Δημοσιεύθηκε: Κυριακή 14 / 6 / 2020 , 12:24 από
Ο Ιωάννης Κουκουζέλης είναι άγιος και σπουδαίος μελοποιός της Ορθόδοξης Εκκλησίας, ο οποίος έζησε τον 13ο-14ο μ.Χ. αι. Τον αποκαλούσαν επίσης αγγελόφωνο και Καλλικέλαδο. Θεωρείται ο δεύτερος μεγαλύτερος μελοποιός μετά τον Ιωάννη Δαμασκηνό, και συχνά χαρακτηρίζεται ως «Μαΐστωρ της μουσικής».
O βίος του:
Ο Ιωάννης γεννήθηκε γύρω στο 1280 στο Δυρράχιο σε μια αγροτική οικογένεια. Καθώς είχε εξαιρετική φωνή, πήγε στην Κωνσταντινούπολη για να σπουδάσει στην αυτοκρατορική σχολή. Τα πρώτα χρόνια των σπουδών του υπήρξαν δύσκολα. Μάλιστα, όταν τον ρωτούσαν στη σχολή τι έτρωγε, απαντούσε «κουκία και ζέλια» (μπιζέλια), γιατί ήταν φτωχός. Αργότερα γνώρισε τον ηγούμενο της Μεγίστης Λαύρας, από τον οποίο έμαθε για τη μοναχική ζωή στο Άγιο Όρος και αποφάσισε να γίνει μοναχός. Στο μεταξύ όμως ο αυτοκράτορας, που είχε εκτιμήσει την τέχνη του, τον είχε διορίσει αρχιμουσικό των αυτοκρατορικών ψαλτών και ήθελε να τον παντρέψει με την κόρη κάποιου μεγιστάνα. Τότε ο Ιωάννης πήγε στον τόπο της γέννησής του για να πάρει τάχα τη μητρική συγκατάθεση για τον γάμο. Όμως συνεννοήθηκε με φίλους του να πουν στη μητέρα του ψέματα ότι είχε πεθάνει. Μάλιστα, καθώς βρισκόταν κρυφά μέσα στο σπίτι κι άκουγε τη μητέρα του να κλαίει και να οδύρεται για τον δήθεν θάνατό του, μέλισε τη θρηνωδία (μοιρολόγι) με τίτλο «Βουλγάρα». Στη συνέχεια πήγε στο Άγιο Όρος, στη μονή Μεγίστης Λαύρας, ντυμένος με τρίχινα ενδύματα και αποκρύπτοντας την ταυτότητά του. Όταν τον ρώτησε ο θυρωρός ποιος ήταν, και τι θέλει, αποκρίθηκε ότι είναι χωρικός, βοσκός προβάτων και ότι επιθυμεί το μοναχικό σχήμα. Όταν ο θυρωρός παρατήρησε ότι ήταν πολύ νέος, ο Ιωάννης απάντησε ταπεινά με τη ρήση του προφήτη Ιερεμία «Αγαθόν ανδρί, όταν άρη ζυγόν εν τη νεότητι αυτού».
Στη Μονή της Λαύρας εκάρη μοναχός και τον διόρισαν ποιμένα των τράγων της μονής. Όμως όταν έβγαζε στη βοσκή τους τράγους, αυτοί γύριζαν αργά το απόγευμα πίσω στη στάνη τους σχεδόν νηστικοί, σε αντίθεση με άλλες φορές που τους έβοσκαν άλλοι πατέρες. Ο ηγούμενος ανέθεσε σε κάποιον μοναχό να παρακολουθήσει τον Ιωάννη για να δει τι συνέβαινε. Ο μοναχός διηγήθηκε ότι καθώς έβοσκαν τα ζώα, ο Κουκουζέλης άρχισε να ψάλλει και τότε εκείνα σταμάτησαν να τρώνε και τον άκουγαν με προσοχή. Όταν σταμάτησε το ψάλσιμο, τότε άρχισαν πάλι να τρώνε. Κάποια στιγμή ξανάρχισε, και τα ζώα τον κοίταζαν και πάλι σα μαγεμένα, σταματώντας να βόσκουν. Τότε ο ηγούμενος τον προσκάλεσε και τον αναγνώρισε. Αρχικά τον επιτίμησε που δεν είχε αποκαλύψει ποιος ήταν. Μάλιστα έγραψε τα τεκταινόμενα στον αυτοκράτορα, ο οποίος συμφώνησε να μην ενοχλήσει το μουσικό που είχε δραπετεύσει κυριολεκτικά από το παλάτι. Από τότε ο Ιωάννης ζούσε μέσα σε κελί της Λαύρας, και τις Κυριακές και εορτές έψαλλε στο ναό με τους άλλους ιεροψάλτες. Δεν προσπαθούσε να εντυπωσιάσει κάνοντας επίδειξη των φωνητικών του ικανοτήτων, αλλά έψαλλε προσευχόμενος, προκαλώντας στους ακροατές κατάνυξη και διάθεση για προσευχή.
Μετά από οσιακό βίο, ανακηρύχθηκε άγιος και η μνήμη του τιμάται από την Ορθόδοξη Εκκλησία την 1η Οκτωβρίου. Στο μοναστήρι της Μεγίστης Λαύρας φυλάσσεται εικόνα του που τον παρουσιάζει περικυκλωμένο με τα μουσικά του σύμβολα, τα «νεύματα».
