Δημοσιεύθηκε: Τετάρτη 7 / 6 / 2023 , 19:38 από news_room
Στα πρώτα χρόνια της Ελληνικής μετανάστευσης στην Αμερική, το καφενείο ήταν ο πιο ενδεδειγμένος χώρος επικοινωνίας και συναναστροφής. Οι νεοφερμένοι από την Ελλάδα πήγαιναν στο καφενείο για να συναντήσουν γνωστούς, να βρουν διευθύνσεις, να πάρουν πληροφορίες για δουλειά και να πνίξουν τους καημούς της ξενιτιάς. «Θα σε δω στο καφενείο», «πήγα στο καφενείο» ή το «άκουσα στο καφενείο», ήταν εκφράσεις της καθημερινότητάς τους.
Καινούργιο καφενείο άνοιγε μόλις αρκετοί Έλληνες εγκαθίσταντο σε κάποια γειτονιά και εμφανιζόταν κάποιος δραστήριος συμπατριώτης μας για να το επιχειρήσει. Άλλωστε, δεν χρειάζονταν μεγάλα κεφάλαια για να ανοίξεις καφενείο: ενοικίαζε ένα μαγαζί, αγόραζε μερικά τραπέζια και καρέκλες, αρκετά κιλά καφέ, μια δωδεκάδα τράπουλες και το καφενείο γινόταν πραγματικότητα. Στους τοίχους ο καφετζής κρεμούσε τα πορτρέτα των αγαπημένων του Ελλήνων ηρώων και πολιτικών, σκηνές από νικηφόρες μάχες και ναυμαχίες των Ελλήνων εναντίον των Τούρκων, σύγχρονων Ελλήνων αθλητών, την Ακρόπολη με τον Παρθενώνα και τοπία από το χωριό ή το νησί του. Στο πίσω μέρος του καφενείου βρισκόταν η κουζίνα, όπου ο καφετζής έφτιαχνε τον καφέ, μαγείρευε τα Ελληνικά φαγητά και αποθήκευε πιοτά και αναψυκτικά.
Το καφενείο ήταν το κοινωνικό κέντρο της γειτονιάς, όπου οι άνδρες σύχναζαν μετά την δουλειά τους τις καθημερινές, και τα Σαββατοκύριακα. Έπιναν τούρκικο καφέ, έπαιζαν χαρτιά και εμπλέκονταν σε ατελείωτες πολιτικές συζητήσεις. Εδώ συγκεντρώνονταν Έλληνες απ’ όλες τις κοινωνικές τάξεις: ανθρακωρύχοι, εργάτες εργοστασίων, υπάλληλοι ξενοδοχείων και εστιατορίων, επιστήμονες, καταστηματάρχες, άνεργοι, εργατοπατέρες, ταραχοποιοί, ερασιτέχνες φιλόσοφοι, κουτσομπόληδες, χαρτοπαίκτες και μερικοί αμέτοχοι θεατές, που έπιναν τον καφέ τους και διασκέδαζαν με αυτά που έβλεπαν και άκουγαν.
Ο αέρας μέσα στο καφενείο ήταν αποπνικτικός, από τα σύννεφα του καπνού τσιγάρων και πούρων. Μέσα στην καταχνιά, μόλις ξεχώριζες θαμπές σιλουέτες να παίζουν χαρτιά και άκουγες δυνατές φωνές μελλοντικών πολιτικών ανδρών, να συζητούν και να ’χουν άποψη και λύση (πάντα «σωστή») για όλα ανεξαιρέτως τα ζητήματα. Παντογνώστες! Δεν υπήρχε θέμα που δεν ήταν ειδικοί.
Όλα τα Ευρωπαϊκά προβλήματα τα έλυναν στο λεπτό, και όταν συζητούσαν Ελληνικά πολιτικά θέματα, ήταν ακαταμάχητοι. Πάνω στο μαρμάρινο τραπέζι έβλεπες στρατηγικά διαγράμματα με μεραρχίες και στρατιές, με φανταστικές προελάσεις και υποχωρήσεις. Άρχιζαν με διαφωνίες για να τελειώσουν με ανακωχές και αμνηστίες. Λίγοι άκουγαν και πολλοί μιλούσαν σαν να επρόκειτο να εκραγούν αν δεν έλεγε ο καθένας τη γνώμη του. Για τον ανίδεο, αυτές οι συζητήσεις έμοιαζαν με καυγάδες. Όλα με λόγια χωρίς γροθιές, εκτός από χτυπήματα πάνω στο τραπέζι.
Τα τραπέζια ήταν γεμάτα χαρτοπαίκτες απορροφημένους στο παιχνίδι τους. Συνήθως με φωνές, πολλά αναφωνήματα και αμφισβητήσεις, θριαμβευτικές ιαχές από τους νικητές και αμφισβητήσεις από τους χαμένους. Όταν κουράζονταν από τα χαρτιά, κάποιοι έφερναν την λύρα και το λαούτο. Με τις πρώτες δοξαριές, μερικοί σηκώνονταν και ένωναν τα χέρια τους. Τα τραπέζια πρόσχωνονταν στην άκρη και με τις ενθαρρύνσεις και προτροπές των άλλων, οι χορευτές ξεκινούσαν τον χορό. Κατά διαστήματα ο κάβος έκανε μερικά τσαλίμια τα οποία ανταμείβονταν με παλαμάκια και κεράσματα στην υγεία των χορευτών.
