν είναι μόνο δική μου επιλογή, είναι επιλογή του έθνους, είναι τελικά επιλογή της ίδιας της Ιστορίας.
Με αυτές τις λίγες σκέψεις επιτρέψτε μου να κλείσω τον χαιρετισμό μου στη σημερινή μας σύναξη, όχι με ένα ακόμα σύνθημα, αλλά με μια δέσμευση ότι ο Ελληνισμός δεν θα πάψει να αγωνίζεται μέχρι να επανέλθει η Κύπρος. Μέχρι να επουλωθούν οι πληγές και να γυρίσει η σταθερότητα και η ειρήνη στη Μεγαλόνησο, αλλά και στην ευρύτερη περιοχή. Γιατί μπορεί η μνήμη όπου και να την αγγίξει πονεί, όπως έγραφε ο Σεφέρης, όμως και εκείνος ήταν βέβαιος, όπως όλοι μας, στην Κύπρο το θαύμα λειτουργεία ακόμα.