Αξιομνημόνευτα περιστατικά:
Σύμφωνα με την παράδοση, σε κάποια παννυχίδα, Σάββατο της Ε΄ εβδομάδας των Νηστειών, όταν ψάλλεται ο Ακάθιστος Ύμνος, μετά το τέλος του κανόνα ο Ιωάννης αποκοιμήθηκε στο στασίδι, κουρασμένος από την αγρυπνία. Εκεί είδε σε όραμα ότι ήρθε η Θεοτόκος και του έδωσε ένα χρυσό νόμισμα, επειδή είχε ψάλει πολύ κατανυκτικά τον ύμνο της. Αμέσως ξύπνησε, και βρήκε στο χέρι του το δώρο της Θεοτόκου. Αυτό το χρυσό νόμισμα το έκοψαν στα δύο. Το μισό βρίσκεται σήμερα δίπλα την εικόνα της Θεοτόκου στο ναό της Λαύρας και το άλλο μισό εστάλη στη Ρωσία.
Το έργο του:
Ο Ιωάννης Κουκουζέλης επέφερε τροποποιήσεις και μεταβολές ή προσθαφαιρέσεις στα σημεία της συμβολικής γραφής των μελωδιών που είχε καθιερώσει ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός. Συνέγραψε θεωρητικό έργον περί Μουσικής τέχνης, και βιβλίο με μουσικά σημεία που περιέχει εκκλησιαστικά άσματα. Δημιούργησε το λεγόμενο Μέγα Ίσον της Παπαδικής, το οποίο αργότερα κατά τον 18ο αιώνα μεταφέρθηκε σε νεώτερη μουσική παρασημαντική από τον Πέτρο τον Πελοποννήσιο και εν τέλει και στο νέο σύστημα, το οποίο ίσχυσε από τις αρχές του 19ου αιώνα, με την μεταρρύθμιση της εκκλησιαστικής μουσικής σημειογραφίας που επεξεργάστηκε ο Χρύσανθος ο Μαδυτινός. Δημιούργησε τον κυκλικό Μέγιστο Τροχό της μουσικής, ο οποίος έχει γύρω του άλλους τέσσερις μικρότερους Τροχούς. Καθένας από αυτούς παριστάνει με μαρτυρίες την πλάγια πτώση του κάθε πλαγίου ήχου προς τον κύριο ήχο του. Οι οκτώ ήχοι της εκκλησιαστικής μας μουσικής παραβάλλονται με τους οκτώ ήχους των αρχαίων. Πάνω και κάτω από τους μικρότερους τροχούς δίνονται ολογράφως τα ονόματα των κυρίων και πλαγίων ήχων: Δώριος, Λύδιος, Φρύγιος, Μιξολύδιος, Υποδώριος, Υπολύδιος, Υποφρύγιος, Υπομιξολύδιος.
Ο άγιος Ιωάννης Κουκουζέλης μουσούργησε κατά τους οκτώ ήχους Χερουβικά σύντομα και μακρά έντεχνα. Από αυτά σώζεται ένα σε ήχο πλάγιο του δευτέρου (παλατιανό), ένα Κοινωνικό «Αινείτε» σε ήχο πλάγιο του πρώτου, και ένα «Γεύσασθε» σε ήχο πλάγιο του πρώτου. Σώζονται επίσης τα μεγάλα και έντεχνα Ανοιξαντάρια, το αργό «Μακάριος ανήρ», το (εις την αρτοκλασία) «Χαίρε κεχαριτωμένη» κατ’ αναγραμματισμό σε ήχο Α΄ τετράφωνο, Αλληλουάρια σε ήχο πρώτο και πλάγιο του πρώτου, το «Άνωθεν oι Προφήται», η φήμη «Τον δεσπότην και αρχιερέα», πολυέλεοι, δοχές, καλοφωνικοί ειρμοί, πασαπνοάρια και πολλά άλλα. Κάποια από αυτά έχουν εκδοθεί, ενώ άλλα είναι ανέκδοτα. Η παρασημαντική του βρισκόταν σε χρήση μέχρι των μέσων του ΙΗ’ αιώνα, οπότε ο Πρωτοψάλτης της Μεγάλης Εκκλησίας Ιωάννης ο Τραπεζούντιος (1756), μετά από αίτημα του Οικουμενικού Πατριάρχου Κυρίλλου του από Νικομηδείας, άλλαξε το σύστημα των χαρακτήρων, εισάγοντας απλούστερη μέθοδο παρασημαντικής. Τα μουσικά χειρόγραφα του αγίου Ιωάννη Κουκουζέλη φυλάσσονται στις Βιβλιοθήκες της Κωνσταντινούπολης, της Θεσσαλονίκης, των Αθηνών, του Αγίου Όρους, του Βατικανού, του Παρισιού, της Βιέννης και άλλων πόλεων.
Βιβλιογραφία:
- «Κουκουζέλης Ιωάννης», Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια, τόμ. 7, εκδ. Μαρτίνος Αθ., Αθήνα 1965, στ. 930-933
- «Κουκουζέλης Ιωάννης», εγκυκλοπαίδεια ΔΟΜΗ, τόμ. 17, Αθήνα 2004
- «Κουκουζέλης Ιωάννης», εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα, τόμ. 35, εκδ. Πάπυρος, Αθήνα 2004-2005