Καραγκιόζης
Ο Καραγκιόζης ήταν άλλος τρόπος διασκέδασης, που πρόσφεραν ορισμένα καφενεία. Μεταξύ των μεταναστών υπήρχαν και καραγκιοζοπαίχτες, που έβρισκαν πιο εύκολη την παλιά τους τέχνη από την δουλειά στα ανθρακωρυχεία και στα εργοστάσια. Περιόδευαν από πόλη σε πόλη και σε μια άκρη του καφενείου έστηναν μια πρόχειρη σκηνή, σε ανυψωμένη εξέδρα. Συνήθως τα “δρώμενα” είχαν να κάνουν με την αντιπαλότητα μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων. Οι Έλληνες παρουσιάζονταν σαν «Θεοσεβούμενοι Χριστιανοί» και οι Τούρκοι σαν άπιστοι εχθροί. Συνήθως, ο καφετζής πλήρωνε το ξενοδοχείο του Καραγκιοζοπαίχτη και τον προμήθευε με καπνό και καφέ. Αν τα κέρδη από την πώληση των ποτών και των αναψυκτικών ήταν σημαντικά, ο καφετζής του έδινε και μερικά δολάρια. Η κυρίως πληρωμή του Καραγκιοζοπαίχτη προερχόταν από τους πελάτες του καφενείου, οι οποίοι έβαζαν «ό,τι είχαν ευχαρίστηση» στον δίσκο, που περνούσε στο διάλειμμα της παράστασης.
Οι Κουταλιανοί
Εξ ίσου σημαντική διασκέδαση ήταν για πολλούς και η επίδειξη δύναμης, από ρωμαλέους άνδρες, που τραβούσαν το ενδιαφέρον των παιδιών και όσων θαύμαζαν κινηματογραφικές ταινίες του Ταρζάν. Ο ρωμαλέος άνδρας άρχιζε την παράσταση με προλεγόμενα που διαβεβαίωναν ότι η ηράκλειος δύναμη των Αρχαίων Ελλήνων δεν έχει χαθεί. Μετά την επίδειξη της φυσικής του δύναμης έκλεινε την παράσταση μιλώντας για τα πλεονεκτήματα της καλής σωματικής υγείας που εξασφαλιζόταν με την άσκηση.
Ορισμένα όμως καφενεία απέκτησαν κακή φήμη κι η αστυνομία τους έκανε συχνές επισκέψεις, όχι βέβαια αβροφροσύνης. Τα παρακολουθούσε, ως ύποπτα για παράνομα χαρτοπαίγνια και πολλές φορές τάκλεινε. Σ’ αρκετούς καφετζήδες και πελάτες επιβλήθηκαν πρόστιμα και ορισμένοι πήγαν φυλακή. Μια νύχτα περασμένα μεσάνυχτα, κακοποιά στοιχεία έκαμαν έφοδο σ’ ένα Καρπάθικο καφενείο στο New Jersey, που είχε μεταβληθεί σε χαρτοπαίγνιο. Υπό την απειλή όπλων, οι ληστές «ξαλάφρωσαν» τους χαρτοπαίκτες και τον καφετζή, απ’ όσα χρήματα, ρολόγια, καδένες και ό,τι άλλο πολύτιμο είχαν μαζί τους.
Παρ’ όλα αυτά, δεν πρέπει να παραβλέπεται το γεγονός ότι τα καφενεία αποτελούσαν κοινωνικά εντευκτήρια, όπου οι μετανάστες μπορούσαν να συναντηθούν, να συζητήσουν διάφορα θέματα, να πάρουν πληροφορίες και συμβουλές και να περάσουν τις ώρες της μοναξιάς τους με την συντροφιά των συγχωριανών τους. Το καφενείο ήταν τόπος όπου έβρισκαν καταφύγιο οι μετανάστες, που δούλευαν σκληρά όλη την ημέρα και το βράδυ κοιμούνταν συνωστισμένοι σε ανθυγιεινά δωμάτια. Γενικά η επίδραση του περιβάλλοντος του καφενείου ήταν ευεργετική, ιδιαίτερα σε κείνους που είχαν να αντιμετωπίσουν αυξημένα προβλήματα ζωής στη ξενιτιά.
Το ενδιαφέρον των μεταναστών για το καφενείο άρχισε να ατονεί, όταν δημιούργησαν οικογενειακό περιβάλλον στην Αμερική και όταν άρχισαν να μαθαίνουν Αγγλικά, που τους επέτρεπε να γνωρίσουν κι άλλους ανθρώπους και να βρίσκουν ενδιαφέρον σε άλλους τρόπους διασκέδασης. Σιγά-σιγά το καφενείο έγινε η ανάμνηση των πρώτων χρόνων της μετανάστευσης.
Δωδεκανησιακά καφενεία
Παράλληλα με τις Δωδεκανησιακές παροικίες της Αμερικής δημιουργήθηκαν τα Δωδεκανησιακά καφενεία. Το 1907 στο Canonsburg, ο Σταύρος Διακομανώλης από την Κάρπαθο άνοιξε καφενείο, όπου, τις Κυριακές, ο Σταύρος Αναγνωστόπουλος με τη λύρα του ψυχαγωγούσε και διασκέδαζαν Καρπάθιοι και Ροδίτες ανθρακωρύχοι. Μερικά χρόνια αργότερα άνοιξε Ροδίτικο καφενείο ο Πηχάκης, και το 1924 άνοιξε και δεύτερο Ροδίτικο καφενείο από τους Δημ. Σαρρή, Μιλτ. Παγκά και Τ. Τριαντάφυλλου. Επίσης, ο Μιχάλης Ορφανός και, αργότερα, ο Μιχάλης Πρεάρης άνοιξαν καφενεία στο Wheeling. Την ίδια εποχή άνοιξε καφενείο στο Weirton ο Κ. Γ. Χαλκιάς, και ο Νικόλαος Χονδρός. Γύρω στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, άνοιξε το Κώτικο καφενείο στο Lancaster PA το οποίο δούλευε ο Γιώργος Κρασσάς. Από τα πρώτα χρόνια της Δωδεκανησιακής μετανάστασης στην Αμερική, στην Βαλτιμόρη ιδρύθηκε Λεριακό καφενείο, μέσα στο οποίο ιδρύθηκε, το 1920, ο πρώτος Λεριακός σύλλογος.
Την ίδια εποχή άνοιξαν και άλλα Δωδεκανησιακά καφενεία στο Tarpon Springs, και στο Campbell άνοιξαν Καλύμνικο και Συμιακό καφενείο, στα οποία σύχναζαν Δωδεκανήσιοι και από τ’ άλλα νησιά. Ένα από τα πιο γνωστά καφενεία της Νέας Υόρκης ήταν το Νισύρικο στην 8η Λεωφόρο στο Manhattan, ακριβώς απέναντι από το Bus Terminal. Σ’ αυτό το καφενείο συνεδρίαζαν αρκετοί Δωδεκανησιακοί σύλλογοι από την δεκαετία του 1930 μέχρι την δεκαετία του 1960. Στην ίδια γειτονιά, στους 40 Δρόμους κοντά στην 8η Λεωφόρο βρισκόταν το Συμιακό καφενείο.
Στο Atlantic Ave στο Brooklyn άνοιξε Καρπάθικο καφενείο ο Μιχαλής και αργότερα ο Θανάσης Σταυράκης. Επίσης στο Fulton Street, στην ίδια γειτονιά, άνοιξε και δεύτερο Καρπάθικο καφενείο από τον Μανώλη Ζαβόλα. Δωδεκανησιακά καφενεία άνοιξαν και στις ακόλουθες πόλεις: Pittsburgh (Βασίλης Μαραγκάκης), New Castle, Martins Ferry, Aliquippa (Ροδίτικο), Ambridge (Συμιακό), Farrell, McKeesport, New Kensington, Vandergrift, Logan, Washington DC (Μηνάς Παπακώστας), Cleveland, Gary, Warren, Youngstown, Baltimore, Jersey City, Elizabeth (Θεόφιλος Πιττάς, Γιώργος Λοΐζος, Κατωγυρίτης), Astoria (Νίκος Παναγιώτου).
«Δωδεκανησιακά Σπίτια»
Με τον καιρό τα παραδοσιακά καφενεία άρχισαν να κλείνουν, με προσωρινή αναλαμπή στην δεκαετία του 1965-1975, όταν άρχισαν να καταφθάνουν νέοι μετανάστες. Αλλά, από το 1995 και μετά, τα παραδοσιακά Δωδεκανησιακά καφενεία αντικαταστάθηκαν από τις λέσχες των συλλόγων, τις αποκαλούμενες «Δωδεκανησιακά Σπίτια», όπως: Στην Αστόρια τα Νισυριακό, Καλυμνιακό και Κώτικο, στο Bronx NY το Κασιώτικο, στο Union NJ το Καρπάθικο (Παγκαρπαθιακό Ίδρυμα), στο Tarpon Springs το Καλυμνιακό, στην Βαλτιμόρη το Καρπάθικο (Ολυμπιτών), στο Campbell το Καλυμνιακό και στο Wellford SC το Καρπάθικο (Σποϊτών).
Στα «Δωδεκανησιακά Σπίτια», φυλάσσονται τα αρχεία και τα διάφορα εργαλεία και εξαρτήματα των συλλόγων, γίνονται οι συνεδριάσεις και αρκετές εκδηλώσεις, και ορισμένα απ’ αυτά χρησιμοποιούνται ως εντευκτήρια και εστιατόρια, και γενικά προσφέρουν στον Δωδεκανήσιο μια οικειότητα σαν να βρίσκεται στο νησί του. Επίσης, τα περισσότερα νοικιάζουν σε επιχειρήσεις μέρος του κτιρίου, δημιουργώντας σημαντικά έσοδα για τους συλλόγους.
Anamniseis.net